Παρασκευή
19 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4961RSS FEED
Οι επιχειρήσεις στην ΕΕ και ο ανταγωνισμός
Γράφει ο
Γιάννης Βασιλείου

       Η χάραξη και η εφαρμογή ορθολογικών κανόνων ανταγωνισμού ανέκαθεν αποτελούσε πρωτεύουσα προτεραιότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ). Με την πάροδο των ετών, η προτεραιότητα τούτη μετετράπη σε αναγκαιότητα. Η παγκόσμια οικονομική και χρηματοπιστωτική κρίση δημιούργησε πάμπολλα οικονομικά και κοινωνικά προβλήματα, τα οποία η ΕΕ ακόμα προσπαθεί να επιλύσει (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός, 2017· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016· European Commission, 2017· Pelagidis and Mitsopoulos, 2014).

       Ισχυριζόμαστε ότι ναι μεν υπάρχει φως στον ορίζοντα αναφορικά με την πολυπόθητη οικονομική ανάκαμψη, αλλά ακόμα ποικίλα ακανθώδη θέματα επιζητούν ριζική λύση. Μια τρόπον τινά αναπροσαρμογή στη χάραξη και την εκτέλεση συγκεκριμένων στρατηγικών και πολιτικών κρίθηκε απολύτως απαραίτητη και προς αυτήν ακριβώς την κατεύθυνση η Ένωση εξακολουθεί να πορεύεται (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός, 2017· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016· European Commission, 2017· Pelagidis and Mitsopoulos, 2014).

       Στο πλαίσιο αυτό, κυρίαρχη επιδίωξη συνεχίζει ν’ αποτελεί η απαρέγκλιτη τήρηση δικαιότερων όρων για τις επιχειρήσεις. Οι στόχοι της Ένωσης, κατά την παρούσα χρονική περίοδο είναι δύσκολοι μεν, σαφέστατοι δε. Η πραγμάτωσή τους, αναντίρρητα, θα παράσχει μια ευκρινέστερη εικόνα αναφορικά με το τι θα πρέπει να αναμένουν οι πολίτες της τόσο στο εγγύς, όσο και στο απώτερο μέλλον.

       Ο θεμιτός ανταγωνισμός μεταξύ των επιχειρήσεων αποτελούσε και εξακολουθεί ν’ αποτελεί καθοριστική παράμετρο για την ανάπτυξη, την ευημερία και την καινοτομία. Κυρίαρχοι στόχοι παραμένουν η μείωση των τιμών, οι ποιοτικές βελτιώσεις, η μέγιστη δυνατή αύξηση της αποδοτικότητας, η περαιτέρω ενθάρρυνση της επιχειρηματικότητας και βέβαια η μεγέθυνση του φάσματος των επιλογών των καταναλωτών (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός, 2017· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016· Ευρωπαϊκή Επιτροπή/Απασχόληση, 2016· Europa, 2017· European Commission, 2017).

       Η Ένωση έχει επιδοθεί σε εντατικοποιημένες προσπάθειες τόσο για την αποτελεσματική προστασία των μικρών επιχειρήσεων, όσο και για την αποφυγή στήριξης των πάσης φύσεως προβληματικών επιχειρήσεων. Οι επιδιώξεις τούτες δε θα πρέπει να προξενούν έκπληξη σε κανέναν σκεπτόμενο πολίτη και η άμεση πραγμάτωσή τους είναι σίγουρο ότι θα παράσχει πολλαπλά οφέλη.

