Σαν δύσπνοια περιγράφεται δυσάρεστο αίσθημα ασφυξίας – δυσφορίας και όχι άνετης αναπνοής.
Η υποκείμενη αίσθηση «πνιγμονής» το υποκείμενο αίσθημα ότι «μου λείπει αέρας» το πολλές φορές αναφερόμενο σύμπτωμα «βάρος στο στήθος» χαρακτηρίζει την δύσπνοια και αποτελεί κατά κάποιο τρόπο και τον ορισμό της.
Η δύσπνοια είναι ένα «φυσιολογικό» σύμπτωμα μετά από έντονη και βαρειά σωματική άσκηση ή κόπωση.
Η δύσπνοια έχει πολλαπλές αιτίες (καρδιακές – πνευμονικές νόσοι), αλλά και υποκειμενική προβολή και εκτίμηση σε κάθε άτομο.
Πολλές φορές σαν αιτιολογία, υπόστρωμα της δύσπνοιας, υπάρχουν συνδυασμοί νοσημάτων.
Η δύσπνοια είναι σύμπτωμα και όποτε εμφανίζεται πρέπει να βρεθεί το αίτιο ή τα αίτια τα οποία την προκαλούν.
Σε ποσοστό 85% η δύσπνοια οφείλεται σε παθολογικά αίτια (νοσήματα).
Η δυσκολία αναπνοής είναι πολύ συχνή στους ασθενείς που πάσχουν από Χ.Α.Π. (Χρόνια Αποφρακτική Νόσο – Πνευμονοπάθεια*), κυρίως κατά τη φάση εξάρσεων της νόσου.
*Η Χ.Α.Π. περιλαμβάνει : 1) το χρόνιο βρογχικό άσμα, 2) τη χρόνια βρογχίτιδα, 3) το πνευμονικό εμφύσημα.
Η παθοφυσιολογική βάση που προκαλεί τη δυσφορία της δύσπνοιας αποδίδεται στη δυσκολία δυνατότητας να πάρει το άτομο βαθειά αναπνοή.
Η αναπνοή αποτελεί σύνολο διεργασιών και λειτουργιών του ανθρώπινου οργανισμού όπως, τάση οξυγόνου στο περιβάλλον – συνεργασία των διάφορων αναπνευστικών μυών – διάρκεια ερεθισμού και τάσης αναπνευστικών μυών – ακεραιότητα λειτουργική ικανότητας κεντρικού και περιφερικού Νευρικού Συστήματος.
Η φυσιολογική λειτουργία της αναπνοής, των αναπνευστικών κινήσεων (εισπνοή, εκπνοή), της ανταλλαγής των αερίων (οξυγόνο : O2 – διοξείδιο του άνθρακα : CO2, που γίνεται στις κυψελλίδες των πνευμόνων) αποτελεί συνεργασία και αλληλοεξάρτηση πολλών συστημάτων και οργάνων του οργανισμού (νευρικού συστήματος – εγκέφαλου – αναπνευστικών μυών – ειδικών υποδοχέων πνευμονικού ιστού).
Η αναπνευστική λειτουργία και οι ανάγκες σε οξυγόνωση του οργανισμού εξαρτώνται από τις μεταβολικές ανάγκες κατανάλωσης κυρίως O2, έτσι ώστε να διατηρηθεί επίπεδο κίνησης, ενέργειας, του οργανισμού.
Η αναπνοή στο φυσιολογικό άνθρωπο εμφανίζει δύο φάσεις, 1η φάση : είναι η εισπνοή (εισπευστική φάση), 2η φάση η εκπνευστική δηλαδή, εισπνοή, εκπνοή.
Η εισπνοή, εκτελείται εκούσια – με τη θέλησή μας.
Η εκπνοή, γίνεται ακούσια – χωρίς τη θέλησή μας.
Κατά τη φυσιολογική λειτουργία της αναπνοής το ποσό του εισπνεόμενου αέρα είναι 6 L/min.
