Σαββατοκύριακo
27-28  Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4969RSS FEED
Βιβλιοκριτική: Ελίας Κανέτι - «Η γλώσσα που δεν κόπηκε»
Γράφει η
Βασιλική Πιτούλη
Αν μου ζητούσαν να κατατάξω το βιβλίο του Κανέτι σε μια τετράβαθμη κλίμακα που θα περιλάμβανε τους εξής χαρακτηρισμούς: κακό, μέτριο, καλό, αριστούργημα, δε θα δίσταζα να το τοποθετήσω στην τελευταία περίοπτη κατηγορία. Και το λέω αυτό τονίζοντας ότι είμαι δύσκολη στους χαρακτηρισμούς και ιδιαίτερα φειδωλή στις επιβραβεύσεις.

Ο Ελίας Κανέτι γεννήθηκε το 1905 στο Ρουστσούκ της Βουλγαρίας από Ισπανοεβραίους γονείς. Έζησε στο Μάντσεστερ της Αγγλίας, στη Βιέννη, στη Ζυρίχη και σε άλλα μέρη του κόσμου. Το 1949, το μυθιστόρημά του «Η τύφλωση» είχε ήδη εκδοθεί σε όλες σχεδόν τις ευρωπαϊκές χώρες. Βλέπουμε λοιπόν ότι ο πλάνητας βίος των Εβραίων, όταν γίνεται κοσμοπολιτισμός, τους βγαίνει σε καλό. Άλλα σημαντικά έργα του είναι: «Οι φωνές του Μαρακές», «Μάζα και εξουσία», «Η άλλη δίκη, Τα γράμματα του Κάφκα στη Φελίτσε» «Η συνείδηση των λέξεων». Το ’81 τιμήθηκε με την ανώτατη διάκριση για συγγραφείς, το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Στις 14/8/94 πεθαίνει στη Ζυρίχη.

Στη «Γλώσσα που δεν κόπηκε» αφηγείται τη ζωή του από την πρώτη ανάμνηση που είχε, και που ήταν ακριβώς η απειλή του κοψίματος της μωρουδίστικης γλώσσας του από το φιλαράκο της 15χρονης Βουλγάρας παραμάνας που τον μεγάλωσε, μέχρι το 1921 που μεταβαίνει στη Γερμανία. Η παιδική ηλικία είναι η ισχυρότερη πατρίδα κάθε ανθρώπου και ο Κανέτι δε θα μπορούσε να εξαιρεθεί από τον συγκεκριμένο κανόνα.

Το αυτοβιογραφικό αυτό μυθιστόρημα ακολουθεί το νήμα μιας αφήγησης συναρπαστικής, ούτε ελλειμματικής ούτε υπερβάλλουσας, πλούσιας, αληθινής, που χορταίνει πνευματικά τον αναγνώστη. Είναι χωρισμένο σε πέντε μέρη, όσα και τα κομμάτια της ζωής του μικρού Ελίας, αρχίζοντας από το γενέθλιο Ρουστσούκ και πηγαίνοντας στο Μάντσεστερ, στη Βιέννη, στη Ζυρίχη σε δυο διαφορετικές εποχές. Πέντε μέρη, πέντε χρόνοι, πέντε μοιράδια ζωής. Οι γονείς ήταν Εβραίοι Σεφαραδίτες εύποροι έμποροι, η δομή της οικογένειας παραδοσιακή και πατριαρχική, το παιδί, ο μελλοντικός συγγραφέας, βιώνει τα πάντα με μια ανεξάντλητη ζωική περιέργεια, με τρόμο και πάθος. Ο οικονομικός παράγοντας, και πώς αλλιώς, σφραγίζει ανεξίτηλα τους ανθρώπους. «Μόνο τους πλούσιους έχουν σε υπόληψη». Οι γονείς είναι νέοι, παντρεύτηκαν από έρωτα αψηφώντας την εναντίωση των οικογενειών τους, και ο Ελίας είναι ο πρωτότοκος γιος. Το πρωτογενές ερωτικό τρίγωνο που απαρτίζουν ο πατέρας, η μάνα και το πρώτο παιδί, έχει άπειρες εκδοχές και εκφάνσεις, όσες και οι περιπτώσεις. Ο Κανέτι το βιώνει ως αγάπη προς τον πατέρα που ήταν δοτικός και ευαίσθητος, και ως ζήλια για τη μητέρα. Εκείνη ήταν περήφανη και ευφυής, φιλότεχνη και υψηλόφρων, αλλά ως μάνα απαιτητική, αυταρχική, με μια σχεδόν ανηλεή αυστηρότητα. Το παιδί είναι απόλυτα δέσμιο της γοητείας της, και ενώ δεν επιζητεί παρά μόνο την αποδοχή της, βιώνει κατά καιρούς μαζί της εμπόλεμες καταστάσεις.

Η ζήλια, αυτό το ψυχικό μαρτύριο, καταγράφεται ως μέρος της φύσης του. Η μάνα πάλι, θύμα των καταστάσεων της ζωής της, ή απλώς συνεπής με το χαρακτήρα της, πληγώνει συστηματικά το παιδί της με την ειρωνεία ή την περιφρόνηση. Τα σημαντικότερα κόλπα που παίζονται είναι όσα αφορούν τις γλώσσες. Το παιδί αισθάνεται έκπτωτο από τον παράδεισο των γονιών όταν αυτοί οι δυο μιλάνε μεταξύ τους γερμανικά, την ερωτική τους γλώσσα. Στα επτά του χρόνια, στο Μάντσεστερ, η ζωή του τέμνεται τραγικά με τον πρόωρο θάνατο του πατέρα. Ο πατρόθεν παππούς, ζωηρός, ενδιαφέρων, πλούσιος, αλλά αδυσώπητος εξουσιαστής των παιδιών του, που είχε καταραστεί το γιο του γιατί τόλμησε να φύγει από κοντά του, τιμωρείται με τον πιο κατάλληλο τρόπο. Έκτοτε βρέχει τα μάγουλα του μικρού του εγγονού με πικρά δάκρυα κάθε φορά που τον σφίγγει στην αγκαλιά του, με το θάνατο του παιδιού του «καθισμένο στο μεδούλι του».

Οι χαρακτήρες είναι κάτι παραπάνω από ανάγλυφοι, θα έλεγες ανασαίνουν μέσα από το χαρτί και σε αγγίζει η ανάσα τους. Ο Κανέτι διάγει μια κρυφή, πνευματική ζωή απόλυτα καθοριζόμενη από τη μητέρα. Τα βιβλία και οι συζητήσεις τους γύρω απ’ αυτά αποτελούν την καρδιά της ύπαρξής του. Στην πορεία τα γερμανικά γίνονται η γλώσσα της οδυνηρής αγάπης που τον έδεσε με τη μάνα του. Το βιβλίο αποτελεί κατά κάποιο τρόπο οδοιπορικό της γλώσσας ως αντίληψης του κόσμου και ως βαθύτερης συνομιλίας με τον εαυτό. Το ιστορικό υπόβαθρο της εποχής δεν αγνοείται, έχει τη θέση που του αρμόζει.

Οι εκδόσεις Καστανιώτη έδωσαν για μια ακόμη φορά στο ελληνικό αναγνωστικό κοινό την ευκαιρία να έρθει σε επαφή με ένα από τα μεγάλα έργα της παγκόσμιας λογοτεχνίας.

Αυτοβιογραφία, μετάφραση από τα γερμανικά Αλεξάνδρα Παύλου

www.bibliofagos.vasilikipitouli.gr