Πέμπτη
25 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4967RSS FEED
Οι πληγές του ελληνικού τουρισμού
Γράφει η
Μαρία Μαλακασιώτου
«Στη χώρα μας, με αναπτυγμένο τον τριτογενή τομέα της οικονομίας, ο τουρισμός  αποτελεί όχι μόνο μία πλουτοπαραγωγική πηγή εισροής συναλλάγματος αλλά και έναν καθοριστικό παράγοντα,  που διαμορφώνει την κοινωνική και πολιτιστική μας φυσιογνωμία. Με γνώμονα, λοιπόν, το συμφέρον και την ανάδειξη της  χώρας μας ο τουρισμός έχει εξελιχθεί σε ολόκληρη βιομηχανία με συγκροτήματα τουριστικών γραφείων, καθώς η πατρίδα μας με τις φυσικές καλλονές, τον ήλιο, τη θάλασσα και τα μνημεία αποτελεί πόλο έλξης για τους ξένους».

O τουρισμός αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους κλάδους της ελληνικής οικονομίας, λόγω της υψηλής συμμετοχής του στο ΑΕΠ της χώρας (15,5% για το 2010)  αλλά και της ακόμη υψηλότερης στον τομέα της απασχόλησης (19% για το 2010). Με βάση  στοιχεία που ήδη έχουν δημοσιοποιηθεί,  ο τουρισμός δημιουργεί απασχόληση σε ένα ευρύτερο φάσμα δραστηριοτήτων, σε διαφορετικά επίπεδα γνώσεων και ειδίκευσης και, κυρίως, στους νέους και στην περιφέρεια.

Ταυτόχρονα είναι γνωστό ότι είναι πολύ σημαντικός ο ρόλος του στην κάλυψη μεγάλου μέρους του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου της χώρας, ειδικά στην παρούσα δύσκολη οικονομικά περίοδο.

Άλλωστε κάθε ευρώ που καταναλώνεται στον τουρισμό,  δημιουργεί υπερδιπλάσια δευτερογενή κατανάλωση και στην υπόλοιπη οικονομία.

Δυστυχώς, όμως, η κερδοσκοπία που κυριαρχεί στην ελληνική κοινωνία, θέτει  στο περιθώριο τις περισσότερες φορές βασικές αρχές και ηθικές αξίες και οδηγεί σε λανθασμένη εκμετάλλευση του τουρισμού από όλους αυτούς που ασχολούνται με τον τόσο σημαντικό για την ελληνική κοινωνία τομέα. Μία λανθασμένη εκμετάλλευση που, αντί να αποτελεί «τονωτική ένεση» για τη χώρα μας,  μετατρέπεται σε πηγή ποικίλων προβλημάτων,  ιδιαίτερα ζημιογόνων μάλιστα για τις τουριστικές περιοχές μας αλλά και την οικονομία μας.

Δείγματα της λανθασμένης αξιοποίησης του μεγάλου προνομίου που διαθέτουμε να αποτελούμε τουριστική χώρα,  αποτελούν όλα αυτά τα δυσάρεστα φαινόμενα που παρουσίασαν τις τελευταίες μέρες τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων και έκαναν το γύρο του κόσμου. Φαινόμενα που λαμβάνουν χώρα όχι μόνο στις γραφικές περιοχές της χώρας μας και στα κοσμοπολίτικα νησιά αλλά και στα μεγάλα ελληνικά λιμάνια και αεροδρόμια.

Τουρίστες,  που στηρίζουν οικονομικά τη χώρα μας με το συνάλλαγμά τους αλλά και που έρχονται αντιμέτωποι με τις απεργίες και τα κρούσματα αισχροκέρδειας, ακόμη και τώρα που η χώρα μας αντιμετωπίζει την οικονομική ύφεση και έχει την ανάγκη αντιμετώπισης της, αξιοποιώντας το τουριστικό, κυρίως, προϊόν. 