       Για να μιλήσουμε λίγο πιο συγκεκριμένα, για την περίοδο 2015-19, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή επικεντρώνεται στις ακόλουθες δέκα βασικές προτεραιότητες, οι οποίες πρακτικά καλύπτουν ολόκληρο το φάσμα των πολιτικών της: α) στη δημιουργία θέσεων εργασίας, στην ανάπτυξη και τις επενδύσεις, β) σε μια λειτουργικότερη εσωτερική αγορά, γ) στην έμφαση στο κλίμα και την ενεργειακή ένωση, με σκοπό να καταστήσει την ενέργεια περισσότερο βιώσιμη, ασφαλέστερη και όσο το δυνατόν πιο προσιτή, δ) σε μια ακόμη πιο ισορροπημένη και περισσότερο προοδευτική εμπορική πολιτική, με κυρίαρχη επιδίωξη την ορθολογική αξιοποίηση της παγκοσμιοποίησης, ε) σε μια βαθύτερη και δικαιότερη οικονομική και νομισματική ένωση, η οποία θα διαθέτει τη δυνατότητα συνδυασμού της σταθερότητας με τη δημοκρατική λογοδοσία, στ) σε μια ικανοποιητική ψηφιακή ενιαία αγορά, ζ) σε μια Ευρωπαϊκή ατζέντα αναφορικά με τη μετανάστευση, η) στην αποτελεσματική προάσπιση του κράτους δικαίου, σε συνδυασμό με την αποδοτική σύνδεση των συστημάτων δικαιοσύνης της Ευρώπης, θ) στην επιδίωξη για μια περισσότερο δημοκρατική Ένωση και ι) στη μετατροπή της Ένωσης σ’ έναν ακόμα ισχυρότερο παγκόσμιο «παράγοντα» (Alexiou, 2001· Bambra and Eikemo, 2009· Bartolomew κ.α., 1995· Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· Blanchflower and Shadforth, 2009· Brine, 2002· Calmfors, 2001· Christodoulakis and Mamatzakis, 2009· Coombes and Raybould, 2004· Daveri κ.α., 2000· Dieckhoff, 2011· Ederveen κ.α., 2007· Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός, 2017· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016· European Commission, 2017· Feld, 2005· Fialová and Schneider, 2009· Fragoulis κ.α, 2004· Gobbin and Van Aarle, 2001· Heinrich and Hildebrand, 2005· Janáčková, 1998· Kazamaki Ottersten, 2004· Kinsella and Kinsella, 2011· Kogan, 2004· Lipsmeyer and Zhu, 2011· Mahler κ.α, 2000· Newell and Pastore, 2006· Núñez and Livanos, 2010· Öster and Agell, 2007· Overman κ.α., 2002· Palazuelos-Martinez, 2007· Pelagidis and Mitsopoulos, 2014· Petrongolo and Pissarides, 2008· Pollmann-Schult and Büchel, 2005· Pratschke, 1981· Scott and Kelleher, 1996· Smith, 2011· Stanef, 2012· Stewart, 2005· Sweeney, 1994· Tatsiramos, 2009· Vintrová, 2004· Walsh, 2000· Welbers, 2011· Zamfir, 2011).

       Όπως εύκολα μπορούμε ν’ αντιληφθούμε, το ζήτημα των κανόνων ανταγωνισμού και της ορθής λειτουργίας των επιχειρήσεων εντάσσεται στις περισσότερες (αν όχι όλες) τις ανωτέρω προτεραιότητες και αναμφίβολα αποτελεί ζωτικής σημασίας παράμετρο για την οικονομική ανάπτυξη, η οποία αποτελεί καίριο ρυθμιστικό παράγοντα κοινωνικής ευημερίας, σταθερότητας και αρμονίας.      

       Η πολύτιμη αρωγή της Ένωσης, στα πλαίσια των κανόνων ανταγωνισμού, είναι σίγουρο ότι θ’ αποτελέσει μια «ένεση αισιοδοξίας» για όλα ανεξαιρέτως τα κράτη-μέλη και συνάμα ένα σπουδαίο βήμα προς ένα αύριο με λιγότερες οικονομικές σκοτούρες. Για να γίνει όμως αυτό, θα πρέπει να ισχύσουν συγκεκριμένες προϋποθέσεις, δίχως τις οποίες μάλλον δε διαθέτουμε την πολυτέλεια να ελπίζουμε.

       Αν θα θέλαμε να προβούμε σε μια πιο σφαιρική κατηγοριοποίηση, θα τολμούσαμε να ισχυριστούμε ότι, σύμφωνα με τους κανόνες της Ένωσης, οι επιχειρήσεις απαγορεύεται α) να προβαίνουν σε κατάχρηση της δεσπόζουσας θέσης τους στα πλαίσια μιας συγκεκριμένης αγοράς, με απώτερο σκοπό τον εν γένει παραγκωνισμό των λιγότερο ισχυρών ανταγωνιστών τους, β) να καθορίζουν τις τιμές ή ακόμα και να κατανέμουν τις αγορές μεταξύ τους και γ) να πραγματοποιούν συγχωνεύσεις, με στόχο το να καταφέρνουν να ελέγχουν την αγορά (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός, 2017· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016).

