Πιθανώς ο παράλυτος δεν γνώριζε την αιτία της ελεεινής του κατάστασης. Αλλά ήξερε πόσο πολύ ποθούσε τη θεραπεία του. Πράγμα που συμμερίζονταν και οι τέσσερις φίλοι του. Οι οποίοι, όταν πληροφορήθηκαν τον ερχομό του Χριστού στην Καπερναούμ, έσπευσαν να τον μεταφέρουν στο σπίτι, όπου δίδασκε. Αλλά βρήκαν ένα πλήθος τόσο μεγάλο, ώστε τους ήταν αδύνατο να μπουν από την πόρτα. Το γεγονός όμως αυτό δεν έκαμψε καθόλου την αποφασιστικότητά τους. Με αποτέλεσμα να μην διστάσουν να ανεβούν στη στέγη, προκειμένου να αφαιρέσουν την κεραμοσκεπή και τις ξυλοδεσιές και να κατεβάσουν από εκεί τον παράλυτο.
Ο Χριστός έμεινε κατάπληκτος απ’ το παράτολμο εγχείρημά τους. Αλλά, ενώ όλοι περίμεναν να θεραπεύσει τον παράλυτο, ο Χριστός διέψευσε, προς στιγμήν, τις προβλέψεις τους. Δεδομένου ότι, προκειμένου να θεραπεύσει την παράλυσή του, θεώρησε απαραίτητο να επισημάνει πρώτα την παραλυσία του. Να θυμίσει, δηλαδή στον παράλυτο, αλλά και σε όλους τους ανθρώπους όλων των εποχών ότι ο καθένας άνθρωπος, εκτός από το ορατό σώμα, έχει και την αόρατη ψυχή. Και, ενώ το σώμα μας το περιποιούμαστε, το καθαρίζουμε, και το γιατρεύουμε, όταν αρρωστήσει, απέναντι στην ψυχή μας συμπεριφερόμαστε ωσάν να μην υπάρχει. Παρότι και αυτή μπορεί να υποφέρει το ίδιο και ίσως πολύ περισσότερο από το σώμα. Και να έχει μεγαλύτερη ανάγκη απ’ τη φροντίδα μας, προκειμένου να καθαριστεί και να θεραπευτεί. Γιατί τα δικά της αόρατα παθήματα και αρρωστήματα, εφόσον τ’ αφήνουμε να πυορροούν ανίατα, γίνονται αιτίες για τα ορατά αρρωστήματα του σώματός μας. Γι’ αυτό είπε στον παραλυτικό: «Παιδί μου, συγχωρούνται οι αμαρτίες σου»! Γεγονός, που, όχι μόνο δεν ικανοποίησε τις προσδοκίες τους, αλλά σκανδάλισε και τους γραμματείς και τους φαρισαίους, οι οποίοι είχαν γίνει σκιά του και τον παρακολουθούσαν, προκειμένου να στοιχειοθετήσουν τις απαραίτητες, για να φτάσουν στον αντικειμενικό σκοπό τους, κατηγορίες: «Πώς τολμάει, σκέφτηκαν, αυτός να ξεστομίζει τέτοιες βλασφημίες! Αφού η συγχώρηση των αμαρτιών είναι αποκλειστικό δικαίωμα του Θεού»…
Ο Χριστός όμως, που διάβασε τις σκέψεις τους, στράφηκε προς αυτούς και τους είπε: «Γιατί σκέφτεστε κατ’ αυτόν τον τρόπο; Ποιο έχει προτεραιότητα στη θεραπεία του παραλύτου; Το σώμα του ή η ψυχή του; Και ποιος σας είπε ότι δεν έχω δικαίωμα, όχι μόνο εγώ, αλλά και ο καθένας άνθρωπος να συγχωρεί αμαρτίες; Κι όχι μόνο δικαίωμα, αλλά και υποχρέωση, προκειμένου και ο Θεός να συγχωρήσει τις δικές του αμαρτίες»! Πράγμα άλλωστε που τόνισε ο Χριστός και στην «επί του όρους ομιλία» του (Ματθαίου: ΣΤ: 14-15), αλλά και στο «Πάτερ ημών» με το «άφες ημίν τα οφειλήματα ημών, ως και ημείς αφίεμεν τοις οφειλέταις ημών»(Ματθαίου: ΣΤ: 12).