Είναι κρίμα, όμως, να «ταξιδεύουν» σ΄ όλον τον κόσμο εικόνες απίστευτης ταλαιπωρίας τουριστών, που σέρνουν τις αποσκευές τους για ώρες λόγω της απεργίας των ταξιτζήδων.  Είναι κρίμα αυτοί που χειρίζονται τις τύχες  μας να μην μπορούν να δώσουν άμεσα λύσεις και να χρειάζονται οι παρεμβάσεις των περιφερειαρχών,  για να μπορέσουμε επιτέλους να σώσουμε τουριστικά έστω και τον Αύγουστο για τη χώρα μας.  

Όλα αυτά τα φαινόμενα δεν αποτελούν απλά και μόνο τροφή ειδήσεων για τα τηλεοπτικά δελτία ειδήσεων σε περίοδο «ειδησεογραφικής νηστείας». Αποτελούν και πηγή δυσφήμισης για τη χώρα μας,  που στηρίζεται στον τουρισμό εδώ και πάμπολλα χρόνια και που περιμένει την τουριστική περίοδο για την οικονομική της ανάκαμψη.

Τα προβλήματα

Αν και ο τουρισμός τα τελευταία  χρόνια αποτελεί για την Ελλάδα έναν από τους σημαντικότερους πυλώνες ανάπτυξης, αντιμετωπίζει παράλληλα πολλά και χρονίζοντα προβλήματα. Παρόλο που  48 διαφορετικά πρόσωπα έχουν περάσει από την πολιτική ηγεσία του ελληνικού τουρισμού στο διάστημα 1992-2011,  δεν έχει καταφέρει ακόμη κανείς να αντιμετωπίσει με επιτυχία τα προβλήματα αυτά και να δώσει την απαιτούμενη ώθηση στον τουρισμό.

Ο ελληνικός τουρισμός «βασανίζεται», λοιπόν, από τον εποχικό και γεωγραφικό συγκεντρωτισμό του προσφερόμενου προϊόντος και την πολύ αργή προσαρμογή του στις νέες συνθήκες, τόσο από την πλευρά της ζήτησης όσο και του περιφερειακού ανταγωνισμού. Ταυτόχρονα την «ελλειμματική» εικόνα του τουρισμού μας συνθέτουν οι ανεπαρκείς συγκοινωνιακές συνδέσεις, οι περιορισμένες υποδομές,  η πολύπλοκη και χρονοβόρα γραφειοκρατία, οι υψηλές, κατά τους τουρίστες, τιμές του τουριστικού προϊόντος και βέβαια  η χαμηλή ανταγωνιστικότητα.

Παράλληλα σημαντικό ρόλο στην αδυναμία ουσιαστικής αξιοποίησης του τουριστικού προϊόντος διαδραματίζουν και φαινόμενα, όπως η χαμηλή ποιότητα των παρεχομένων υπηρεσιών, η περιβαλλοντική υποβάθμιση των προορισμών από την ανεξέλεγκτη δόμηση, η μείωση της πληρότητας και των εσόδων των μονάδων αλλά και η υψηλή εποχικότητα, φαινόμενα που αλλοιώνουν τη σωστή λειτουργία του τουρισμού.

Στο σημείο αυτό ιδιαίτερη αναφορά πρέπει να γίνει βέβαια και στα υψηλά κρούσματα αισχροκέρδειας,  που παρατηρούνται και προβληματίζουν  τους τουρίστες. Αρκετοί είναι, κατά κοινή ομολογία,  οι επαγγελματίες της χώρας μας που αντιμετωπίζουν την έλευση των τουριστών ως εκμεταλλεύσιμο και όχι ως αξιοποιήσιμο γεγονός, με αποτέλεσμα να συντελούν με τη δράση τους στη δυσφήμιση της χώρας μας.

Οι Προϋποθέσεις

Τα χρονίζοντα αυτά προβλήματα και οι κακές επιδόσεις των  τελευταίων ετών λόγω των απεργιακών κινητοποιήσεων διαφόρων κλάδων, σε συνδυασμό με την άνοδο των ανταγωνιστών μας και κυρίως με το έλλειμμα ουσιαστικής τουριστικής πολιτικής στην Ελλάδα, επιβεβαιώνουν την ανάγκη για δραστικές παρεμβάσεις στον τουρισμό.

