Πέμπτη
25 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4967RSS FEED
ΕΝΑ ΣΗΜΑΝΤΙΚΟ ΑΡΘΡΟ ΑΠΟ ΤΗ ΡΑΝΤΙΚΑΛΙστανμπούλ-ΚωνσταντινούποληΟ κ. Ερντογάν απειλεί θεούς και δαίμονες. Ετοιμάζεται να επισκεφθεί την Αίγυπτο, την Τυνησία και τη Λιβύη για να συνάψει σχέσεις με τα νέα κυβερνητικά καθεστώτα. Πιθανότατα θα ζητήσει τη συνεργασία ή την ανοχή τους για την υλοποίηση των οραμάτων του… Μπαρμπαρόσα!

Από την άλλη ο Πρόεδρος Γκιουλ  επισκέπτεται τη Ρωσία  όπου θα κάνει μια διάλεξη με θέμα « Σύγχρονο κράτος και πολυπολιτισμικότητα». Ασφαλώς ο κ.Γκιουλ είναι ο καταλληλότερος άνθρωπος για να μιλήσει για τον αφανισμό της πολυπολιτισμικότητας και όχι για την συμβολή της στο σύγχρονο κράτος.

Πίσω από αυτό το προπέτασμα σίγουρα θα γίνουν και κάποιες πιο σημαντικές συνομιλίες τις οποίες θα πληροφορηθούμε αργότερα. Προς το παρόν θα θέλαμε  να υπενθυμίσουμε στον κ.Γκιουλ ένα άρθρο του Ορχάν Κεμάλ Τζενγκίζ που δημοσιεύτηκε στην εφημερίδα Ραντικάλ με τίτλο «Ιστανμπούλ-Κωνσταντινούπολη», για να το επικαλεστεί στην ομιλία του:

«Όταν μια χώρα αποκτήσει πλήρη συνείδηση, δεν θα έχει φανατικούς εθνικιστές. Μια χώρα με αυτοπεποίθηση και εμπιστοσύνη στον εαυτό της δεν αρνείται το ιστορικό παρελθόν της.

Όταν ήμουν μικρός ζούσαμε στη Μάνισα σε ένα «ελληνικό σπίτι». Διέφερε από τα γειτονικά σπίτια γιατί ήταν ψηλοτάβανο, είχε σιδερένια κάγκελα στα παράθυρα και σιδερένια εξώπορτα.   Αργότερα, όταν πηγαίναμε διακοπές στον Τσεσμέ θυμάμαι τις Ελληνίδες που έρχονταν εκεί σαν τουρίστριες  να αγκαλιάζουν τους τοίχους των σπιτιών και να κλαίνε . Η  μητέρα μου έβλεπε τις γυναίκες αυτές και έκλεγε κι εκείνη. Για πολλά χρόνια δεν μπόρεσα να καταλάβω το νόημα εκείνων των δακρύων.

Οι μη Μουσουλμάνοι  που εξανεμίστηκαν, συνέχισαν να αποτελούν ένα κομμάτι της ζωής μας σαν γρουσούζικα φαντάσματα που δεν μπορέσαμε να διώξουμε ποτέ από τη χώρα μας, τα ερείπια των σπιτιών, των ναών και των άλλων μνημείων τους.  Άφησαν μικρά αξιομνημόνευτα ίχνη σε ολόκληρη τη χώρα, παρόλο ότι σβήστηκαν με επιδεξιότητα όλα τα ονόματα και οι επιγραφές τους και δεν αναφέρεται το παραμικρό για αυτούς τα βιβλία της ιστορίας μας.

