Παρασκευή
26 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4968RSS FEED
Από τη Συνθήκη των Βρυξελλών στη ΔΕΕ και τις σχέσεις ΕΕ-ΗΠΑ
Γράφει ο
Γιάννης Βασιλείου

Ο στόχος και η βασική ιδέα για μια οργανωμένη κοινή Ευρωπαϊκή αμυντική πολιτική, έχουν τις ρίζες τους στο 1948, όταν, στο πρόωρο μεταπολεμικό κλίμα, η Γαλλία, το Ηνωμένο Βασίλειο και οι χώρες της Benelux υπέγραψαν τη Συνθήκη των Βρυξελλών. Η συμφωνία περιλάμβανε μια ειδική ρήτρα αμοιβαίας άμυνας, που αποτέλεσε το θεμέλιο λίθο για τη δημιουργία της Δυτικοευρωπαϊκής Ένωσης (ΔΕΕ), η οποία μέχρι τα τέλη της δεκαετίας του ΄90 παρέμεινε, μαζί με το ΝΑΤΟ, το κύριο φόρουμ διαβουλεύσεων, συνεργασίας και διαλόγου, σχετικά με την άμυνα και την ασφάλεια στην Ευρώπη (Conry, 1995· European Union/External Action/CSDP/Overview, 2014· European University Institute, 2012· Lenzi, 1998).

Η ΔΕΕ ορθώς χαρακτηρίστηκε ως μιας εξέχουσας σημασίας αμυντική συμμαχία (Conry, 1995· Lenzi, 1998), η οποία αποτελείτο από το Βέλγιο, τη Γαλλία, τη Γερμανία, την Ελλάδα, το Ηνωμένο Βασίλειο, την Ισπανία, την Ιταλία, το Λουξεμβούργο, την Ολλανδία, και την Πορτογαλία. Οι βάσεις της τέθηκαν μέσω της Συνθήκης για Οικονομική, Κοινωνική και Πολιτιστική Συνεργασία και Συλλογική Αυτοάμυνα (Treaty on Economic, Social and Cultural Collaboration and Collective Self-Defence) (η προαναφερθείσα Συνθήκη των Βρυξελλών του 1948) (European Union/External Action/CSDP/The Western European Union, 2014).

Η Συνθήκη των Βρυξελλών πρακτικά αποτέλεσε μια απάντηση στις προσπάθειες της Σοβιετικής Ένωσης να επιβάλλει τον έλεγχό της στις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης, σε μια περίοδο κατά τη οποία το εύθραυστο μεταπολεμικό κλίμα μπορούσε εύκολα να οδηγήσει σε αποσταθεροποιήσεις. Η Συνθήκη βασιζόταν στη δέσμευση για αμοιβαία αμυντική βοήθεια, σε περίπτωση που κάποιο από τα συμβαλλόμενα μέρη δεχόταν ένοπλη επίθεση στην Ευρώπη. Το Σεπτέμβριο του 1948, η στρατιωτική συνεργασία ξεκίνησε στα πλαίσια του Οργανισμού της Συνθήκης των Βρυξελλών (Brussels Treaty Organisation). Ένα ιδιαιτέρως φιλόδοξο σχέδιο κοινής άμυνας υιοθετήθηκε, το οποίο περιλάμβανε την ενσωμάτωση και ενοποίηση της αεράμυνας και του οργανισμού κοινής διοίκησης (joint command organisation) (European University Institute, 2012· Western European Union, 2014).

Η υπογραφή της Συνθήκης ήταν, θα λέγαμε, και ένας τρόπος, ώστε να ξεπεραστεί η αρχική διστακτικότητα των ΗΠΑ να συμμετάσχουν ενεργά στο πλαίσιο των εκκολαπτόμενων ρυθμίσεων για μια εποικοδομητικότερη Ευρωπαϊκή ασφάλεια. Το γενικότερο κλίμα αστάθειας της εποχής και οι εύλογοι κίνδυνοι αποσταθεροποίησης ήταν οι κύριες αιτίες αυτής της διστακτικότητας, η οποία πάντως ξεπεράστηκε σχετικά γρήγορα.

