Παρασκευή
26 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4967RSS FEED
Σαράντα χρόνια κατοχής στην Κύπρο
Γράφει ο
Αντώνιος Τσίχλης

Σήμερα, σαράντα χρόνια μετά την τουρκική εισβολή του 1974 στην Κύπρο, σύμπας ο Ελληνισμός υποκλίνεται στη μνήμη των πεσόντων αδελφών μας και εκφράζει το σεβασμό και την ευγνωμοσύνη του προς όλους τους ηρωικούς, Κυπρίους και Ελλαδίτες, υπερασπιστές της Μεγαλονήσου, που αντιμετώπισαν τις ασύγκριτα υπέρτερες δυνάμεις του ιταμού εισβολέα σε μία σκληρή και άνιση αναμέτρηση. Ακόμη ως ΄Έλληνες εκφράζομε την πηγαία συμπάθειά μας προς τους οικείους όσων είτε  έπεσαν μένοντες πιστοί στο καθήκον προς την πατρίδα είτε είναι ακόμη αγνοούμενοι.

Ως γνωστον  στις 15 Ιουλίου 1974 ο τότε Πρόεδρος της Κυπριακής Δημοκρατρίας Μακάριος ανετράπη κατόπιν κινήματος των κυπριακών Ενόπλων Δυνάμεων, τη συνεργεία βεβαίως του τότε στρατιωτικού καθεστώτος στην Ελλάδα. Ακολουθεί η φυγή του Μακαρίου και η άφιξή του με αγγλική βοήθεια στο Λονδίνο μέσω Μάλτας. Σημειωτέον ότι στο Λονσίνο ήδη από τις 18 Ιουλίου ευρίσκεται ο Τούρκος πρωθυπουργός Ετσεβίτ και ο αμερικανός απεσταλμένος Σίσκο. Ο τελευταίος συναντάται διαδοχικώς με τον Κάλαχαν και τον Ετσεβίτ. Στις 19 Ιουλίου 1974 ο Μακάριος μεταβαίνει στη Νέα Υόρκη. Κατά την εφημερίδα LE MONDE της 15ης Αυγούστου 1974 ο τουρκικός στόλος αποπλέει από την Αλεξανδρέττα στι 12 το μεσημέρι της 19ης Ιουλίου , αλλά δεν επιτίθεται στην Κύπρο ακόμη. Στίς 9.30 το βράδυ της ιδίας ημέρας, 19ης Ιουλίου 1974, ο Μακάριος, που ήδη είχε φθάσει από το Λονδίνο στη Νέα Υόρκη, μεταβαίνει στο εκτάκτως συγκληθέν Συμβούλιο Ασφαλείας του Ο.Η.Ε., όπου και εκφωνεί ομιλία, της οποίας το περιεχόμενο σε γενικές γραμμές γνωρίζομε όλοι. Στίς 4.50 τα ξημερώματα της 20ης Ιουλίου 1974 σαράντα χιλιάδες περίπου Τούρκοι στρατιώτες αρχίζουν απόβαση και επίθεση στη Μεγαλόνησο με την υποστήριξη της Αεροπορίας και του Ναυτικού.

Η απόβαση και επίθεση των τουρκικών στρατευμάτων ολοκληρώθηκε σε δύο φάσεις, με ένα μήνα σχεδόν διαφορά η πρώτη από τη δεύτερη, και είχε ως αποτέλεσμα την παράνομη κατοχή του 40% της Κυπριακής Δημοκρατίας. 220.000 Κύπριοι εκδιώχθηκαν από την πατρίδα τους, 4.000 περίπου σκοτώθηκαν και 1.619 δηλώθηκαν ως αγνοούμενοι. Οι Τούρκοι κατακτούν  το 65% της καλλιεργήσιμης γης, το 70% του ορυκτού πλούτου, το 70% της βιομηχανίας και το 60% των τουριστικών εγκαταστάσεων.

Αυτά όσον αφορά στα γεγονότα αυτά καθεαυτά.

