ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΣΤΟΙΧΕΙΑ ΤΗΣ ΕΛΣΤΑΤΚΑΤΑ 5,4 ΔΙΣ. ΜΕΙΩΘΗΚΕ ΤΟ ΕΙΣΟΔΗΜΑ ΤΩΝ ΝΟΙΚΟΚΥΡΙΩΝ23/11/2012
Μειωμένο ήταν το εισόδημα των νοικοκυριών σε ετήσια βάση, το δεύτερο τρίμηνο του 2012, κατά 5,4 δισ. ευρώ εξαιτίας της αύξησης των φορολογικών βαρών και της μείωσης των αποδοχών και των κοινωνικών παροχών.
Σύμφωνα με στοιχεία που δημοσιοποίησε η Ελληνική Στατιστική Αρχή (ΕΛΣΤΑΤ), το διαθέσιμο εισόδημα του τομέα των νοικοκυριών και των μη κερδοσκοπικών ιδρυμάτων που εξυπηρετούν νοικοκυριά, μειώθηκε στα 34,1 δισ. ευρώ, κατά 13,6% δηλαδή σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο 2011.
Αυτό μπορεί να εξηγηθεί από την μείωση κατά 15,1% των αποδοχών των εργαζομένων, την μείωση κατά 9,5% των κοινωνικών παροχών που εισπράττουν τα νοικοκυριά και στην αύξηση κατά 37,3% των φόρων που καταβάλουν.
Η τελική καταναλωτική δαπάνη των νοικοκυριών, ως συνέπεια των απωλειών στο διαθέσιμο εισόδημα, μειώθηκε κατά 7,3% σε 37,1 δισ. ευρώ.
Παράλληλα. το ποσοστό αποταμίευσης ήταν μειωμένο κατά 8,5% φέτος, έναντι 1,2% που μειώθηκε το δεύτερο τρίμηνο του 2011. Επιπροσθέτως, η καθαρή χορήγηση των δανείων από τις τράπεζες περιορίστηκε κατά 3,7 δισ. ευρώ, από 6,1 δισ. ευρώ σε 2,4 δισ. ευρώ.
Επίσης, από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ προκύπτει ότι οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου του τομέα των μη χρηματοοικονομικών εταιρειών μειώθηκαν κατά 20,6% σε 3 δισ. ευρώ.
Το ποσοστό των επενδύσεων του τομέα που ορίζεται ως οι ακαθάριστες επενδύσεις παγίου κεφαλαίου προς την ακαθάριστη προστιθέμενη αξία, ήταν 17,5% σε σύγκριση με 20,7% το δεύτερο τρίμηνο του 2011.
Οι εισαγωγές περιορίστηκαν κατά 1,9 δισ. ευρώ σε 15,4 δισ. ευρώ, ενώ οι εξαγωγές αγαθών και υπηρεσιών μειώθηκαν κατά 400 εκατ. ευρώ σε 12,8 δισ. ευρώ.
Οι καθαρές δανειακές ανάγκες της Γενικής Κυβέρνησης ανέρχονταν σε 4,2 δισ. ευρώ το δεύτερο τρίμηνο του 2012, από 7,2 δισ. ευρώ πέρυσι, ενώ οι καθαρές δανειακές ανάγκες του συνόλου της οικονομίας απέναντι στην αλλοδαπή ήταν 2,4 δισ. ευρώ.
Σε σχέση με το δεύτερο τρίμηνο 2011, οπότε και οι δανειακές ανάγκες ανέρχονταν σε 6,1 δισ. ευρώ, υπήρξε μείωση του καθαρού δανεισμού, λόγω της μείωσης του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου και της αύξησης των καθαρών εισοδημάτων και των τρεχουσών και κεφαλαιακών μεταβιβάσεων που λαμβάνονται από την αλλοδαπή.