Οι συζητήσεις και οι πλέον ουσιώδεις διαβουλεύσεις μεταξύ των μελών της Συνθήκης των Βρυξελλών, των ΗΠΑ και του Καναδά ξεκίνησαν λίγο αργότερα και οδήγησαν στην υπογραφή του Βορειοατλαντικού Συμφώνου στην Ουάσινγκτον, στις 4 Απριλίου του 1949. Η Δανία, η Ισλανδία, η Ιταλία, η Νορβηγία και η Πορτογαλία κλήθηκαν και δέχτηκαν την προσχώρηση στο Σύμφωνο, το οποίο επισημοποίησε τη δέσμευση των ΗΠΑ και του Καναδά να συμβάλλουν στην Ευρωπαϊκή ασφάλεια. Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το Άρθρο 5 του Συμφώνου, οποιαδήποτε ένοπλη επίθεση εναντίον ενός από τα συμβαλλόμενα μέρη θα θεωρείτο ως επίθεση εναντίον όλων και κατά συνέπεια κάθε μέρος θα έπρεπε να δραστηριοποιηθεί καταλλήλως, σε οποιαδήποτε περίπτωση κρινόταν απαραίτητο, με σκοπό την αποκατάσταση και διατήρηση της ειρήνης στην ευρύτερη ζώνη του Βορείου Ατλαντικού (European University Institute, 2012· Western European Union, 2014).

Η περαιτέρω αναγκαιότητα για υποστήριξη των δεσμεύσεων του Συμφώνου της Ουάσινγκτον με πολιτικές και στρατιωτικές δομές, οδήγησε στην εγκαθίδρυση του ΝΑΤΟ. Το Δεκέμβριο του 1950, με τον ορισμό του Αϊζενχάουερ ως του πρώτου Ανώτατου Συμμαχικού Διοικητή Ευρώπης (SACEUR), τα μέλη της Συνθήκης των Βρυξελλών έλαβαν την απόφαση να συγχωνεύσουν τη στρατιωτική τους οργάνωση με το ΝΑΤΟ, το οποίο πλέον είχε μεταβληθεί στην κύρια συνιστώσα, στα πλαίσια του συστήματος ασφαλείας, όχι μόνο του Βορείου Ατλαντικού, αλλά και της Δυτικής Ευρώπης (Western European Union, 2014).

Εν τω μεταξύ, η επιθυμία ενσωμάτωσης της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στις νέες δομές ασφαλείας, ώθησε τη Γαλλία, τον Οκτώβριο του 1950, να προτείνει τη δημιουργία ενός Ευρωπαϊκού Στρατού, ο οποίος θα δραστηριοποιείτο μέσα στους κόλπους και το ευρύτερο πλαίσιο της συμμαχίας. Η πρόταση αυτή οδήγησε, το Μάιο του 1952, στην υπογραφή της Συνθήκης για την ίδρυση της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας (European Defence Community-EDC), στην οποία θα συμμετείχαν το Βέλγιο, η Γαλλία, η Ιταλία το Λουξεμβούργο, η Ολλανδία και η Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας. Δυστυχώς όμως, ο μεγαλεπήβολος αυτός στόχος δεν επετεύχθη, αφού τον Αύγουστο του 1954, η Γαλλική Εθνοσυνέλευση αρνήθηκε να επικυρώσει τη Συνθήκη. Παρόλα αυτά, η επιθυμία για ένταξη της Γερμανίας στο νέο Δυτικοευρωπαϊκό αμυντικό σύστημα παρέμενε έκδηλη, οπότε εκ των πραγμάτων έπρεπε να βρεθεί ένας νέος τρόπος για την πολυπόθητη ενσωμάτωση (European University Institute, 2012· Western European Union, 2014).

Ύστερα από την αποτυχημένη προσπάθεια εγκαθίδρυσης της Ευρωπαϊκής Αμυντικής Κοινότητας, η Συνθήκη των Βρυξελλών τροποποιήθηκε τον Οκτώβριο του 1954 και η τροποποίηση αυτή οδήγησε στη δημιουργία της ΔΕΕ, στην οποία τελικά εισήλθαν τόσο η Γερμανία όσο και η Ιταλία (European Union/External Action/CSDP/The Western European Union, 2014).