Οι στόχοι της τουριστικής ανάπτυξης έχουν συχνά επισημανθεί και επικεντρώνονται, κυρίως, στην αειφόρο και ισόρροπη ανάπτυξη της χώρας, στην ανάδειξη των φυσικών, πολιτιστικών, οικονομικών και κοινωνικών ιδιαιτεροτήτων των περιφερειών, στην ποιοτική περιβαλλοντική αναβάθμιση, στη θεματική, χρονική και χωρική διεύρυνση της τουριστικής δραστηριότητας, και βέβαια στη βελτίωση και στην  ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας του ελληνικού τουριστικού προϊόντος.

Για να γίνουν όλα αυτά, όμως, προϋποθέτεται η υπέρβαση θεσμικών παραγόντων,  οι οποίοι περιορίζουν το χρόνο άφιξης των τουριστών κατά κύριο λόγο στους καλοκαιρινούς μήνες (σχολικές διακοπές, άδειες εργαζομένων).

Η υπέρβαση αυτή προϋποθέτει τον εντοπισμό νέων και εποικοδομητικών τουριστικών αγορών (συνταξιούχοι, επαγγελματικός και συνεδριακός τουρισμός, αγροτουρισμός),  οι οποίες δεν θα υπόκεινται σε περιορισμούς. Και, βέβαια,  απαιτείται η  επανατοποθέτηση του ελληνικού τουρισμού στην αντίληψη των καταναλωτών-τουριστών αλλά και των διεθνών τουριστικών πρακτόρων.

Οι στόχοι αυτοί μπορεί να επιτευχθούν με τη συνεργασία της πολιτείας και των εκπροσώπων του κλάδου μέσα από τον μακροχρόνιο στρατηγικό σχεδιασμό αξιοποίησης του ελληνικού τουρισμού.

Μεταξύ άλλων,  θα πρέπει να αναδειχθούν τα πλούσια φυσικά χαρακτηριστικά των διάφορων περιοχών της χώρας μας  που παραμένουν αναξιοποίητα, να δοθεί έμφαση στην προσέλκυση νέων ομάδων τουριστών,  να προωθηθούν ήπιες και εναλλακτικές μορφές τουρισμού, και όπως οι ειδικοί υποστηρίζουν «να ληφθούν μέτρα μετριασμού του περιβαλλοντικού αποτυπώματος λειτουργίας των τουριστικών μονάδων».

Με δεδομένη τη διαχρονική αδυναμία της πολιτείας να αντιληφθεί τη σημασία του τουρισμού και όχι μόνο να χαράξει αλλά και  να  υλοποιήσει  μία εποικοδομητική στρατηγική, αναγκαία είναι και η ουσιαστική  δράση του ιδιωτικού τομέα. Μία δράση που θα επιταχύνει τις διαδικασίες στο θέμα των υποδομών, της ανακύκλωσης, της αναβάθμισης υπηρεσιών αλλά και της αλλαγής νοοτροπίας.

Αναμφισβήτητα η χαμηλή ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας δεν αντιμετωπίζεται με την αύξηση της ποσότητας, αλλά με στροφή στη βελτίωση της ποιότητας των προσφερόμενων αγαθών και υπηρεσιών. Το ελληνικό τουριστικό προϊόν χρειάζεται βαθιές τομές τόσο όσον αφορά στην ανάπτυξή του όσο και στην ουσιαστική και αποτελεσματική προβολή του.

Δυστυχώς, δεν έχει προηγηθεί ένας ολοκληρωμένος επικοινωνιακός και διαφημιστικός σχεδιασμός, με αποτέλεσμα  η διαφήμιση να γίνεται τυχαία και περιστασιακά. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα η τουριστική προβολή μας να είναι σε σχέση με άλλες μεσογειακές χώρες ανύπαρκτη και παθητική.

Η Ελλάδα εκτός από την πλούσια πολιτιστική της παράδοση και ιστορία, διαθέτει μία σειρά μοναδικών πλεονεκτημάτων, όπως είναι το υπέροχο κλίμα, οι πεντακάθαρες παραλίες, η φιλοξενία, η γεωπολιτική της ποικιλομορφία αλλά και η αυθεντικότητα. Σε συνδυασμό μάλιστα με το φυσικό περιβάλλον, μπορούν να κάνουν την Ελλάδα ασυναγώνιστη, αποτελώντας  έναν δωδεκάμηνο προορισμό για τους τουρίστες.

