Πέμπτη
25 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4967RSS FEED
28η Οκτωβρίου 1940: Μέρες εθνικής έξαρσης και μεγαλείου
Γράφει ο
Αθανάσιος Μπουρούνης

Είναι γεγονός ότι, έχουμε συνηθίσει να δίνουμε στις εθνικές επετείους είτε μυθικά στοιχεία, είτε χαρακτηριστικά μνημόσυνου. Γι’ αυτό ίσως δεν μας αγγίζουν αρκετά.

Οι μεγάλοι δεν διδάσκονται από αυτές και οι νεότεροι δεν ενδιαφέρονται.

Κάπως έτσι, κάπου εκεί, γεννιέται ο εθνικισμός από τη μια και ο εθνομηδενισμός από την άλλη. Και τα δύο είναι αποτέλεσμα της έλλειψης παιδείας και ιστορικής συναίσθησης.

Η ιστορία πολλές φορές έχει αποδείξει ότι όταν συμπλέκονται τα μεγάλα κράτη, η θέση των μικρών κρατών είναι πάντοτε δύσκολη και μάλιστα όταν τα κράτη αυτά θεωρούνται εύκολη λεία.

Γίνεται ακόμα πιο δύσκολη είτε λόγω της γεωγραφικής τους θέσης, είτε όταν περιλαμβάνονται μέσα στους ιμπεριαλιστικούς σκοπούς των ισχυρών, ή όταν εξυπηρετούν από στρατηγική άποψη, τη διεξαγωγή του πολέμου μεταξύ των αντιπάλων.

Όταν στις 3 Σεπτέμβρη του 1938 άρχισε ο δεύτερος παγκόσμιος πόλεμος, η Ελλάδα ήθελε να μείνει μακριά απ’ αυτόν και προσπάθησε να κρατήσει στάση ουδέτερη, πράγμα δύσκολο, γιατί οι διαθέσεις του Άξονα ξεπερνούσαν τα όρια της Ευρώπης και η Ελλάδα αποτελούσε γέφυρα για τις εξωευρωπαϊκές κατακτήσεις του.

Έτσι η επιθυμία της Ελλάδας για ουδετερότητα προσέκρουσε σε συνεχείς προκλήσεις, με αποκορύφωμα τον τορπιλισμό του αντιτορπιλικού  « Έλλη» στις 15 Αυγούστου και ξεπέρασαν κάθε όριο με το τελεσίγραφο της 28ης Οκτωβρίου, που παρέδωσε στην ελληνική κυβέρνηση ο πρεσβευτής της Ιταλίας στην Αθήνα Γκράτσι.

Με αυτό ο Μουσολίνι απαιτούσε να επιτραπεί στον ιταλικό στρατό να καταλάβει διάφορες στρατηγικές θέσεις της χώρας, χωρίς όμως οι θέσεις αυτές να προσδιορίζονται.

Οι Ιταλικές θέσεις ήταν έτσι διατυπωμένες, ώστε να είναι βέβαιη η απόρριψή τους από την Ελλάδα.

Τις προθέσεις αυτές της Ιταλικής κυβέρνησης προδίδει το γεγονός , ότι η επίθεση έγινε πριν ακόμη λήξη η τρίωρη προθεσμία που όριζε το τελεσίγραφο για την ελληνική απάντηση.

Η απάντηση όμως δόθηκε αμέσως από τον τότε πρωθυπουργό της Ελλάδας  Ιωάννη Μεταξά και υπήρξε αρνητική:

«ΟΧΙ»!!!

Η απόρριψη του ιταλικού τελεσιγράφου προκάλεσε ξάφνιασμα σ’ όλο τον κόσμο.

Η Ελλάδα βρέθηκε απότομα στο επίκεντρο του ενδιαφέροντος της παγκόσμιας κοινής γνώμης και πολλοί επιφανείς και σημαίνοντες άνθρωποι, έκριναν τον αγώνα της Ελλάδας ισάξιο με τα πολεμικά τρόπαια των αρχαίων Ελλήνων.

Όμως, κατά τις τελευταίες δεκαετίες πολιτικές σκοπιμότητες ήρθαν να προσθέσουν αμφισβητήσεις και σύγχυση, κυρίως στους νεότερους που δεν είχαν επαρκή γνώση των πραγματικών γεγονότων.

Ειπώθηκαν μεταξύ των άλλων

- ότι ο Μεταξάς είπε ένα «ψιθυριστό» ΟΧΙ, συρόμενος από τα γεγονότα,

- ότι η αμυντική προετοιμασία της χώρας ήταν ανεπαρκής,

- ότι η στρατιωτική ηγεσία ήταν ανίκανη ή διαβρωμένη από ηττοπαθείς και τέλος,

- ότι εκείνο το οποίο απέκρουσε τους εισβολείς ήταν το «αντιφασιστικό μένος» του λαού.