Λίγο πριν την τροποποίηση και συγκεκριμένα το Σεπτέμβριο του 1954, στα πλαίσια μιας ειδικής διάσκεψης στο Λονδίνο, όπου έλαβαν μέρος τα μέλη της Συνθήκης των Βρυξελλών, οι ΗΠΑ, ο Καναδάς, η Ιταλία και η Γερμανία, οι δύο τελευταίες κλήθηκαν επισήμως να ενσωματωθούν στη Συνθήκη, ενώ οι Συμφωνίες των Παρισίων, που υπογράφτηκαν τον Οκτώβριο, επισημοποίησαν τα συμπεράσματα της διάσκεψης. Η ΔΕΕ ήταν πλέον πραγματικότητα (Western European Union, 2014).

Οι βασικοί της στόχοι ήταν οι ακόλουθοι: α) η αποτελεσματική προώθηση της ενότητας, σε συνδυασμό με την ενθάρρυνση της θετικής ολοκλήρωσης στην Ευρώπη, β) η δημιουργία μιας σταθερής βάσης, με σκοπό την οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη στη Δυτική Ευρώπη και γ) η προσφορά αμοιβαίας συνδρομής και βοήθειας στα κράτη-μέλη, ώστε να μπορούν να αντισταθούν σε κάθε μορφή εξωτερικής επίθεσης (European Union/External Action/CSDP/The Western European Union, 2014).

Από το 1954 μέχρι το 1973, η ΔΕΕ προσέφερε κεφαλαιώδους σημασίας έργο στον ιδιαιτέρως νευραλγικό τομέα της εξωτερικής και αμυντικής πολιτικής (European University Institute, 2012), αφού μεταξύ άλλων συνέβαλε α) στην ενσωμάτωση της Ομοσπονδιακής Δημοκρατίας της Γερμανίας στην Ατλαντική Συμμαχία, β) στην επίλυση του προβλήματος του Σάαρ, γ) στην ουσιαστική αποκατάσταση της εμπιστοσύνης (επίτευγμα εξαιρετικά δύσκολο για τα δεδομένα της εποχής), μεταξύ των Δυτικοευρωπαϊκών κρατών, αναλαμβάνοντας ευθύνες σχετικά με τον έλεγχο των όπλων και δ) στις ομολογουμένως περίπλοκες διαβουλεύσεις των ιδρυτικών κρατών-μελών της Ευρωπαϊκής Κοινότητας με το Ηνωμένο Βασίλειο, μέχρι την ένταξή του το 1973. Από εκείνη τη χρονιά και μέχρι το 1984, οι δραστηριότητες της ΔΕΕ ως διακυβερνητικός οργανισμός επιβραδύνθηκαν αισθητά, ενώ οι δραστηριότητες του Οργανισμού για τον Έλεγχο των Εξοπλισμών (Agency for the Control of Armaments) και της Μόνιμης Επιτροπής Εξοπλισμών (Standing Armaments Committee), συνεχίστηκαν κανονικά. Πρακτικά, ο κοινωνικοοικονομικός ρόλος της ΔΕΕ είχε περάσει στα χέρια του Συμβουλίου της Ευρώπης και του Οργανισμού Ευρωπαϊκής Οικονομικής Συνεργασίας (Organisation for European Economic Cooperation-OEEC). Επιπλέον, οι πολιτικές δραστηριότητες του Συμβουλίου της ΔΕΕ είχαν απολέσει μεγάλο μέρος από τη σημασία τους, με τη δημιουργία της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας (Western European Union, 2014).

Από τη στιγμή που οι οικονομικές και κοινωνικές αρμοδιότητες σταδιακά παραδόθηκαν στις Ευρωπαϊκές Κοινότητες, στο Συμβούλιο της Ευρώπης και σε άλλους φορείς, η ΔΕΕ μεταβλήθηκε σε έναν οργανισμό, ο οποίος ασχολείτο αποκλειστικά με αμυντικά ζητήματα (European Union/External Action/CSDP/The Western European Union, 2014).