       Μέσω μιας ικανοποιητικής πολιτικής ανταγωνισμού, η ΕΕ επιδίδεται σε μια αδιάλειπτη προσπάθεια παροχής ποιοτικών αγαθών και υπηρεσιών σε όσο το δυνατόν πιο προσιτές τιμές (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· European Commission/Competition, 2015).

       Η Επιτροπή, απ’ την πλευρά της, έχει αφιερωθεί σε μια λειτουργική (και λίαν αποδοτική κατά τη γνώμη μας, τουλάχιστον επί του παρόντος) κινητοποίηση συγκεκριμένων εργαλείων της αγοράς και της απαραίτητης εμπειρογνωμοσύνης, με στόχο την ικανοποιητική συνεισφορά στο θεματολόγιο της ΕΕ αναφορικά με τις θέσεις εργασίας, τις επενδύσεις και την ανάπτυξη (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· European Commission/Competition, 2015).

       Εκεί ακριβώς συμπεριλαμβάνονται θεμελιώδους σπουδαιότητας κλάδοι, όπως λόγου χάριν η ενεργειακή ένωση, η ψηφιακή ενιαία αγορά, η βιομηχανική πολιτική, οι χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες και ο αγώνας ενάντια στη φοροδιαφυγή, η οποία ταλανίζει πολλά κράτη-μέλη (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017α, 2017δ και 2017ε· European Commission/Competition, 2015).

       Η χρησιμότητα που μεταφράζεται σε αναγκαιότητα για μια αποδοτική Ευρωπαϊκή πολιτική ανταγωνισμού έγκειται στο γεγονός ότι μέσω αυτής δύνανται να προκύψουν πλεονεκτήματα όπως (πέραν των προαναφερθέντων χαμηλών τιμών και βελτιωμένης ποιότητας) η καινοτομία στα πλαίσια των επιχειρήσεων και ένα μεγαλύτερο φάσμα επιλογών για τους καταναλωτές. Αναφοράς χρήζει επίσης το γεγονός ότι ο υγιής ανταγωνισμός εντός της Ένωσης, ισχυροποιεί τις Ευρωπαϊκές εταιρείες όσον αφορά την επιβίωσή τους στο ακανθώδες μονοπάτι του παγκοσμίου ανταγωνισμού (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· European Commission/Competition, 2015).

       Βάσει συγκεκριμένων στοιχείων της ΕΕ, πρωτεύουσες επιδιώξεις της καθίστανται α) η λειτουργική προώθηση της απελευθέρωσης των αγορών, β) ο «πόλεμος» ενάντια στα μονοπώλια και γ) ο λεπτομερής έλεγχος τόσο των κρατικών ενισχύσεων, όσο και των συγχωνεύσεων (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός, 2017· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016· Ευρωπαϊκή Επιτροπή/Απασχόληση, 2016· Europa, 2017· European Commission, 2017).

       Εάν οι παραβάσεις των κανόνων ανταγωνισμού αφορούν μονάχα ένα κράτος, τότε αρμόδιες καθίστανται συνήθως οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού. Μολαταύτα, με την παγκοσμιοποίηση, αλλά και τη διεύρυνση της εσωτερικής αγοράς, οι πάσης φύσεως επιπτώσεις των παράνομων πρακτικών, ως επί το πλείστον γίνονται αισθητές σε πολλά άλλα κράτη, τόσο εντός, όσο και εκτός της Ένωσης. Το γεγονός αυτό θα πρέπει να προβληματίσει ιδιαιτέρως, αλλά μέσω των μελετών μας, δυνάμεθα να συμπεράνουμε ότι η ΕΕ έχει ήδη λάβει τα μέτρα της (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016· European Commission, 2017).