Ενδεχομένως όμως οι γραμματείς και οι φαρισαίοι να σκέφτηκαν επιπλέον ότι η συγχώρηση των αμαρτιών του παραλύτου εκ μέρους του Χριστού να ήταν μία υπεκφυγή, επειδή δεν μπορούσε να πραγματοποιήσει τη θεραπεία του. Γι’ αυτό και ο Χριστός έρχεται να επιβεβαιώσει το δικαίωμά του να συγχωρεί αμαρτίες, με τη θεραπεία του παραλύτου: «Για να καταλάβετε, τους είπε ότι έχω δικαίωμα να συγχωρώ αμαρτίες, λέει στον παράλυτο: «Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου»! Κι εκείνος γεμάτος υγεία και ζωή πήρε το κρεβάτι του και διασχίζοντας το πλήθος, που πρωτύτερα δεν του επέτρεπε την είσοδο, έφυγε για το σπίτι του. Προκαλώντας, όπως ήταν επόμενο, ενθουσιώδεις εκδηλώσεις θαυμασμού του πλήθους για τα πρωτοφανή, που έβλεπαν τα μάτια τους. Όμως…
Δεν αποτελεί μήπως η περίπτωση του παραλύτου της ευαγγελικής περικοπής ακριβή, σχεδόν απεικόνιση της τωρινής ελληνικής πραγματικότητας; Ή μήπως η πατρίδα μας και εκατομμύρια ελληνικά νοικοκυριά δεν δίνουν την εικόνα παραλύτων; Ή μήπως ακόμη η παράλυση αυτή δεν είναι αποτέλεσμα της πολλαπλής μας παραλυσίας!
Αλλά ενδεχομένως κάποιοι στο σημείο αυτό να διαμαρτυρηθούν και να πούνε: Δεν φανταζόμαστε να εννοείς ότι κι εμείς «τα φάγαμε μαζί» με τους τόσους «πάγκαλους» χρυσοκάνθαρους, που τόσα χρόνια εξαντλούσαν πάνω μας την παραλυσία τους, προκειμένου να πλέξουν για μας και την πατρίδα μας την αγχόνη του χρέους; Ή μήπως επαναλαμβάνεις το τροπάριο κάποιων θρησκευάμενων, που σε κάθε περίπτωση μας «κοπανάνε» ότι για την κατάστασή μας αυτή φταίνε οι αμαρτίες μας.
Σ’ έναν τέτοιο αντίλογό θα είχα ν’ απαντήσω ότι ασφαλώς και φταίνε οι αμαρτίες μας. Και δεν εννοώ μόνο τις προσωπικές αμαρτίες του καθενός μας, που βέβαια τις ξέρει και θα τις κρίνει ο Θεός, αλλά κυρίως και προπάντων τις «δημόσιες», όπως θα έλεγε και ο Σεφέρης, αμαρτίες.
Και πάνω απ’ όλες την πηγή και ρίζα όλων των αμαρτιών, το μέγιστο και βαρύτερο όλων των αμαρτημάτων, που είναι η αδικία. Της οποίας εμείς και οι «πνευματικοί» μας πατέρες περιθωριοποιήσαμε το πρόβλημα και εμπιστευτήκαμε την επίλυσή του στην ασυδοσία πολιτικών απατεώνων. Που σημαίνει ότι μπορεί να μην αδικήσαμε σε προσωπικό επίπεδο, αλλά αδικήσαμε στο συλλογικό. Αφού τόσα χρόνια στηρίζαμε και μάλιστα με πάθος τα κόμματα της «λαμογιάς» και της «προδοσίας». Τη στιγμή, που αυτοί μαζί με τους διεθνείς δολοφόνους έσκαβαν με την παραλυσία τους το λάκκο σε μας και στην πατρίδα μας!
Και ασφαλώς δεν χρειάζεται τώρα πια φιλοσοφία, για να καταλάβουμε ότι ο μοναδικός δρόμος, προκειμένου να βρούμε τη θεραπεία μας και την ελευθερία μας, εμείς και η πατρίδα μας, είναι αυτός, που οδηγεί στον Ήλιο της Δικαιοσύνης! Και κανένας άλλος. Αυτός που ακολούθησαν και οι αχθοφόροι του παραλύτου…
https://papailiasyfantis.wordpress.com
yfantis.ilias@gmail.com