Στις αρχές της δεκαετίας του ΄80, το ζήτημα σχετικά με την Ευρωπαϊκή ασφάλεια επανήλθε στην επιφάνεια με εμφατικό τρόπο (Βασιλείου, 2013β), κυρίως λόγω του γεγονότος ότι η Ευρωπαϊκή Πολιτική Συνεργασία δε μπορούσε να επεκταθεί πέρα από τις οικονομικές πτυχές των ζητημάτων ασφαλείας. Τονίζεται ιδιαιτέρως η αποτυχία της πρωτοβουλίας Genscher-Colombo του Νοεμβρίου του 1981, για την επέκταση των δραστηριοτήτων και των αρμοδιοτήτων της Ευρωπαϊκής Πολιτικής Συνεργασίας σε αμυντικά ζητήματα και ζητήματα ασφαλείας. Τέθηκε θέμα εύρεσης ενός νέου πλαισίου διαβούλευσης και η επιλογή ήταν η ΔΕΕ. Με πρωτοβουλία της Γαλλίας και του Βελγίου, μια προκαταρκτική κοινή συνεδρίαση των Υπουργών Άμυνας και Εξωτερικών, εντός του πλαισίου της ΔΕΕ, έλαβε χώρα στη Ρώμη, στις 26 και 27 Οκτωβρίου του 1984. Το αποτέλεσμα ήταν η έγκριση του ιδρυτικού κειμένου της επανενεργοποίησης της ΔΕΕ, η λεγόμενη «Διακήρυξη της Ρώμης» (Rome Declaration), η οποία επαναβεβαίωσε ότι το Συμβούλιο της ΔΕΕ μπορούσε, σύμφωνα με το Άρθρο VIII (3) της τροποποιημένης Συνθήκης των Βρυξελλών, να λάβει υπόψη τον αντίκτυπο και τις επιπτώσεις που θα μπορούσαν να επιφέρουν στην Ευρώπη οι κρίσεις σε άλλες περιφέρειες του κόσμου (Western European Union, 2014).

Με άλλα λόγια, παρατηρείτο μια συστηματική προσπάθεια συντονισμένης «οχύρωσης» από εξωτερικούς κινδύνους και μια πολυσχιδής πρωτοβουλία που απέβλεπε, όχι μόνο στην προστασία από ήδη υπάρχουσες κρίσεις, αλλά και στην ανίχνευση πιθανών παραγόντων αποσταθεροποίησης και εστιών αναταραχής.

Αξίζει επίσης να σημειωθεί ότι οι διαπραγματεύσεις μεταξύ των ΗΠΑ και της Σοβιετικής Ένωσης, σχετικά με την απόσυρση των ενδιάμεσων πυρηνικών δυνάμεων, ιδίως στα μέσα της δεκαετίας του ΄80, υπογράμμισαν την περαιτέρω ανάγκη και αμεσότητα για ένα στενότερο Ευρωπαϊκό πλαίσιο διαβουλεύσεων για αμυντικά ζητήματα. Γι’ αυτόν ακριβώς το λόγο το Συμβούλιο της ΔΕΕ, σε συνεργασία με την Ειδική Ομάδα Εργασίας του, εκπόνησε μια έκθεση για τις συνθήκες και τα κριτήρια, σχετικά με την Ευρωπαϊκή ασφάλεια, δίνοντας ιδιαίτερη έμφαση στις συγκεκριμένες ευθύνες και αρμοδιότητες των Ευρωπαϊκών κρατών για την ασφάλειά τους, στα πλαίσια της Ατλαντικής Συμμαχίας. Σε αυτές τις βάσεις, το Υπουργικό Συμβούλιο της ΔΕΕ ενέκρινε, τον Οκτώβριο του 1987, μια «Πλατφόρμα για τα Ευρωπαϊκά Ενδιαφέροντα Ασφαλείας» (Platform on European Security Interests). Αυτή η «Πλατφόρμα της Χάγης» (27/10/1987) καθόρισε τις γενικές κατευθυντήριες γραμμές της ΔΕΕ, για την εκπλήρωση των μελλοντικών στόχων (Western European Union, 2014).