Είναι όμως αυτή η πραγματικότητα;

Χρήσιμο είναι εδώ να γίνει μια επισήμανση που συνήθως διαφεύγει από πολλούς και ταυτόχρονα προκαλεί επίσης  κάποια σύγχυση.

Όπως αναφέρει ο υποστράτηγος ε.α. Ιωάννης Παρίσης, κάθε χρόνο κατά την επέτειο του ΟΧΙ ακούμε να επαναλαμβάνεται από διαφόρους είτε εκ προθέσεως είτε από αφέλεια, ότι «οι Έλληνες πολέμησαν εναντίων του φασισμού», ή ότι «η Ελλάδα είπε ΟΧΙ στο φασισμό».

Τίθεται εν προκειμένω το εύλογο ερώτημα:

Δηλαδή αν ο εχθρός είχε π.χ. δημοκρατικό πολίτευμα, θα τον αφήναμε  να περάσει; Λάθος.

Η Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1940, πολέμησε έναν εχθρό, έναν ξένο εισβολέα που της επιτέθηκε και απείλησε την εδαφική της ακεραιότητα, χωρίς  να τους ζητήσει … πιστοποιητικό κοινωνικών φρονημάτων.

Θα έλεγε ΟΧΙ, οποιοσδήποτε και αν ήταν ο εισβολέας.   

Η απάντηση αυτή όμως, διερμήνευσε και βρέθηκε σε σύμπνοια καιμε τη θέληση της συντριπτικής πλειοψηφίας του ελληνικού Λαού.

Το Έθνος με πίστη και αποφασιστικότητα, ανταποκρίνεται στα ιστορικά του πεπρωμένα. Από τα βάθη των αιώνων, από το μακρινό παρελθόν, ακούγεται πάλι ο αντίλαλος της ύψιστης εθνικής προσταγής: «Ίτε παίδες Ελλήνων, νυν υπέρ πάντων ο αγών».

Είναι επιβεβλημένο επίσης να αναφέρουμε ότι, η απάντηση αυτή απαιτούσε βέβαια  θυσίες, τις οποίες δέχθηκε πρόθυμα ο ελληνικός λαός.

Τι έπρεπε να θυσιάσει τότε το έθνος και ο καθένας απλός και άσημος πολίτης;

Πρώτα-πρώτα τη γαλήνη του γιατί έμπαινε σε πόλεμο.

Ύστερα την εργασία του, την οικογενειακή του θαλπωρή, τα προσωπικά του σχέδια και όνειρα.

Εκείνη όμως την κρίσιμη στιγμή τα όνειρα όλων των Ελλήνων συνέπεσαν στη λαχτάρα να διαφυλαχθεί η ελευθερία και η ακεραιότητα της χώρας.

Ήταν λοιπόν  πρόσκληση για θυσία, θραύση του ατομισμού και απαίτηση για ενότητα εθνική, για συνεργασία σε αγώνα υπέρ πάντων.

Ο ελληνικός λαός ανταποκρίθηκε σ’ αυτό το κάλεσμα και στο μέτωπο του πολέμου γράφτηκαν αξεπέραστες σελίδες ηρωισμού και αυτοθυσίας.

Τα πρώτα αποτελέσματα αποδεικνύουν, για άλλη μια φορά, την υπεροχή του πνεύματος απέναντι στην ύλη.

Σπάνια το δίκαιο και η ισχύς πραγματοποίησαν ένωση τόσο αρμονική, όσο στον Έλληνοϊταλικό πόλεμο του 1940.

Μέχρι τον Οκτώβριο του 1940, οι σύμμαχοι στην Ευρώπη είχαν γνωρίσει μόνο ήττες και καταστροφές. Η ελληνική νίκη προκάλεσε παγκόσμια κατάπληξη. Πολλοί την αποκάλεσαν θαύμα.

Είναι γνωστό πως οι Ιταλοί πολέμησαν με αριθμητικά υπέρτερο στρατό και με υπεροχή τεχνικών μέσων και οπλικών συστημάτων.

Είναι επίσης γνωστό ότι ο Ιταλικός Στρατός δεν ήταν εύκολος αντίπαλος. Προ πάντων δεν ήταν ένα στράτευμα «δηλών» και «φαιδρών», όπως τους παρουσίαζαν οι γελοιογράφοι της εποχής, ούτε φυσικά ήταν οι «γελοίοι» των τραγουδιών και των επιθεωρήσεων.

