Τρίτη
30 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4971RSS FEED
Από το λαό-ιστορικό υποκείμενο στο λαό-παρία και αντίστροφα
Γράφει η
Σούλα Αντωνίου
«Το χάος είναι εδώ μία καινούργια ενεργητικότητα και αναταραχή εκδηλώνεται, τα πνεύματα αφυπνίζονται, οι ψυχές αποκτούν υπευθυνότητα και τα χέρια προβαίνουν σε δράση….
μακάρι να έρθει η αναγέννηση, μακάρι, αφού έτσι κι’ αλλιώς εμείς δε χρειαζόμαστε τίποτε περισσότερο από καινούργιους καθαρούς ανθρώπους».
Gustav Landauer


Η οικονομική κρίση ως απότοκος της κρίσης αξιών και χαλάρωσης των αναγκαίων για την κοινωνική συνοχή και ενότητα  δεσμών, δηλ. ως πολιτισμική κρίση- και στο σημείο αυτό οφείλουμε να διευκρινίσουμε ότι , όταν μιλάμε για πολιτισμό, δεν εννοούμε μουσειακά αντικείμενα ή μνημεία, αλλά κυρίως κάτι ζωντανό, όπως η ζωντάνια αυτή καθημερινά εκδηλώνεται από την έμφορτη νοήματος συμπεριφορά και δράση των ανθρώπων και αποτυπώνεται στο σύνολο των κοινωνικών σχέσεων- αποτέλεσε από τη μια πλευρά αφορμή για να αναδειχτεί η ασημαντότητα, η αναξιοπιστία και ο αμοραλισμός του πολιτικού προσωπικού που διαχειρίζονταν τις τύχες του Ελληνικού λαού αλλά και να αναφανεί η αδιαφορία των πολιτών απέναντι στα κοινά και κατά προέκταση η έλλειψη μηχανισμού ελέγχου της εξουσίας.

Από την άλλη πλευρά λειτούργησε σαν ηλεκτρική εκκένωση, διαπέρασε το εφησυχασμένο κοινωνικό σώμα προκαλώντας την αφύπνιση της υποταγμένης στα ψεύδη του κομματικού λόγου και στους στερεοτυπικούς αυτοματισμούς συνείδησης και ταυτόχρονα έγινε παράγοντας διάρρηξης των δεσμών εξάρτησης της ελληνικής κοινωνίας από το πελατειακό σύστημα.

Το κίνημα των «Αγανακτισμένων» που εκδηλώθηκε σχεδόν σ’ όλες τις πόλεις της ελληνικής επικράτειας, εκτός από έκφραση εκτόνωσης της συσσωρευμένης λαϊκής οργής, είναι δηλωτικό της αντίστασης της ελληνικής κοινωνίας απέναντι σ’ ‘ένα διεφθαρμένο και διαβρωμένο πολιτικό σύστημα. Σύστημα το οποίο με τις ανομικές συμπεριφορές του πολιτικού του προσωπικού και τις μεθοδεύσεις του για να κρατηθεί στην εξουσία, εκμαύλισε το συλλογικό φρόνημα, μετατρέποντας ένα ιστορικό και περήφανο λαό σε λαό-παρία. Η εικόνα αυτή αποτυπώνεται στο βλέμμα της απόγνωσης χιλιάδων ανέργων, στην ύπαρξη μιας απέραντης ερήμου εξαθλιωμένων και ανυπεράσπιστων ψυχών που άλλοι ανέστιοι και αβοήθητοι αργοπεθαίνουν στα κράσπεδα και τις στοές των πόλεων ενώ άλλοι θέτουν τέρμα στη ζωή τους.