Το συμπέρασμα είναι ότι, μεταξύ 1954 και 1984, η ΔΕΕ λειτουργούσε ως φόρουμ για θέματα άμυνας και ασφάλειας. Το 1984 όμως, μετά από την κοινή συνεδρίαση των Υπουργών Άμυνας και Εξωτερικών των κρατών-μελών της ΔΕΕ στη Ρώμη και τη διακήρυξη σχετικά με την ουσιαστική επανενεργοποίηση της ΔΕΕ, η τελευταία άρχισε να διευρύνει τις αρμοδιότητες και το πεδίο δράσης και εφαρμογής της, από εσωτερικά Ευρωπαϊκά θέματα, σε ζητήματα πιθανών επιπτώσεων που μπορούν να επιφέρουν οι κρίσεις που δημιουργούνται σε άλλες περιφέρειες, στην Ευρωπαϊκή ασφάλεια (Conry, 1995· European Union/External Action/CSDP/The Western European Union, 2014).

Το Νοέμβριο του 1988, ένα Πρωτόκολλο Προσχώρησης υπεγράφη από τα κράτη-μέλη της ΔΕΕ με την Ισπανία και την Πορτογαλία, αυξάνοντας τον αριθμό των μελών στα εννέα (η διαδικασία επικύρωσης ολοκληρώθηκε το Μάρτιο του 1990), ενώ το 1991 στο Μάαστριχτ τα κράτη-μέλη της ΔΕΕ απηύθυναν πρόσκληση στα κράτη-μέλη της ΕΕ, είτε να προσχωρήσουν στην ΔΕΕ είτε να αποκτήσουν καθεστώς Παρατηρητή. Το 1995, η Ελλάδα έγινε το δέκατο μέλος της ΔΕΕ (στα πλαίσια μιας ειδικής συμφωνίας), ενώ η Ιρλανδία, η Αυστρία, η Δανία, η Σουηδία και η Φινλανδία έγιναν Παρατηρητές, γεγονός που αποκαλύπτει την αυξημένη απήχηση που είχε η ΔΕΕ σε ολόκληρη την ΕΕ. Παράλληλα, άλλα Ευρωπαϊκά κράτη-μέλη του ΝΑΤΟ, όπως η Ισλανδία, η Νορβηγία και η Τουρκία έγιναν Συνδεδεμένα Μέλη (Associate Members) της ΔΕΕ, ενώ ένα ειδικό καθεστώς Συνδεδεμένου Εταίρου (Associate Partner), καθιερώθηκε στο Kirchberg του Λουξεμβούργου το Μάιο του 1994, το οποίο επέτρεπε στη Βουλγαρία, την Εσθονία, τη Λετονία, τη Λιθουανία, την Ουγγαρία, την Πολωνία, τη Ρουμανία, τη Σλοβακία, τη Σλοβενία και την Τσεχική Δημοκρατία, οι οποίες είχαν υπογράψει μια Ευρωπαϊκή Συμφωνία με την ΕΕ, να λαμβάνουν μέρος στις δραστηριότητες της ΔΕΕ. Το Νοέμβριο του 1989, το Υπουργικό Συμβούλιο της ΔΕΕ έλαβε την απόφαση να ιδρύσει ένα Ινστιτούτο Μελετών της ΔΕΕ για Θέματα Ασφαλείας, ενώ δυο χρόνια αργότερα, το συμβούλιο αποφάσισε και την εγκαθίδρυση ενός Δορυφορικού Κέντρου της ΔΕΕ στη Μαδρίτη (European Union/External Action/CSDP/The Western European Union, 2014).

Οι σημαντικότερες επιχειρήσεις της ΔΕΕ, από το τέλος της δεκαετίας του ΄80 ως τις αρχές της δεκαετίας του 2000, ήταν οι εξής: α) μια επιχείρηση αποναρκοθέτησης στα Στενά του Ορμούζ, κατά την περίοδο 1987-1988 (Operation Cleansweep), β) μια κοινή ναυτική επιχείρηση με το ΝΑΤΟ στην Αδριατική (Operation Sharp Guard), από τον Ιούνιο του 1993 μέχρι τον Οκτώβριο του 1996, γ) μια αστυνομική και τελωνειακή επιχείρηση με τον ΟΑΣΕ στο Δούναβη, από τον Ιούνιο του 1993 ως τον Οκτώβριο του 1996, δ) ένα αστυνομικό απόσπασμα στο Μόσταρ (Βοσνία-Ερζεγοβίνη), από τον Ιούλιο του 1994 ως τον Οκτώβριο του 1996, ε) ένα Πολυεθνικό Συμβουλευτικό Αστυνομικό Στοιχείο (Multinational Advisory Police Element-MAPE) στην Αλβανία, από το Μάιο του 1997 μέχρι το Μάιο του 2001, στ) μια Αποστολή Βοήθειας για Άρση Ναρκοπεδίων (Demining Assistance Mission-WEUDAM) στην Κροατία, από το Μάιο του 1999 ως το Νοέμβριο του 2001 και ζ) μια αποστολή γενικής επιτήρησης ασφαλείας στο Κοσσυφοπέδιο, από το Νοέμβριο του 1998 μέχρι τον Ιούλιο του 1999 (European Union/External Action/CSDP/The Western European Union, 2014).