Αναμφισβήτητα, οι γελοιογραφίες, τα τραγούδια και οι θεατρικές παραστάσεις, αποτέλεσαν χρήσιμα μέσα για την τόνωση του ηθικού των ημετέρων και ορθότατα η τότε ηγεσία τα χρησιμοποίησε, στο πλαίσιο της δημιουργίας κλίματος ευφορίας, ενθουσιασμού και πίστης  στη νίκη.  

Από την πλευρά της η στρατιωτική ηγεσία, γνώριζε πολύ καλά τα πραγματικά στοιχεία ισχύος και με βάση αυτά σχεδίαζε.

Και τούτο διότι η νίκη είναι αποτέλεσμα ορθής και λεπτομερούς επινόησης και δαπανηρής σχεδιάσεως και προετοιμασίας, καθώς και μιας επιδέξιας διεξαγωγής των πολεμικών επιχειρήσεων, ή ορθότερα μιας περισσότερο επιδέξιας διεξαγωγής, από εκείνην του αντιπάλου.

Επιπλέον το ηθικό και το φρόνημα δεν είναι έννοιες αυθύπαρκτες.

Καλλιεργούνται, αναπτύσσονται και συντηρούνται, ώστε να παραμένουν στο υψηλότερο δυνατό επίπεδο.

Είναι αποτέλεσμα συστηματικής προσπάθειας, επιτυχημένης συνοχής και κατάλληλων χειρισμών της στρατιωτικής ηγεσίας.

Από την άλλη, θα πρέπει να επισημανθεί ότι η διεξαγωγή του πολέμου απαιτεί μέσα, υλικά, σχεδίαση, διοίκηση και κατεύθυνση.

Είναι πλέον αδιαμφισβήτητο και απορρέει από επίσημα ιστορικά στοιχεία, ότι πίσω από τη νίκη κατά των Ιταλών, υπήρχε μια άριστη προετοιμασία από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης και της στρατιωτικής ηγεσίας.

Είναι προφανές ότι οι Ιταλοί είχαν προετοιμαστεί για μια αποστολή «ειρηνικής κατοχής», ή το πολύ - πολύ να αντιμετωπίσουν κάποια αντίσταση για την τιμή των όπλων.

Αντί αυτού όμως, βρέθηκαν έναντι αντιπάλων με πολύ υψηλό ηθικό, μεγάλη σωματική αντοχή και καλά εκπαιδευμένων. Αλλά και με μια ηγεσία που ήξερε καλά τη δουλειά της.         

Μέρα με τη μέρα τα ελληνικά στρατεύματα σημείωναν και μια νίκη και ανάγκασαν τους Ιταλούς να υποχωρήσουν.

Το έπος της Αλβανίας που ακολούθησε έχει τόση μεγαλόπρεπη εμφάνιση με τις άπειρες λεπτομέρειές του, που είναι αδύνατο να υπάρξει εκφραστικός τρόπος να το απεικονίσει σωστά.

- Ο Έλληνας φαντάρος του μετώπου της Αλβανίας με τις πληγές και τα κρυοπαγήματα,

- η ηρωική μορφή της Ελληνίδας-γυναίκας που κουβαλούσε στην πλάτη της τα πυρομαχικά, σκαρφαλώνοντας στα κακοτράχαλα βουνά της Ηπείρου,

- τα παιδιά που πήγαιναν το ψωμί, ως και οι γέροντες που μπόρεσαν να κατρακυλήσουν μια πέτρα στον αναρριχόμενο εχθρό,

κέρδισαν τη μάχη της Πίνδου και έδειξαν στους περιώνυμους λαούς της Ευρώπης πώς υπερασπίζεται κανείς τα εδάφη του απέναντι στην αυθάδεια και τη μεγαλοστομία.

Χάρη στο ακατάβλητο θάρρος, στο υψηλό ηθικό στρατού και λαού, στο απαράμιλλο πνεύμα αυτοθυσίας των Ελλήνων, αλλά και την κατάλληλη προετοιμασία και διοίκηση της μάχης σε όλη την κλίμακα της ιεραρχίας, συνετρίβησαν τα σχέδια αλλά και τα όνειρα των Ιταλών να καταγάγουν αποφασιστική νίκη πριν από την εισβολή των Γερμανικών δυνάμεων στην Ελλάδα.

Το υπέρτατο αγαθό της ελευθερίας γίνεται το φωτεινό σημάδι, γίνεται ο Ήλιος που καταυγάζει το δρόμο των ηρώων αγωνιστών και τους οδηγεί μέσα από τη θυσία στην εκπλήρωση του ύψιστου χρέους.