Η επισήμανση των προβλημάτων και η περιγραφή των λύσεων δεν έχουν δώσει τη θέση τους, όμως, έως τώρα  σε μια συνεκτική πολιτική,  που να αντιμετωπίζει με επιτυχία τα προβλήματα αυτά και να μετατρέψει τον τουρισμό σε κινητήριο μοχλό ανάπτυξης της χώρας μας.

Η άποψη

Οι ευθύνες για την αδυναμία αξιοποίησης του τουριστικού προϊόντος ανήκουν αναμφισβήτητα  σε όλους όσοι ασχολούνται με τον τουρισμό. Σε όλους αυτούς  που  τόσα χρόνια αδιαφορούσαν για την παροχή σωστών υπηρεσιών στους αξιοπρεπείς τουρίστες,  με αποτέλεσμα η χώρα μας τα τελευταία χρόνια να κατακλύζεται από πλημμυρίδα «αλητοτουριστών» .

Για μία ακόμη φορά η πίεση της ανεξέλεγκτης και βέβαια ανεύθυνης ιδιωτικής πρωτοβουλίας προώθησε την ανάδειξη των μέχρι πρότινος εγκαταλελειμμένων τοπικών κοινωνιών σε κοσμοπολίτικες περιοχές,  αδιαφορώντας για τον παραδοσιακό τους χαρακτήρα και εγκαθιδρύοντας νέες νοοτροπίες ιδιαίτερα επικίνδυνες για τα ήθη και έθιμά μας. 

Κανείς δεν μπορεί να αμφισβητήσει ότι πριν κάποια χρόνια οι ξένοι που επισκέπτονταν τη χώρα μας διακατέχονταν από ρομαντική διάθεση, αρχαιογνωσία και θαυμασμό για την κλασική εποχή σε συνδυασμό με το σεβασμό για τη σύγχρονη Ελλάδα. Παρακινημένοι από το δέος που ένιωθαν για την αρχαία Ελλάδα έρχονταν στον τόπο μας και η επαφή τους με το αρχαίο ένδοξο παρελθόν στηριζόταν σε απόλυτο σεβασμό.

Δεν ήταν, λοιπόν, απλοί τουρίστες αλλά περιηγητές και από την περιήγησή τους αναζητούσαν όχι τόσο υλικές αλλά κυρίως πνευματικές και ψυχικές απολαύσεις. Με την άφιξη τους τόνωναν την οικονομία και βέβαια διαφήμιζαν την ελληνική ιστορία στο εξωτερικό. Ήταν όλοι αυτοί που χάρη στο ενδιαφέρον τους για τις φυσικές και πολιτισμικές μας ομορφιές ενίσχυσαν την ελληνική κοινωνία,  δημιουργώντας νέες θέσεις εργασίας και περιορίζοντας τα φαινόμενα εσωτερικής αλλά και εξωτερικής μετανάστευσης.

Από τη στιγμή, όμως, που κάποιοι θέλησαν να μετατρέψουν τον τουρισμό σε βιομηχανία και στήριξαν την τουριστική ανάπτυξη στην πλήρη εμπορευματοποίηση και στην αισχροκέρδεια,  το μόνο που μας απέμεινε είναι οι τουρίστες που δεν διαθέτουν ούτε τα απαραίτητά για να μπορέσουν να διαβιώσουν στη χώρα μας κατά τη διάρκεια των καλοκαιρινών διακοπών τους.

Η επίσκεψη τους στη χώρα μας δεν είναι αποτέλεσμα πνευματικής και ψυχικής ανάγκης αλλά της απλής επιθυμίας τους για αλλαγή και εκτόνωση. Για τη νέα γενιά τουριστών στη χώρα μας  είναι εμφανές ότι καθοριστικό ρόλο έπαιξε η αναζήτηση του εύκολου πλουτισμού,  που εξώθησε στη βεβήλωση της αισθητικής του τοπίου αλλά και στη δημιουργία ανεπανόρθωτων πληγμάτων στην ιστορική και οικολογική φυσιογνωμία της πατρίδας μας.