Στα τέλη του 2000, στα πλαίσια του Υπουργικού Συμβουλίου της ΔΕΕ στη Μασσαλία, τα κράτη-μέλη έλαβαν την απόφαση να μεταφέρουν τις λειτουργίες της ΔΕΕ στην ΕΕ. Ύστερα από δυο ξεχωριστές Κοινές Δράσεις του Συμβουλίου, την 1η Ιανουαρίου 2002, το Ινστιτούτο Μελετών της ΔΕΕ για Θέματα Ασφαλείας έγινε Ινστιτούτο Μελετών της ΕΕ για Θέματα Ασφαλείας (EUISS), ενώ το Δορυφορικό Κέντρο έγινε Δορυφορικό Κέντρο της ΕΕ (EUSC). Με τη σειρά του, η εγκαθίδρυση του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Άμυνας (EDA) το 2004, έδωσε νέα πνοή στην Εξωτερική Πολιτική και Πολιτική Ασφαλείας της ΕΕ. Μετά και την έγκριση της Συνθήκης της Λισαβόνας, η οποία περιείχε ρήτρα αμοιβαίας συνδρομής, όλες οι λειτουργίες της ΔΕΕ είχαν επίσημα ενσωματωθεί στην ΕΕ. Η ΔΕΕ έπαψε να υφίσταται στις 30 Ιουνίου του 2011, αλλά η καθοριστικότατη συμβολή της στη χάραξη και εφαρμογή μιας αποτελεσματικής Ευρωπαϊκής αμυντικής πολιτικής και πολιτικής ασφαλείας, την καθιστά ως μια από τις σημαντικότερες πρωτοβουλίες στην Ευρωπαϊκή μεταπολεμική ιστορία (European Union/External Action/CSDP/The Western European Union, 2014).

Κατά την περίοδο 1980-1989, σαφώς υπήρχαν εμπορικές και οικονομικές σχέσεις, μεταξύ της Ευρωπαϊκής Οικονομικής Κοινότητας (ΕΟΚ) και των ΗΠΑ, αλλά ούτε οι Ευρωπαίοι ούτε οι Αμερικανοί είχαν καταφέρει να ισχυροποιήσουν τη συνεργασία τους στο βαθμό που κατάφεραν τη δεκαετία του ΄90. Το 1990, υπεγράφη η Διατλαντική Διακήρυξη (Transatlantic Declaration), η οποία αποτέλεσε την αφετηρία για μια στενότερη και εποικοδομητικότερη συνεργασία μεταξύ ΗΠΑ και ΕΟΚ/ΕΕ, σε οικονομικά, αλλά και πολιτικά ζητήματα (Βασιλείου, 2013β· The European Union and the United States Global Partners, Global Responsibilities-Milestones, 2012α· The European Union and the United States Global Partners, Global Responsibilities-Milestones, 2012δ).

Η Νέα Διατλαντική Ατζέντα (New Transatlantic Agenda) υπεγράφη το 1995 και δημιουργήθηκε το Σχέδιο Συντονισμένης Δράσης μεταξύ ΕΕ και ΗΠΑ (EU-US Joint Action Plan), με στόχο την αποτελεσματικότερη προώθηση της δημοκρατίας και της σταθερότητας. Tο σχέδιο αυτό προέβλεπε συγκεκριμένες ενέργειες και δραστηριότητες, με σκοπό την ανάπτυξη του διεθνούς εμπορίου και των επιχειρήσεων (Βασιλείου, 2013β· The European Union and the United States Global Partners, Global Responsibilities-Milestones, 2012β).