       Πιο συγκεκριμένα, η Ευρωπαϊκή Επιτροπή καταφέρνει να διαχειρίζεται συναφή κρούσματα σε πανευρωπαϊκό επίπεδο, διεξάγοντας ειδικές έρευνες, λαμβάνοντας δεσμευτικές αποφάσεις και επιβάλλοντας πρόστιμα. Η Επιτροπή πράγματι ενδυναμώνει τους κανόνες ανταγωνισμού της Ένωσης, στα πλαίσια μιας λειτουργικής συνεργασίας με τις εθνικές αρχές ανταγωνισμού των κρατών-μελών (Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός, 2017· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016· European Commission, 2017).

      Οι αρχές αυτές λειτουργούν σ’ όλα ανεξαιρέτως τα κράτη-μέλη και ευθύνονται για την αποδοτική εφαρμογή της Ευρωπαϊκής νομοθεσίας περί ανταγωνισμού, κατέχοντας πρακτικά τις ίδιες εξουσίες με την Επιτροπή (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016· Ευρωπαϊκή Επιτροπή/Απασχόληση, 2016· Europa, 2017· European Commission, 2017).

       Σύμφωνα πάντα με στοιχεία της Επιτροπής του 2016, από το 2007, οι εθνικές αρχές ανταγωνισμού έχουν επιτύχει την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού της Ένωσης σε περίπου 570 αποφάσεις, αριθμός διόλου ευκαταφρόνητος (Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός, 2017· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016).

       Η ανταλλαγή πληροφοριών[1] μεταξύ των αρχών αυτών και της Επιτροπής λαμβάνει χώρα διαμέσου του Ευρωπαϊκού Δικτύου Ανταγωνισμού (ΕΔΑ). Επιπροσθέτως, δε θα πρέπει να λησμονούμε ότι τα εθνικά δικαστήρια είναι επίσης αρμόδια για ν’ αποφασίζουν εάν και κατά πόσο μια συμφωνία πληροί επαρκώς τους κανόνες ανταγωνισμού της Ένωσης (Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός, 2017· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016· European Commission, 2017).

      Η οποιαδήποτε συμφωνία που αποδεικνύεται ότι περιορίζει ακούσια ή εκούσια τον ανταγωνισμό καλείται «αντιανταγωνιστική» και υπόκειται σε συγκεκριμένες κυρώσεις. Κλασικό παράδειγμα αποτελούν τα καρτέλ. Οι επιχειρήσεις που συμμετέχουν σ’ ένα καρτέλ συνάπτουν ειδικές συμφωνίες, ώστε να μην αλληλοανταγωνίζονται ή προβαίνουν σε από κοινού καθορισμό των τιμών πώλησης των προϊόντων τους (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός, 2017· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016).

      Τονίζεται εμφατικά το γεγονός ότι η συμμετοχή σε καρτέλ[2], πρακτικά παρέχει στις εκάστοτε επιχειρήσεις μια τρόπον τινά «θωράκιση» από τις διάφορες πιέσεις των ανταγωνιστών σχετικά με την ελάττωση των τιμών, την εν γένει προώθηση καινούργιων προϊόντων και την ποιοτική βελτίωση. Το αποτέλεσμα είναι φυσικά απείρως ζημιογόνο για τους καταναλωτές, οι οποίοι αναγκάζονται να πληρώνουν ακριβότερα για χαμηλότερη ποιότητα, γεγονός άκρως δυσάρεστο και οδυνηρό, ειδικά σε περίοδο οικονομικής κρίσης (Βασιλείου, 2013α, 2014α, 2017δ και 2017ε· Ευρωπαϊκή Επιτροπή, 2016· Ευρωπαϊκή Επιτροπή/Απασχόληση, 2016· Europa, 2017).

      Απ’ όλα τα προαναφερθέντα, σε γενικές γραμμές συμπεραίνουμε ότι πράγματι η Ένωση επιδίδεται σ’ έναν συνεπή αγώνα για την επικράτηση του εποικοδομητικού ανταγωνισμού, την προστασία των υγιών επιχειρήσεων και την καταπολέμηση της ανεργίας. Μελλοντικά ελπίζουμε σε ακόμα θετικότερα αποτελέσματα.

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Alexiou, Constantinos (2001), “Crafting a Post-Keynesian Macroeconomic Framework to Explain European Unemployment: Econometric Evidence from the European Union Countries”, Journal of Post Keynesian Economics, 24 (1), σελ. 59-80.