Το κίνημα των «Αγανακτισμένων» και του «Δεν πληρώνω» ανέδειξαν το ενδεχόμενο, να τεθούν, εκ μέρους του αγωνιζόμενου υποκειμένου, στο κέντρο της ζωής, άλλα σημαίνοντα και προτεραιότητες που σημασιολογούν την ανάγκη για αλλαγή του κοινωνικοπολιτικού τοπίου. Συγκεκριμένα, οι λαϊκές συνελεύσεις που έλαβαν χώρα στις πλατείες των πόλεων, με προεξάρχουσα την πλατεία Συντάγματος, η ανάπτυξη ενός δημοσίου ανοιχτού και ακηδεμόνευτου διαλόγου, μιας διαβούλευσης ενεργών πολιτών κατά το πρότυπο της εκκλησίας του Δήμου καθώς και η δημιουργία μιας πρωτόλειας οργανωτικής δομής με τις επιμέρους υποστηρικτικές του σκοπού της επιτροπές, είναι στοιχεία που έρχονται να πείσουν- έστω και αν αυτή την στιγμή απουσιάζουν οι μεγάλες συγκεντρώσεις, για λόγους που έχουν σχέση με τους κατασταλτικούς μηχανισμούς του Κράτους-ότι κάτι κινείται υποδόρια του κοινωνικού σώματος, κάποιες αναδεύσεις παρατηρούνται.

Το χρόνο έκβασης και την μορφοποίηση αυτών των διεργασιών δεν είναι κανείς σε θέση να προβλέψει. Εκείνο όμως που μπορεί να υποθέσει ή να διαβλέψει είναι ,ότι αργά ή γρήγορα θα εκραγεί η πυρακτωμένη ύλη της οργής. Νέες κοινωνικές δυνάμεις, φορείς νέων ιδεών, νέου πνεύματος και πρακτικών, θα εισβάλουν, στο κέντρο της ιστορίας, συντομεύοντας και νοηματικά συμπυκνώνοντας τον ιστορικό χρόνο. Έτσι η διαδικασία μετάβασης από το διεφθαρμένο και παρηκμασμένο καθεστώς στο άφθαρτο και το καινούργιο, δε θα γίνει χωρίς τη διάνοιξη πεδίων ιδεολογικών αντιπαραθέσεων, κοινωνικών συγκρούσεων χωρίς την ύπαρξη ρήξεων και ανατροπών με ότι ορίζει και εκφράζει την πολιτικοκοινωνική παθογένεια.

Όσοι σπεύδουν, όντας από θέση ισχύος, να χαρακτηρίσουν τα κοινωνικά κινήματα ως οχλαγωγικά και αντιδημοκρατικά θέλοντας να τα απαξιώσουν, οφείλουν να γνωρίζουν ότι αυτά είναι δημιουργήματα των αναγκών της ζωής. Υπό το φώς αυτής της οπτικής αποτελούν την αιχμή του δόρατος της κοινωνίας, εκφράζουν τη φωνή της σιωπηλής πλειοψηφίας, τη κραυγή της απόγνωσης, τις οιμωγές του πόνου της.

Συνδέοντας το εξω-θεσμικό με το θεσμικό στοιχείο τα κινήματα μπορούν να λειτουργήσουν ως φορείς μετάβασης της κοινωνίας από την «ενθουσιαστική-δαιμονική» φάση (Karl Jaspers) σ’ αυτή του «εξορθολογισμού της δράσης» (Max Weber) ή κατ’ άλλη έκφραση, περάσματος από τον «πόλεμο κινήσεων» στο «πόλεμο θέσεων», προετοιμάζοντας το έδαφος, για την μετάπλαση σύμφωνα με την εγελιακή διαλεκτική, της ποσότητας σε ποιότητα. Η επίσπευση, η μορφοποίηση και η σταθεροποίηση της προσδοκώμενης αλλαγής, θα εξαρτηθούν από το κατά πόσο τα υποκείμενα της δράσης θα προσδώσουν νόημα στις πράξεις τους, θα «φαντασιωθούν»το καινούργιο, θα αποκτήσουν μια οραματική σχέση με το μέλλον, αποδεικνύοντας ,ότι είναι εφικτός ένας άλλος κόσμος»,στον οποίο θα έχει εγκαθιδρυθεί η ατομική και συλλογική αυτεξουσιότητα.