Τρία χρόνια μετά, το 1998, ΕΕ και ΗΠΑ υιοθέτησαν κοινή γραμμή στα πλαίσια της Διατλαντικής Οικονομικής Εταιρικής Σχέσης (Transatlantic Economic Partnership) και το σχέδιο αυτό προέβλεπε διμερείς και πολυμερείς διαπραγματεύσεις, μεταξύ της Ένωσης και των ΗΠΑ. Παράλληλα, προβλέπονταν διμερείς διαπραγματεύσεις σχετικά με α) πνευματικά δικαιώματα, β) υπηρεσίες, γ) μη δασμολογικούς φραγμούς, δ) εργασία, ε) γεωργία και στ) ηλεκτρονικό εμπόριο, πάντα στα πλαίσια του Παγκοσμίου Οργανισμού Εμπορίου (Βασιλείου, 2013β· The European Union and the United States Global Partners, Global Responsibilities-Milestones, 2012γ).

 

ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

Βασιλείου, Ιωάννης (2013α), Ευρωπαϊκή Ενοποίηση-Μια Διαδικασία Σύγκλισης ή Απόκλισης (Αθήνα: Historical Quest).

Βασιλείου, Ιωάννης (2013β), «1980-1999: Ευρωπαϊκή Ένωση: Η Εποχή της Άνδρωσης και της Διεύρυνσης», Από τη Νέα Ευρώπη Του Χίτλερ Στην Ευρωζώνη της Μέρκελ, Τόμος Α΄, Ιστορικό Αρχείο του «Επενδυτή», σελ. 76-95.

Βασιλείου, Ιωάννης (2014), Ευρωπαϊκή Ενοποίηση-Μια Διαδικασία Σύγκλισης ή Απόκλισης (Β΄ Έκδοση) (Αθήνα: Historical Quest).

Conry, Barbara (1995), “The Western European Union as NATO’s Successor”, Cato Institute Policy Analysis No. 239, September 18, 1995, διαθέσιμο σε http://object.cato.org/sites/cato.org/files/pubs/pdf/pa239.pdf (πρόσβαση στις 22/11/14).

European Union/External Action/CSDP/Overview (2014), “About CSDP-Overview”, διαθέσιμο σε http://eeas.europa.eu/csdp/about-csdp/index_en.htm (πρόσβαση στις 12/9/14).

European Union/External Action/CSDP/The Western European Union (2014), “About CSDP-The Western European Union”, διαθέσιμο σε http://eeas.europa.eu/csdp/about-csdp/weu/index_en.htm (πρόσβαση στις 20/9/14).

European University Institute (2012), “Fonds inventory-WEU-Assembly of Western European Union”, Historical Archives of the European Union, Firenze, December 2012, διαθέσιμο σε http://archives.eui.eu/en/files/inventories/15293?d=inline (πρόσβαση στις 22/11/14).

Lenzi, Guido (1998), “The WEU between NATO and EU”, ZEI Discussion Papers: 1998, C 4-Archive of European Integration (AEI), διαθέσιμο σε http://aei.pitt.edu/344/ (πρόσβαση στις 22/11/14).

The European Union and the United States Global Partners, Global Responsibilities-Milestones (2012α), “1990”, διαθέσιμο σε http://eeas.europa.eu/us/flash/index_interface.html (πρόσβαση στις 27/11/12).

The European Union and the United States Global Partners, Global Responsibilities-Milestones (2012β), “December 3 1995”, διαθέσιμο σε http://eeas.europa.eu/us/flash/index_interface.html (πρόσβαση στις 27/11/12).

The European Union and the United States Global Partners, Global Responsibilities-Milestones (2012γ), “May 18 1998”, διαθέσιμο σε http://eeas.europa.eu/us/flash/index_interface.html (πρόσβαση στις 27/11/12).

The European Union and the United States Global Partners, Global Responsibilities-Milestones (2012δ), “Transatlantic Declaration on EC-US Relations, 1990”, διαθέσιμο σε http://www.eeas.europa.eu/us/docs/trans_declaration_90_en.pdf (πρόσβαση στις 27/11/12).

Western European Union (2014), “History of WEU”, διαθέσιμο σε http://www.weu.int/index.html (πρόσβαση στις 22/9/14).