Bambra, C. and Eikemo, T.A. (2009), “Welfare state regimes, unemployment and health: a comparative study of the relationship between unemployment and self-reported health in 23 European countries”, Journal of Epidemiology and Community Health (1979-), 63 (2), σελ. 92-98.

Bartolomew, David, Moore, Peter, Smith, Fred and Allin, Paul (1995), “The Measurement of Unemployment in the UK”, Journal of the Royal Statistical Society. SeriesA (StatisticsinSociety), 158 (3), σελ. 363-417.

Βασιλείου, Ιωάννης (2013α), Ευρωπαϊκή Ενοποίηση-Μια Διαδικασία Σύγκλισης ή Απόκλισης; (Αθήνα: Historical Quest). 

Βασιλείου, Ιωάννης (2013β), «1980-1999, Ευρωπαϊκή Ένωση: Η Εποχή της Άνδρωσης και της Διεύρυνσης», Από τη Νέα Ευρώπη του Χίτλερ Στην Ευρωζώνη της Μέρκελ, Τόμος Α΄, Ιστορικό Αρχείο του «Επενδυτή», σελ. 76-95.

Βασιλείου, Ιωάννης (2014α), Ευρωπαϊκή Ενοποίηση-Μια Διαδικασία Σύγκλισης ή Απόκλισης; (Β΄ Έκδοση-Ειδική Έκδοση Για Πανεπιστήμια) (Αθήνα: Historical Quest). 

Βασιλείου, Ιωάννης (2014β), Το Παρόν και το Μέλλον της Γεωργικής Πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης (Αθήνα: Historical Quest). 

Βασιλείου, Ιωάννης (2015), Η Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας της Ευρωπαϊκής Ένωσης-Μια Κριτική Προσέγγιση (Αθήνα: Historical Quest).

Βασιλείου, Ιωάννης (2017α), Ευρωπαϊκή Ένωση και Ενέργεια-Η Πορεία προς το 2050-Σκέψεις, Ιδέες και Συμπεράσματα (Αθήνα: Historical Quest).

Βασιλείου, Ιωάννης (2017β), Η Επέκταση της Ευρωπαϊκής Ένωσης στο Διάστημα (Αθήνα: Historical Quest).

Βασιλείου, Ιωάννης (2017γ), Κλιματική Αλλαγή: Διαχειρίσιμο Πρόβλημα ή Αργός Θάνατος του Πλανήτη-Ρόλος και Δράσεις της Ε.Ε. έως το 2050-Οι Επιπτώσεις στην Ελλάδα (Αθήνα: Historical Quest).

Βασιλείου, Ιωάννης (2017δ), Οικονομική Κρίση, Απασχόληση και Κοινωνικές Υποθέσεις στην Ευρωπαϊκή Ένωση-Προτάσεις και Δράσεις για την Καταπολέμηση της Ανεργίας (Αθήνα: Historical Quest).

Βασιλείου, Ιωάννης (2017ε), Προϋπολογισμός της Ε.Ε.-Ζητήματα Κατανομής και Αναδιανομής Πόρων στην Ε.Ε. (Αθήνα: Historical Quest).

Blanchflower, David G. and Shadforth, Chris (2009), “Fear, Unemployment and Migration”, The Economic Journal, 119 (535), σελ. F136-F182.

Brine, Jacky (2002), “Further Education Participation, European Expansion and European Erasure”, British Educational Research Journal, 28 (1), σελ. 21-36.

Calmfors, Lars (2001), “Unemployment, Labor Market Reform and Monetary Union”, Journal of Labor Economics, 19 (2), σελ. 265-289.

Christodoulakis, G.A and Mamatzakis, E.C. (2009), “Assessing the Prudence of Economic Forecasts in the EU”, Journal of Applied Econometrics, 24 (4), σελ. 583-606.

Coombes, Mike and Raybould, Simon (2004), “Finding Work in 2001: Urban-Rural Contrasts across England in Employment Rates and Local Job Availability”, Area, 36 (2), σελ. 202-222.

Daveri, Francesco, Tabellini, Guido, Bentolila, Samuel and Huizinga, Harry (2000), “Unemployment, Growth and Taxation in Industrial Countries”, Economic Policy, 15 (30), σελ. 47-104.