Όταν μεγάλωσα και άρχισα να ασχολούμαι με τα ζητήματα της χώρας κατάλαβα ότι το θέμα αυτό ήταν πολύ μεγαλύτερο από αυτό που διαισθανόμουν σαν παιδί.
Ήταν ένας «κοινωνικός σεισμός». Εάν διατηρούσαμε  τα ίδια πληθυσμιακά ποσοστά με αυτά που ίσχυαν πριν το 1915, σήμερα, θα ζούσαν στην Τουρκία 18 εκ. μη Μουσουλμάνοι. Προσπαθήστε να φανταστείτε την Τουρκία με 18 εκ. Έλληνες, Αρμένιους και Εβραίους. Τι χώρα θα ήμασταν τότε;

Σίγουρα θα είχαμε μεγαλύτερη αυτοπεποίθηση. Θα είχαμε στην Εθνοσυνέλευση μας μη Μουσουλμάνους βουλευτές. Δεν θα υπήρχε κουρδικό πρόβλημα. Και δεν θα ήμασταν ένας λαός που έχασε τη μνήμη του, όπως είμαστε τώρα.

Για παράδειγμα δεν θα υψώναμε πανό που θα έγραφε «Ιστανμπούλ από το 1453» σε ποδοσφαιρικό αγώνα μεταξύ Ελλάδας και Τουρκίας. Το περιστατικό αυτό μου το διηγήθηκε ο φίλος μου Μπεκίρ Μπεράτ Όζιπεκ: «Με το πανό αυτό στην πραγματικότητα δηλώσαμε ότι δεν αισθανόμαστε ότι η πόλη αυτή μας  ανήκει. Τους λέμε ότι η πόλη αυτή είναι δική σας αλλά εμείς την κατακτήσαμε».

Δεν μπορώ να σκεφτώ καμιά καλύτερη διατύπωση που να εκφράζει ορθότερα την ψυχολογική κατάσταση που συναντάμε στους δρόμους της Πόλης που δεν θέλει με κανένα τρόπο να βγάλει στην επιφάνεια τα απομεινάρια του Βυζαντίου.

Εάν δεν διώχναμε τους μη Μουσουλμάνους και μπορούσαμε να αντιμετωπίσουμε με ειλικρίνεια και εντιμότητα  αυτές τις σκοτεινές σελίδες της ιστορίας μας, ίσως να μην αισθανόμασταν κανένα εμπόδιο για να βάλουμε κάτω από την πινακίδα Ιστανμπούλ και τη λέξη  Κωνσταντινούπολη.  Θα βρίσκαμε το θάρρος να λειτουργήσουμε την Αγία Σοφία ως εκκλησία και  ως τζαμί . Θα μνημονεύαμε με ευγνωμοσύνη τους Αρμένιους αρχιτέκτονες της Πόλης. Θα σκύβαμε ευλαβικά το  κεφάλι μπροστά στον μεγάλο μάστορα Μιμάρ Σινάν και θα τον αποκαλούσαμε με το σωστό του όνομα Αρμέν Σινανγιάν. Θα διαλογιζόμασταν εκστατικά κάτω από αυτό τον θόλο των αναμεμιγμένων θρησκειών και εθνοτήτων.

Εάν δεν ήμασταν τόσο κομπλεξικοί δεν θα συζητούσαμε για την οικουμενικότητα του Πατριάρχη που σεβάστηκε και τίμησε ο Πορθητής.  Θα νιώθαμε υπερήφανοι επειδή βρίσκεται η έδρα  και ο προκαθήμενος του δεύτερου μεγαλύτερου Χριστιανικού δόγματος στη χώρα μας.

Εάν νιώθαμε πραγματική εμπιστοσύνη στον εαυτό μας δεν θα απαρνιόμασταν την ιστορία μας. Θα νιώθαμε υπερήφανοι για τον Ισλαμισμό και τον Χριστιανισμό της χώρας.  Δεν θα αγαπούσαμε την Πόλη μόνο για τη φυσική της ομορφιά, αλλά  θα αγνοούσαμε το ιστορικό παρελθόν της. Η αγάπη μας δεν θα έμοιαζε με αυτήν που αισθάνεται ένας βάρβαρος άνδρας  μόνο για το κορμί μιας καλλιεργημένης, μορφωμένης γυναίκας».