Σαββατοκύριακo
20-21  Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4962RSS FEED
Αρχαιολογικοί θησαυροί στη δίνη της κρίσης
Γράφει η
Τερέζα Μητσοπούλου
Ουδείς μπορεί να αμφισβητήσει το γεγονός ότι η Ελλάδα διάγει μία από τις κρισιμότερες περιόδους τής νεότερης ιστορίας της, καταβάλλοντας τεράστιες προσπάθειες να σταθεί στα πόδια της. Σε ένα υπό διάλυση κράτος που δείχνει αδύναμο να διαχειριστεί απλά, εσωτερικά ζητήματα, πολλώ δε περισσότερο θέματα, που άπτονται της διαχείρισης ικανών και αποτελεσματικών προσώπων.

Η οικονομική κρίση πέραν των δεινών που επέφερε, στάθηκε η αφορμή να αποκαλυφθεί το μέγεθος της ακυβερνησίας που επικρατούσε σε όλους τους τομείς, ανεξαιρέτως. Ασφαλιστικά ταμεία υπερχρεωμένα, κρατικές υπηρεσίες που υπολειτουργούσαν, καθώς και τα γνωστά οικονομικά σκάνδαλα, συνέθεσαν ένα διόλου ευχάριστο σκηνικό, που κάθε άλλο παρά ευνοεί την προς τα έξω δημόσια εικόνα της χώρας μας.

Εσχάτως, στο μακρύ κατάλογο υπολειτουργίας του ελληνικού κράτους, ήρθε να προστεθεί και το θέμα με τα ελλειπέστατα μέτρα φύλαξης χώρων, που διατηρούνται πολύτιμα εκθέματα. Μετά την αιφνίδια εισβολή ληστών στην Εθνική Πινακοθήκη και την απώλεια μια ελαιογραφίας του Πάμπλο Πικάσο (πριν ένα μήνα περίπου), η χώρα διασύρθηκε ξανά με την πρόσφατη κλοπή σπουδαίων αρχαιολογικών ευρημάτων, στο παλαιό μουσείο της Αρχαίας Ολυμπίας.

Και στις δύο περιπτώσεις, βαρύτατη ευθύνη φέρει ο υπουργός Πολιτισμού, Παύλος Γερουλάνος, ο οποίος ναι μεν αναγκάστηκε να υποβάλλει την παραίτησή του, πλην όμως αυτή δεν έγινε (προς το παρόν) αποδεκτή από τον πρωθυπουργό, Λουκά Παπαδήμο. Κι όλα αυτά παρά το γεγονός, ότι υπήρξαν οι σχετικές προειδοποιήσεις από τους αρμοδίους του μουσείου, αρκετό καιρό πριν το πρόσφατο χτύπημα.

Συγκεκριμένα, απόρροια της οικονομικής κρίσης ήταν η δραματική μείωση προσωπικού, που είχε σαν αποτέλεσμα να στερούνται – σχεδόν – φύλαξης το παλαιό μουσείο των Ολυμπιακών Αγώνων της αρχαιότητας, καθώς και το παλιό εφορείο – μουσείο των ανασκαφών, με τις γνωστές συνέπειες.

Για το ίδιο θέμα, εκφράζει την άποψή της η επί σειρά πολλών ετών αρχαιολόγος και συγγραφέας, Τερέζα Μ. Μητσοπούλου: «Θυμάμαι το Παλαιό Μουσείο της Ολυμπίας πάντα με νοσταλγία και αγάπη από εδώ και πάνω από πενήντα χρόνια, από τις πρώτες ξεναγήσεις μου. Δωρεά του Ανδρέα Συγγρού, είχε δώσει απλόχερα στέγη στα ευρήματα σε ένα παραδοσιακό γραφικό κτίσμα με πολλά πανύψηλα καταπράσινα πεύκα τριγύρω. Όταν με την πρόοδο των ανασκαφών έγινε αναγκαίο μεγαλύτερο μουσείο, ο μαρμάρινος Ερμής του Πραξιτέλη, που εξακολουθεί να πηγαίνει να παραδώσει το βρέφος Διόνυσο στις Νύμφες, το πήλινο ποτήρι σε σχήμα λωτού του Φειδία, που βρέθηκε στο εργαστήρι του, το χάλκινο κράνος του Μιλτιάδη, που το αφιέρωσε στο Δία μετά τη νίκη του στο Μαραθώνα, αυτά και άλλα εκθέματα, που προκαλούν συγκινησιακά ρίγη παγκόσμια, μεταφέρθηκαν στο απρόσωπο και ουδέτερο μουσείο Νέο Μουσείο σχεδιασμένο όμως να αντέχει και στους σεισμούς και στους βανδαλισμούς. Το παλαιό αφέθηκε στις αναμνήσεις του και στην ησυχία του μέχρι το 2004 που αναπαλαιώθηκε για να στεγάσει το Μουσείο της Ιστορίας των Ολυμπιακών Αγώνων. Στις 7.30 το πρωί της 17ης Φεβρουαρίου, δύο ληστές έσπασαν με βαριοπούλα τις κρυστάλλινες προθήκες και αφαίρεσαν 65 χάλκινα και πήλινα αντικείμενα από τον 2ο αι. π.Χ. μέχρι τον 5ο μ.Χ., προσβολή στο πνεύμα του Ολυμπισμού, με μεγαλύτερη από την απώλεια την ασέβεια στις Αρχές του Πολιτισμού.»