Dieckhoff, Martina (2011), “The effect of unemployment on subsequent job quality in Europe: A comparative study of four countries”, Acta Sociologica, 54 (3), σελ. 233-249.

Ederveen, Sjef, Nahuis, Richard and Parikh, Ashok (2007), “Labour Mobility and Regional Disparities: The Role of Female Labour Participation”, Journal of Population Economics, 20 (4), σελ. 895-913.

Ευρωπαϊκή Ένωση/Ανταγωνισμός (2017), «Ανταγωνισμός», διαθέσιμο σε https://europa.eu/european-union/topics/competition_el (πρόσβαση την 1/11/17).

Ευρωπαϊκή Επιτροπή (2016), «Η Ευρωπαϊκή Ένωση με απλά λόγια-Ανταγωνισμός», διαθέσιμο σε https://publications.europa.eu/el/publication-detail/-/publication/8200c251-aa42-11e6-aab7-01aa75ed71a1 (πρόσβαση την 1/11/17).

Ευρωπαϊκή Επιτροπή/Απασχόληση (2016), «Η ΕΕ και η Απασχόληση, η Ανάπτυξη και οι Επενδύσεις», EU Law and Publications, Οκτώβριος 2016, διαθέσιμο σε https://publications.europa.eu/el/publication-detail/-/publication/b9ac1176-9a88-11e6-9bca-01aa75ed71a1 (πρόσβαση στις 23/9/17).

Europa (2017), «Απασχόληση και κοινωνικές υποθέσεις», διαθέσιμο σε https://europa.eu/european-union/topics/employment-social-affairs_el (πρόσβαση στις 23/9/17).

European Commission (2017), “Priorities-10 Commission priorities for 2015-19”, διαθέσιμο σε https://ec.europa.eu/commission/priorities_en (πρόσβαση στις 14/11/17).

European Commission/Competition (2015), “European Commission-Competition/Competition-Overview: making markets work better”, διαθέσιμο σε http://ec.europa.eu/competition/general/overview_en.html (πρόσβαση στις 3/12/17).

Feld, Lars P. (2005), “The European Constitution Project from the Perspective of Constitutional Political Economy”, Public Choice, 122 (3/4), σελ. 417-448.

Fialová, Kamila and Schneider, Ondřej (2009), “Labor Market Institutions and Their Effect on Labor Market Performance in the New EU Member Countries”, Eastern European Economics, 47 (3), σελ. 57-83.

Fragoulis, Haralabos, Masson, Jean-Raymond and Klenha, Vaclav (2004), “Improving Opportunities for Adult Learning in the Acceding and Candidate Countries of Central and Eastern Europe”, European Journal of Education, 39 (1), σελ. 9-30.

Gobbin, Niko and Van Aarle, Bas (2001), “Fiscal Adjustments and Their Effects during the Transition to the EMU”, Public Choice, 109 (3/4), σελ. 269-299.

Heinrich, Georges and Hildebrand, Vincent (2005), “Returns to Education in the European Union: A Reassessment from Comparative Data”, European Journal of Education, 40 (1), σελ. 13-34.

Janáčková, Stanislava (1998), “Convergence for European Union Accession: Challenges for Czech Monetary Policy”, Eastern European Economics, 36 (3), σελ. 80-95.

Kazamaki Ottersten, Eugenia (2004), “Lifelong Learning and Challenges Posed to European Labour Markets”, European Journal of Education, 39 (2), σελ. 151-159.

Kinsella, Ray and Kinsella, Maurice (2011), “The rise and rise of long term and youth unemployment in Ireland: the scarring of a generation”, Studies: An Irish Quarterly Review, 100 (397), σελ. 83-102.

Kogan, Irena (2004), “Last Hired, First Fired? The Unemployment Dynamics of Male Immigrants in Germany”, European Sociological Review, 20 (5), σελ. 445-461.

Lipsmeyer, Christine S. and Zhu, Ling (2011), “Immigration, Globalization, and Unemployment Benefits in Developed EU States”, American Journal of Political Science, 55 (3), σελ. 647-664.

Mahler, Vincent A., Taylor, Bruce J and Wozniak, Jennifer R. (2000), “Economics and Public Support for the European Union: An Analysis at the National, Regional and Individual Levels”, Polity, 32 (3), σελ. 429-453.

