Πέμπτη
25 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4967RSS FEED
Οι μεταμορφώσεις του κυβερνητικού Αλάριχου
Γράφει ο
Πέτρος Ι. Παραράς

 

 

        Στο άρθρο 110§2Σ ορίζεται ότι «Η ανάγκη της αναθεώρησης του Συντάγματος διαπιστώνεται με απόφαση της [Ολομέλειας] της Βουλής…». Με ερμηνεία της διάταξης αυτής, η θεωρία έχει δεχθεί ότι υπάρχει δέσμευση της δεύτερης αναθεωρητικής Βουλής μόνον ως προς την κατεύθυνση  της αναθεωρητέας διάταξης. Τη δέσμευση αυτή απεδέχθη εξ αρχής η κυβέρνηση, ενώ, μεταγενεστέρως, η ερμηνεία αυτή έγινε δεκτή και από τη Ν. Δημοκρατία, με συνέπεια το επίμαχο άρθρο 32§4Σ να υπερψηφισθεί και από αυτή που συμφώνησε ως προς την κατεύθυνση: δηλαδή την απεμπλοκή της εκλογής του ΠτΔ από τη διάλυση της Βουλής που τον επιλέγει.

        Όμως, σχεδόν όλοι οι ομότεχνοι δεν δέχονται ότι υπάρχει δέσμευση της δεύτερης Βουλής και ως προς το περιεχόμενο των αναθεωρητέων διατάξεων, δηλαδή τη μέθοδο που θα ακολουθηθεί για την επίτευξη του στόχου, και μόνον ο Σύριζα δέχεται την αντίθετη γνώμη. Η υπερψήφιση λοιπόν του άρθρου 32§4Σ και από τη Ν.Δ. στην α΄ Ολομέλεια της Βουλής (με 221 ψήφους) ήταν απρόσμενη για τον Σύριζα, διότι το αποτέλεσμα αυτό σημαίνει ότι στην επόμενη (αναθεωρητική) Βουλή, η πλειοψηφούσα παράταξη της Ν.Δ. μπορεί άνετα, με τουλάχιστον 151 βουλευτές που θα διαθέτει, να μη δεχθεί το περιεχόμενο του αναθεωρητέου άρθρου 32§4Σ, όπως το είχε διατυπώσει αρχικώς ο Σύριζα.

        Για να δυσχερανθεί λοιπόν η θέση της Ν.Δ. – δηλαδή στη νέα Βουλή να απαιτούνται 180 ψήφοι, ενώ όπως έχουν τώρα τα πράγματα αρκούν 151 ψήφοι – διοχετεύθηκε στον τύπο η σκέψη ότι ο Σύριζα, κατά την ψηφοφορία που θα επακολουθήσει στη β΄ Ολομέλεια γύρω στις 15 Μαρτίου, δεν υποχρεούται να υπερψηφίσει και πάλι το άρθρο 32§4Σ με όλους τους βουλευτές της πλειοψηφίας, αλλά ενδέχεται να αποσύρει τόσους βουλευτές, ώστε το σύνολον που θα υπερψηφίσουν και πάλι το άρθρο 32§4Σ (Σύριζα και Ν.Δ.) να είναι λιγότεροι από 180, ώστε στην επόμενη Βουλή να απαιτούνται τουλάχιστον 180 ψήφοι – και όχι μόνον 151 – για να υπερψηφισθεί η διάταξη αυτή, όπως ακριβώς την έχει διατυπώσει η Ν.Δ., δηλαδή 200, 180 και 151 βουλευτές. Όμως η συριζαϊκή αυτή μεθόδευση είναι αντισυνταγματική για τους εξής λόγους:

       Η προηγηθείσα α΄ Ολομέλεια της Βουλής δέχθηκε (14.2.2019) την πρόταση της 50μελούς Επιτροπής, ότι υπάρχει ανάγκη να αναθεωρηθεί το άρθρο 32§4Σ, ώστε να αποσυνδεθεί, επιτέλους, η εκλογή του ΠτΔ από την πρόωρη διάλυση της επόμενης Βουλής. Εφόσον λοιπόν διαπιστώθηκε στην α΄ Ολομέλεια η ανάγκη αναθεώρησης του άρθρου 32§4Σ, με ευρεία μάλιστα πλειοψηφία, δεν είναι δυνατόν, μετά τριάντα ημέρες, η ίδια Ολομέλεια της Βουλής και με τους ίδιους βουλευτές, να διαπιστώσει ξαφνικά ότι τώρα εξέλιπεν αυτή η ανάγκη!, αφού αυτό ακριβώς θα σημαίνει η απόφαση του Σύριζα “να αποσύρει”, π.χ., το ⅓ των βουλευτών του από το Κοινοβούλιο – ή αυτοί να υποχρεωθούν να καταψηφίσουν την ίδια διάταξη που προ μηνός υπερψήφισαν. Η μεθόδευση δε αυτή υποστηρίζεται διότι, δημοσκοπικά, ο Σύριζα θα χάσει στις επερχόμενες εκλογές, επιδιώκει δε, με τον πλάγιο αυτόν τρόπο, να ξαναγίνουν μέσα σε τέσσερις μήνες νέες εκλογές, ελπίζοντας τότε να υπερψηφισθεί και πάλι. Το Σύνταγμα όμως προϋποθέτει υπεύθυνη κυβέρνηση και δεν ανέχεται φθηνές παλινδρομήσεις.

        Στην περίπτωση λοιπόν αυτή, παραβιάζεται ευθέως το άρθρο 110§2Σ, διότι στην αναθεωρητική διαδικασία ισχύει προφανώς ο κανόνας ότι, εφόσον η κυβέρνηση, που έχει και την πρωτοβουλία, διέγνωσε τη σοβαρότατη ανάγκη τροποποίησης συνταγματικής διάταξης και η α΄ Ολομέλεια συμφώνησε σ’ αυτό, η ίδια κυβερνητική πλειοψηφία δεν δύναται πλέον, τούτο επιβάλλει η λογική ερμηνεία, να υπαναχωρήσει στην προσεχή Ολομέλεια και να ματαιώσει ή δυσχεράνει την αναθεώρηση για λόγους πολιτικής σκοπιμότητας και μόνον. Ισχύει, άρα, εδώ το λατινικό «electa una via, non datur recursus ad alteram».

        Ενδεχόμενη λοιπόν πραγματοποίηση των μεθοδεύσεων αυτών θα σημαίνει σύμπραξη στη νομική διαδικασία αναθεώρησης χωρίς να υπάρχει σοβαρή πρόθεση δέσμευσης, παρά μόνον χάριν παιδιάς (jocandi causa). Ελλείπει εδώ η απαιτούμενη στοιχειώδης κυβερνητική σοβαρότητα και επιστημονική συνέπεια. Θα πρόκειται περί κοινοβουλευτικού παραλογισμού και αυτοεξευτελισμού.

       Και εδώ ο βάρβαρος θα «είναι ένας σφριγηλός [αλλά] άξεστος νέος μπροστά σε μιαν “εν πολλαίς αμαρτίαις” γερασμένη κοινωνία – μια κοινωνία παραιτημένη από την ελευθερία, την κριτική σκέψη, το ήθος και την αναζήτηση του κάλλους που κάποτε της είχαν δώσει νόημα». Ο Αλάριχος είναι πάλι εδώ!