Δύσπνοια, προκαλείται όταν οι ανάγκες για οξυγόνο υπερβαίνουν τη λειτουργικότητα των πνευμόνων.
Ανάλογα με τα αίτια που την προκαλούν η δύσπνοια, χωρίζεται :
Σε ποσοστό 85% η δύσπνοια οφείλεται : σε άσθμα – πνευμονία – ισχαιμία μυοκαρδίου – καρδιακή ανεπάρκεια – χρόνια αποφρακτικά νοσήματα πνευμόνων (χρόνια βρογχίτιδα – εμφύσημα – βρογχεκτασία) – ψυχογενή αίτια (εφ’ όσον αποκλειστούν όλα τα παθολογικά αίτια!!!).
ΔΙΑΒΑΘΜΙΣΕΙΣ – ΣΤΑΔΙΑ ΔΥΣΠΝΟΙΑΣ
ΣΤΑΔΙΟ Ο | Καμμία εμφάνιση δύσπνοιας παρά μόνον μετά έντονη άσκηση. |
ΣΤΑΔΙΟ 1 | Δύσπνοια η οποία προκαλείται ανεβαίνοντας σκάλες ή ανηφορικό δρόμο. |
ΣΤΑΔΙΟ 2 | Δύσπνοια η οποία προκαλεί μείωση ταχύτητας βάδισης ή διακοπή βάδισης μετά 10΄-15΄ βάδισης. |
ΣΤΑΔΙΟ 3 | Στάση βάδισης μετά από μερικά λεπτά σε μη ανώμαλο δρόμο. |
ΣΤΑΔΙΟ 4 | Παραγωγή δύσπνοιας σε προσπάθειες καθημερινότητας (ντύσιμο – πόση ποτηριού ύδατος). |
Η δύσπνοια όπως προαναφέρθηκε, ξεχωρίζει σε εκπνευστική και εισπνευτική. Η εκπνευστική δύσποινα, χαρακτηρίζει το βρογχικό άσθμα το οποίο προκαλείται από σπασμό των βρογχιλίων (μικρών σε διάμετρο βρόγχων των πνευμόνων).
Εισπνευστική δύσπνοια (δύσπνοια κατά την εισπνοή) : εμφανίζεται σε κακοήθη νοσήματα των πνευμόνων.
Μικτή δύσπνοια (εισπνευστική και εκπνευστική) : χαρακτηρίζει την καρδιακή κάμψη, καρδιακή ανεπάρκεια. Χαρακτηριστικό είναι ότι τα καρδιακά συμβάντα (πνευμονικό οίδημα – καρδιακό άσθμα) εμφανίζονται κατά τις νυκτερινές ώρες.
Υπάρχουν προδιαθετικοί Παράγοντες για εμφάνιση δύσπνοιας; |
Ναι, όπως :
Αίτια δύσπνοιας
ΦΥΣΙΚΗ ΕΞΕΤΑΣΗ – ΔΙΑΓΝΩΣΗ
Η λήψη λεπτομερούς ιστορικού (οικογενειακού – αναμνηστικού) είναι απολύτως απαραίτητη.
Η φυσική εξέταση του ασθενούς :
Οι κύριες αιτίες δύσπνοιας αποτελούν τα καρδιακά και τα πνευμονικά νοσήματα. |
Θεραπεία δύσπνοιας
Διάγνωση και θεραπευτική αντιμετώπιση της αιτίας η των αιτίων που προκαλούν τη δύσπνοια. Η υποξαιμία που προκαλείται από τη δύσπνοια αντιμετωπίζεται με χορήγηση Ο2 (οξυγόνου) ώστε να υπάρχει μερική τάση αρτηριακού Ο2 >= 88% ώστε να παρέχεται το κατάλληλο Ο2 στους ιστούς.
Ο κορεσμός Ο2 πρέπει να διατηρηθεί > 93% αν υπάρχει έμφραγμα μυοκαρδίου ή εγκεφαλική ισχαιμία. Η χορήγηση μορφίνης απαγορεύεται στη Χ.Α.Π.