Για το γεγονός αυτό έγραψαν χαρακτηριστικά  οι Τάιμς του Λονδίνου: «η ξένη τυραννία δεν πραγματοποίησε μεγαλύτερη πρόοδο εναντίον του πρώτου προμάχου των Ελευθεριών στην Ευρώπη από όση οι Πέρσες, όταν πριν από 2500 χρόνια κατατροπώθηκαν από τους Έλληνες παρά την καταπληκτική τους υπεροπλία στην ξηρά και τη θάλασσα».

Στις 6 Απριλίου 1941 ο Χίτλερ προσβάλλει τα οχυρά των Ελληνoβουλγαρικών  συνόρων με τρομακτικές δυνάμεις.

Και αυτή την επίθεση ο Ελληνικός στρατός και σύσσωμος ο Λαός την υποδέχθηκε με την ίδια υψηλοφροσύνη.

Στις 7 και 8 Απριλίου ο αγώνας υπήρξε ηρωικός, έτσι ώστε ο Χίτλερ στις 4 Μαΐου, μιλώντας στο Ράιχσταγκ είπε: «η Ιστορική δικαιοσύνη με υποχρεώνει να διαπιστώσω ότι απ’ όλους τους αντιπάλους τους οποίους αντιμετωπίσαμε, ο Έλληνας στρατιώτης ιδιαίτερα πολέμησε με ύψιστο ηρωισμό και αυτοθυσία».

Μπροστά όμως στον υπέρμετρο ναζιστικό στρατό και εξοπλισμό, ο ελληνικός στρατός, τελικά αναγκάστηκε να υποχωρήσει. Όμως ο αγώνας συνεχίστηκε.

Ο συμμαχικός στρατός μαζί με τον Ελληνικό μεταφέρθηκε στην Κρήτη και με τη βοήθεια του κρητικού λαού συνέχισαν τις επιθέσεις κατά των Γερμανών μέχρι τις 24 Μαΐου 1941.

Οι Γερμανοί χάνουν επίλεκτες δυνάμεις τους στην ξηρά και παράλληλα η Ελληνική αεροπορία και ο στόλος, κατορθώνουν συνέχεια νικηφόρες επιχειρήσεις.

Η δράση των αντιτορπιλικών και υποβρυχίων μας, υπήρξε αξιοθαύμαστη.

Όμως στο τέλος καταρρεύσαμε.

Αλλά είναι μερικές αποτυχίες που αξίζουν όσο και οι λαμπρότερες νίκες.

Οι 55 μέρες της Γερμανικής επίθεσης ήταν ήδη χρόνος αρκετός για να διευκολυνθούν οι συμμαχικές δυνάμεις της Αφρικής και να αναβληθεί η  γερμανική επίθεση στη Σοβιετική Ένωση μέχρι τέλος Ιουνίου, για να καταφθάσει εν τω μεταξύ ο βαρύς ρωσικός χειμώνας που παρέλυσε τη δράση των επιτιθεμένων και συνέβαλε έμμεσα στην ήττα των Γερμανών στη Σοβιετική Ένωση, γεγονός που αναγνώρισαν και οι ίδιοι οι Ρώσοι.

Ο ηρωικός αγώνας της Ελλάδας εναντίον του Άξονα, αποτελεί αναμφισβήτητα μια από τις ενδοξότερες σελίδες της ελληνικής Ιστορίας. Έχει όμως και ευρύτερη ιστορική σημασία, γιατί επηρέασε πολλαπλά την εξέλιξη του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου, και συνέβαλε κρίσιμα στην έκβασή του.

Του ανήκει έτσι περίβλεπτη θέση στη γενικότερη σύγχρονη ιστορία.

Ακολουθεί ο καιρός της δοκιμασίας για τον ελληνικό λαό. Δίσεκτοι χρόνοι στερήσεων, ταπεινώσεων, πείνας και θανάτου.

Ακολουθούν τα πικρά χρόνια της κατοχής, όπου άνδρες γυναίκες και παιδιά έπιασαν μετερίζι μέσα στις πόλεις. Πίσω από τα κλειστά παράθυρα, τους ραγισμένους τοίχους, τα σκοτεινά σοκάκια, τους κάμπους και τα βουνά, ο αγώνας συνεχίζεται.

Το αγωνιστικό φρόνημα των Ελλήνων δεν κάμφθηκε , αλλά εξακολούθησε να μάχεται τον εχθρό με τη μεγαλειώδη Εθνική Αντίσταση.