Είναι παρήγορο, ότι αρχίζει να κερδίζει στις συνειδήσεις των Ελλήνων έδαφος, η αντίληψη ότι η πολιτική είναι συμμετοχική διαδικασία και σύμφωνα με τον Αριστοτέλη αρχιτεκτονικό σχέδιο ολοκλήρωσης του οικοδομήματος «πολιτική κοινότητα». Ο ακτιβισμός των πλατειών και των δρόμων, η οργάνωση συνελεύσεων, η διεξαγωγή συζητήσεων, η συγκρότηση σε μικροτοπική κλίμακα συμβουλίων, οι παρεμβάσεις ελλήνων ακτιβιστών σε εκτός ελληνικών συνόρων συνέδρια με προμετωπίδα την άμεση δημοκρατία (real democracy) είναι κινήσεις που δείχνουν κάποιους συγκεκριμένους στόχους, οι οποίοι υποκινούνται από κάποιες «αξίες-ιδέες» (Wertideen).

Αναλυτικότερα η ανάκληση στην ιστορική μνήμη των (νέο) Ελλήνων του αρχαιοελληνικού κλασσικού παρελθόντος και συγκεκριμένα της ιστορικής πραγματικότητας «αθηναϊκή δημοκρατία», την οποία από το ένα μέρος την θεωρούν δική τους κληρονομιά από το άλλο μέρος την αντιλαμβάνονται ως δυνατότητα αναμόρφωσης του παρόντος (G.E. von Grunebaum), δεν σημαίνει δουλική επιστροφή στο παρελθόν, αντίθετα υποδηλώνει την ανάγκη να αντλήσουν απ’ αυτό τα ερεθίσματα της σκέψης τους και τα ερείσματα των ενεργειών τους, να ξαναβρούν την αξία της πολιτικής. Δεν συμβαίνει πρώτη φορά στην ιστορία, αρχής γενομένης από την Αναγέννηση, να παρατηρείται η προσφυγή των ανθρώπων στις αξίες του αρχαιοελληνικού κλασσικού πολιτισμού, ως κίνηση υπέρβασης της εμπειρικής τους πραγματικότητας.

Η σύγχρονη γερμανίδα φιλόσοφος Hannah Arendt, υπέρμαχος της επιστροφής της ανθρωπότητας στο πνεύμα της πόλης-κράτους της αρχαίας Ελλάδας, είδε στο σύστημα των συμβουλίων, όπως αυτά συγκροτήθηκαν στα πλαίσια των επαναστάσεων του 19ου και 20ου αιώνα, μέσα από τη σύζευξη λόγου και πράξης να αποκτάει υπόσταση το χειραφετητικό ιδανικό.

Το αίτημα για άμεση δημοκρατία προμηνύει τον επαναπατρισμό της πολιτικής στο ιστορικό ενδιαίτημά της. Επειδή ο άνθρωπος είναι νοήμον ον, και όπως λέει ο A. Gramsci «κάθε άνθρωπος είναι διανοούμενος ανεξαρτήτως αν αυτός δουλεύει με το πνεύμα ή το χέρι», δεν μπορεί παρά βλέποντας κάθε μέρα να λεηλατείται ο τόπος του και να εκμηδενίζεται η ύπαρξη του, να αναλάβει την ευθύνη να προσδώσει στη ζωή του νόημα και στα πράγματα την ουσία τους. Μπορεί να γίνει μοχλός ανατροπής της παρακμιακής πραγματικότητας και να αναδειχθεί σε ιστορικό υποκείμενο.

Συνεπώς ο αγώνας μας να ξανακερδίσουμε τη χαμένη μας τιμή και αξιοπρέπεια και να ανακτήσουμε την απωλεσθείσα θέση μας ως πολιτισμός στο παγκόσμιο γίγνεσθαι, περνάει μέσα από την αναμέτρηση μας με τον εαυτό μας, από την αλλαγή των νοοτροπιών μας, από την κινητοποίηση των δυνάμεων μας. Ας το επιχειρήσουμε! Οι καιροί ου μενετοί.