Θυμάμαι ότι τον Ιούνιο του 2012 ο συνάδελφος Γιάννης Μπασκόζος, με αφορμή την είσοδο της Χρυσής Αυγής στην Βουλή, υπέγραφε ένα διαπεραστικό σχόλιο στο Βήμα της Κυριακής, υπό τον τίτλο «Το Τέρας». Στο άρθρο του αυτό έθετε μία σειρά από προβληματισμούς που, ως φαίνεται, αφήνουν παγερά αδιάφορη την ελληνική κοινωνία. Δεν θα έπρεπε, όμως. Γιατί τα πολιτικά τέρατα που γεννώνται μέσα από τον άφρονα λαϊκισμό και την συνακόλουθη χυδαιότητα μπορούν να αποβούν μοιραία για τις κοινωνίες που τα χαϊδεύουν και ταΐζουν.
Κάτι παρόμοιο είχε συμβεί εξάλλου και στην Γερμανία του 1920, όταν στην χώρα αυτή, ηττημένη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, το εθνικοσοσιαλιστικό κόμμα ανδρώθηκε και κατάφερε να εισέλθει στο Κοινοβούλιο. Έτσι, με αφορμή αργότερα την καταστροφή της Δημοκρατίας της Βαϊμάρης, ο Βίνκλερ, μελετητής της καταστροφής της, έγραφε τα ακόλουθα: «Ο κίνδυνος δεν είναι από τους ναζιστές, αλλά από τους λαϊκιστές που μπορούν να φέρουν την δημοκρατία σε κίνδυνο εάν τα δημοκρατικά κόμματα προσαρμοστούν σε αυτές τις τάσεις και δεν τις αντιμετωπίσουν αποφασιστικά και επιθετικά, ενδεχομένως και με κίνδυνο να χάσουν προσωρινά σε δημοτικότητα. Η υποχώρηση σε βερμπαλισμούς, σε υπερυποσχέσεις, σε κολακεία των πιο καθυστερημένων στρωμάτων, στις σημερινές δυσκολίες, η επαγγελία του παρελθόντος ως μέλλοντος –καλλιεργούν τις λαϊκιστικές αυταπάτες και τρέφουν τις μάζες με τις χειρότερες ψευδαισθήσεις. Τότε το Τέρας εγκαθίσταται για τα καλά στην συνείδησή μας».
Όταν δε η «εγκατάσταση» αυτή εδραιωθεί, τότε αρχίζουν τα πολύ δύσκολα για την δημοκρατία.
«Όποιος δεν φοβάται το πρόσωπο του τέρατος», έλεγε ο Μάνος Χατζηδάκις, «πάει να πει ότι τού μοιάζει (…) Η πιθανή προέκταση του αξιώματος είναι να συνηθίσουμε την φρίκη, να μάς τρομάζει η ομορφιά (…) Η υποταγή ή ο εθισμός σε μία τέτοια συνύπαρξη, ή η συνδιαλλαγή, δεν προκαλεί τον κίνδυνο της αφομοίωσης ή της λήθης τού πώς πρέπει, τού πώς οφείλουμε να σκεφτόμαστε, να πράττουμε και να μιλάμε; Αναμφισβήτητα, αρχίσαμε να το ανεχόμαστε. Και η ανοχή πολλαπλασιάζει τα ζώα στην δημόσια ζωή, τα ισχυροποιεί και τα βοηθά να συνθέσουν με ακρίβεια την μορφή του τέρατος που προΐσταται, ελέγχει και μάς κυβερνά. Η μορφή του τέρατος είναι αποκρουστική. Όταν όμως το πρόσωπο του τέρατος πάψει να μάς τρομάζει, τότε πρέπει να φοβόμαστε… Γιατί αυτό σημαίνει ότι έχουμε αρχίσει να τού μοιάζουμε». Ακόμα χειρότερα, «από την ώρα που ο Φρανκεστάιν γίνεται στόλισμα νεανικού δωματίου, ο κόσμος προχωρά μαθηματικά στην εκμηδένισή του. Γιατί δεν είναι που σταμάτησε να φοβάται, αλλά γιατί συνήθισε να φοβάται. Και εγώ με την σειρά μου δεν φοβάμαι τίποτα περισσότερο από το μυαλό της κότας», πρόσθεσε.
Ναι, αυτό το μυαλό της κότας συνιστά σήμερα θανάσιμη απειλή για την Ελλάδα και την ιστορία του Ελληνισμού. Απειλή την οποία κανείς δεν τολμά να αντιμετωπίσει. Γι’ αυτό και κάποιοι χυδαιολογούν εις βάρος της νοημοσύνης μας και της εθνικής μας αξιοπρέπειας, γελοιοποιώντας βουλευτές και δολοφονώντας πολίτες.