Ο αγώνας εκδηλώθηκε με εκδόσεις παράνομων εντύπων, με φυγαδεύσεις ή περιθάλψεις καταδιωκομένων και με τη δράση διαφόρων αντιστασιακών οργανώσεων.

Βέβαια οι Γερμανοί αντέδρασαν με φυλακίσεις αθώων, απάνθρωπα βασανιστήρια και ομαδικές εκτελέσεις. Για αντίποινα ολόκληρα χωριά χάθηκαν όπως Δίστομο, Δοξάτο και Καλάβρυτα. Χιλιάδες Έλληνες οδηγήθηκαν στα Γερμανικά στρατόπεδα.

Όλοι μας συναισθανόμαστε σε τι οφείλονται τα κατορθώματα της πανένδοξης εποχής. Οφείλονται στην αδιάσπαστη ενότητα και ομοψυχία του Έθνους μας και στην Ελληνική ψυχή που φλέγεται πάντοτε από τον πόθο της ελευθερίας.

Η σημερινή γιορτή δεν γίνεται μόνο για να δρομολογήσουμε κατορθώματα και θυσίες, αλλά για να αισθανθούμε κυρίως εμείς οι νεότεροι, την κοινωνική σημασία της 28ης Οκτωβρίου 1940 και να αντλήσουμε δυνάμεις.

Αυτό το μεγάλο, ασύγκριτο ιστορικό γεγονός, δεν πρέπει να γίνεται επίσημη μόνο στιγμή, λαμπρή γιορτή και λόγος πανηγυρικός και ύστερα παρελθόν.

Δεν πρέπει να φεύγει από εμάς, από τη ζωή μας, τη σκέψη μας, αλλά να έρχεται προς εμάς, να μένει κοντά μας σαν ζωντανή μνήμη, σαν αυστηρή εντολή και να μας κάνει ανθρώπους αληθινούς.

Την πολεμική Ιστορία των λαών, την πλάθουν πολλές δυνάμεις: η ματαιοδοξία, η φτώχεια, η απληστία, η τραυματισμένη αξιοπρέπεια.

Η τραυματισμένη αξιοπρέπεια είναι η πιο ανίκητη δύναμη. Είναι η δύναμη της αδυναμίας. Η πιο αποτελεσματική ανάμεσα σε όλες.

Ο άνθρωπος που δεν έχει χάσει την ανθρωπιά του, δούλος δεν γίνεται. Η έννοια του ανθρώπου και η έννοια της ελευθερίας είναι δύο έννοιες ταυτόσημες. Ο ελεύθερος άνθρωπος, ακόμη και όταν δεν κατορθώνει να αντιδράσει με τα μέσα της ενέργειας, ακόμη και όταν αναγκάζεται να σωπαίνει, διαμορφώνει έτσι τον εσωτερικό του κόσμο, ώστε να αποτελεί ολόκληρος ο εαυτός του μια διαμαρτυρία, μια ένταση.

Ο ελεύθερος άνθρωπος δεν ευνοεί συμβιβασμούς, υποχωρήσεις, συγκατατάσσεις. Όποιος συμβιβάζεται ακρωτηριάζεται.

Η 28η Οκτωβρίου 1940, έρχεται να συμπληρώσει μια μακρά αλυσίδα ηρωικών κατορθωμάτων και πράξεων αυτοθυσίας που διατρέχει ολόκληρη την ελληνική ιστορία.

Όμως  αυτή τη μέρα της 28ης Οκτωβρίου 1940, με αυτό το πάθος, με αυτήν την έξαρση, δεν πρέπει να τη λησμονούμε ποτέ.

Ας είναι ο ελάχιστος φόρος τιμής στον κάθε επώνυμο ή ανώνυμο αγωνιστή, στον απλό άνθρωπο του λαού που κράτησε με μοναδική αυτοθυσία και ηρωισμό ψηλά τη σημαία του αγώνα και της εθνικής μας αντίστασης κατά του βάρβαρου κατακτητή.

Η Δημοκρατία, η Ελευθερία, η Δικαιοσύνη, η Αξιοπρέπεια είναι ιδανικά αθάνατα, είναι δυνάμεις ακατάλυτες. Θριάμβευσαν ανά τους αιώνες και θα εξακολουθούν να θριαμβεύουν, όσο υπάρχουν Έλληνες.

Η 28η Οκτωβρίου 1940, είναι η ιερή παρακαταθήκη της γενιάς μας και το τιμιότερο που εμείς  μπορούμε να αφήσουμε στις άλλες.

Είναι η αθανασία και η αιωνιότητά μας.   

- Ο κ. Αθανάσιος Μπουρούνης είναι Επίτιμος Δ/ντής Σχολικής Μονάδας Δ.Ε.