Γιατί εμείς οι ίδιοι είμαστε υπεύθυνοι για τους τουρίστες που καταφθάνουν στη χώρα μας και για όλους αυτούς που πλέον μας εγκαταλείπουν,  προτιμώντας τα παράλια της γειτονικής μας Τουρκίας αλλά και της Ισπανίας. Και σαν να μην έφτανε αυτό και εμείς οι ίδιοι τρομάζοντας πλέον από τα κρούσματα αισχροκέρδειας αλλά και τα φαινόμενα αλητοτουρισμού επιλέγουμε ολοένα και περισσότερο  καλοκαιρινές διακοπές στο εξωτερικό ή σε μικρά γραφικά νησιά που διαθέτουν ακόμη τη φυσική τους ομορφιά αλλά και την ηρεμία τους αποφεύγοντας τις κοσμοπολίτικες περιοχές που θεωρούνται ιδιαίτερα «επικίνδυνες» και για την υγεία αλλά και για την «τσέπη» μας .

Επειδή, όλοι γνωρίζουμε ότι ο τουρισμός είναι η πιο προσοδοφόρα πηγή, κάποια στιγμή θα πρέπει να ξυπνήσουμε και να πιέσουμε με στόχο την ύπαρξη ενός νέου μοντέλου τουριστικής ανάπτυξης, που,  χωρίς βέβαια να παραβλέπει την οικονομική παράμετρο,  θα συνυπολογίζει την ανθρωπιστική, την πολιτιστική και την περιβαλλοντική πτυχή της.

Μόνο με τον τρόπο αυτό θα περιοριστούν τα κρούσματα κακόγουστης δόμησης, κατακλυσμού από «τουριστικά συγκροτήματα»  αλλά και άφιξης των «πολιτισμένων» και βάρβαρων τουριστών που προσδίδουν στα περισσότερα ελληνικά νησιά το χαρακτήρα της αναξιοποίησης, της κακοποίησης και της εξαχρείωσης. Για να προωθηθεί ο «υγιής» τουρισμός απαραίτητο είναι να εκδηλωθεί πρωταρχικά σεβασμός στους ίδιους τους Έλληνες,  που διαρκώς στηρίζουν την ελληνική κοινωνία,  και στη συνέχεια στους ξένους τουρίστες που την τονώνουν μόνο κατά τη διάρκεια των διακοπών τους.

Μόνο με τον τρόπο αυτό άλλωστε θα εκδηλωθεί σεβασμός προς την ίδια τη χώρα μας αλλά και την πολιτιστική της κληρονομιά. Αναμφισβήτητα χρειάζεται αλλαγή νοοτροπίας. Μία νοοτροπία που θα στηρίζεται στο σεβασμό προς την ίδια μας την ιστορία και όχι βέβαια στο κέρδος.

Λίγοι είναι οι πολιτικοί στην Ελλάδα που έχουν αντιληφθεί μέχρι τώρα την πραγματική λειτουργικότητα του τουρισμού. Οι περισσότεροι τονίζουν πόσο σημαντικός είναι ο τουρισμός, αλλά δυστυχώς μένουν σε απλές εξαγγελίες και δεν προχωρούν σε πράξεις.  Τις περισσότερες φορές μάλιστα  είτε αδιαφορούν ή  ενεργούν απλά προς άγραν εντυπώσεων και ψήφων. Και ή ίδια η πολιτεία οφείλει, λοιπόν,  να στηρίξει όχι τον ποσοτικό αλλά τον ποιοτικό τουρισμό,  που θα εκτείνεται σε όλη τη χώρα και σε όλη τη διάρκεια του χρόνου.

Μόνο έτσι θα είμαστε σε θέση να δώσουμε την κατάλληλη και απαραίτητη ώθηση στην μοναδική και τόσο σημαντική βαριά βιομηχανία της Ελλάδας, την τουριστική και την ξενοδοχειακή.

Γιατί η Ελλάδα δεν έχει ανάγκη από δυσφήμιση αλλά διαφήμιση! Γιατί ο τουρισμός αποτελεί την καλύτερη «προπαγάνδα» για τις ελληνικές θέσεις στις διεθνείς εξελίξεις!

Γιατί η χώρα μας αποτελεί μία χώρα που όλοι «οφείλουν» να επισκεφτούν!