Newell, Andrew and Pastore, Francesco (2006), “Regional Unemployment and Industrial Restructuring in Poland”, Eastern European Economics, 44 (3), σελ. 5-28.

Núñez, Imanol and Livanos, Ilias (2010), “Higher education and unemployment in Europe: an analysis of the academic subject and national effects”, Higher Education, 59 (4), σελ. 475-487.

Öster, Anna and Agell, Jonas (2007), “Crime and Unemployment in Turbulent Times”, Journal of the European Economic Association, 5 (4), σελ. 752-775.  

Overman, Henry G., Puga, Diego and Vandenbussche, Hylke (2002), “Unemployment Clusters across Europe’s Regions and Countries”, Economic Policy, 17 (34), σελ. 115-147.

Palazuelos-Martinez, Manuel (2007), “The Structure and Evolution of Trade in Central and Eastern Europe in the 1990s”, Europe-Asia Studies, 59 (1), σελ. 111-135.

Pelagidis, Theodore and Mitsopoulos, Michael (2014), Greece-From Exit to Recovery? (Washington D.C.: Brookings Institution Press).

Petrongolo, Barbara and Pissarides, Christopher A. (2008), “The Ins and Outs of European Unemployment”, The American Economic Review, 98 (2), σελ. 256-262.

Pollmann-Schult, Matthias and Büchel, Felix (2005), “Unemployment Benefits, Unemployment Duration and Subsequent Job Quality: Evidence from West Germany”, Acta Sociologica, 48 (1), σελ. 21-39.

Pratschke, John L. (1981), “Rural and Farm Dwellings in the European Community”, Irish Journal of Agricultural Economics and Rural Sociology, 8 (2), σελ. 191-211.

Scott, Peter J. and Kelleher, Michael (1996), “Convergence and Fragmentation? Vocational Training within the EU”, European Journal of Education, 31 (4), σελ. 463-481.

Smith, Jennifer C. (2011), “The Ins and Outs of UK Unemployment”, The Economic Journal, 121 (552), σελ. 402-444.

Stanef, Mihaela Roberta (2012), “Measuring Differences in Urban-Rural Development: The Case of Unemployment”, Theoretical and Empirical Researches in Urban Management, 7 (3), σελ. 44-52.

Stewart, Kitty (2005), “Dimensions of Well-Being in EU Regions: Do GDP and Unemployment Tell Us All We Need To Know?”, Social Indicators Research, 73 (2), σελ. 221-246.

Sweeney, John (1994), “On Bringing in the Outsiders: What Price Solidarity with the Long-Term Unemployed?”, Studies: An Irish Quarterly Review, 83 (331), σελ. 265-275.

Tatsiramos, Konstantinos (2009), “Unemployment Insurance in Europe: Unemployment Duration and Subsequent Employment Stability”, Journal of the European Economic Association, 7 (6), σελ. 1225-1260.

Vintrová, Růžena (2004), “The CEE Countries on the Way into the EU: Adjustment Problems: Institutional Adjustment, Real and Nominal Convergence”, Europe-Asia Studies, 56 (4), σελ. 521-541.

Walsh, Brendan (2000), “Cyclical and Structural Influences on Irish Employment”, Oxford Economic Papers, 52 (1), σελ. 119-145.

Welbers, Gerhard (2011), “The European Social Fund: changing approaches to VET”, European Journal of Education, 46 (1), σελ. 54-69.

Zamfir, Andreea Ileana (2011), “Management of Renewable Energy and Regional Development: European Experiences and Steps Forward”, Theoretical and Empirical Researches in Urban Management, 6 (3), σελ. 35-42.

(Από το βιβλίο «Οι επιχειρήσεις στην ΕΕ – Μονοπώλια – Καρτέλ – Κρατικές Ενισχύσεις – Κανόνες Ανταγωνισμού. Εκδόσεις HISTORICAL QUEST, 2018)

 


[1] Όσον αφορά την εφαρμογή των κανόνων ανταγωνισμού της Ένωσης.

[2] Για τον έλεγχο των τιμών και την κατανομή των αγορών μεταξύ των επιχειρήσεων.