Έχει καλλιεργηθεί η εντύπωση ότι η τουρκική εισβολή οφείλεται κατ΄ αποκλειστικότητα στο πραξικόπημα της 15ης Ιουλίου 1974. Όμως αυτό δεν αληθεύει. Τα γεγονότα της 15ης Ιουλίου 1974 απετέλεσαν απλώς την αφορμή για την εισβολή και διαίρεση της Κύπρου. Η Τουρκία ενήργησε με βάση προσυμφωνημένο σχέδιό της με τις ΗΠΑ (ίσως και με την Αγγλία),όπως φαίνεται από χάρτη που έχει αποδευσμευτεί από το αρχείο του Κίσινγκερ.

Βεβαίως η Τουρκία υποστήριξε ότι η ενέργειά της αυτή δεν αποτελεί εισβολή, αλλά "ειρηνική επέμβαση" για την επαναφορά του  συνταγματικού σκηνικού στην κατάσταση πριν τα γεγονότα της 15ης Ιουλίου 1974. οι ισχυρισμοί της όμως αυτοί δεν ευσταθούν, διότι στην περίπτωσή της δεν ίσχυε κανένας από τους τρεις όρους-προϋποθέσεις που θέτει η Συνθήκη Εγγυήσεων της Κυπριακής Δημοκρατίας και οι οποίοι δίνουν το δικαίωμα σε μία των εγγυητριών δυνάμεων να επέμβουν ενόπλως στην Κύπρο.

Μία άλλη πτυχή της κυπριακής τραγωδίας είναι οι αγνοούμενοι. Το δράμα στην περίπτωση αυτή σχετίζεται με τους συγγενείς τους, οι οποίοι ζουν ακόμη με την αβεβαιότητα ή την προσμονή είτε της απελευθέρωσης, αν είναι κρατούμενοι, είτε της ανεύρεσης των οστών τους, αν είναι θαμμένοι σε ομαδικούς ή όχι τάφους, και του επισήμου ενταφιασμού τους σε χριστιανικό κοιμητήριο. Στην περίπτωση αυτή έχομε κατάφωρη παραβίαση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κατάσταση για την οποία ο θεωρούμενος πολιτισμένος κόσμος και οι διεθνείς οργανισμοί κωφεύουν. Εν προκειμένω ο ΟΗΕ, ενώ μέσω των διαφόρων οργάνων του, όπως η Γενική Συνέλευσις και το Συμβούλιο Ασφαλείας, έχει κατά καιρούς λάβει αποφάσεις υπέρ της Κυπριακής Δημοκρατίας και εναντίον της Τουρκίας, εν συνεχεία αυτές τις αποφάσεις δεν τις μετατρέπει σε πράξη, κάτι το οποίο καταστατικώς έχει και την υποχρέωση και τη δυνατότητα να κάνει. Δυστυχώς αποδεικνύει έτσι ότι ως κορυφαίος διεθνής οργανισμός δεν αποτελεί καταφύγιο και θεσμό δικαίωσης παντός αδικημένου, αλλά χώρο διακανονισμού και εξισορροπήσεως των συμφερόντων των μεγάλων δυνάμεων.

Άλλες πλλευρές της κυπριακής τραγωδίας αποτελούν το πρόβλημα των προσφυγικών περιουσιών, η σύληση των ορθόδοξων χώρων λατρείας, η καταστροφή των μνημείων του πολιτισμού μας.

Αλλά και το δράμα των εκτοπισμένων δεν είναι μικρότερο. Διωγμένοι από τις εστίες τους νιώθουν χαραγμένο μέσα τους πως η ανεστιότητα δεν είναι μόνον η απώλεια της γης και της περιουσίας, αλλά και το λύγισμα και  αδυνάτισμα των δεσμών, το ξέφτισμα των εθίμων και το ξεθώριασμα της ιδιαίτερης εκείνης συνείδησης που είχε ο καθένας στο σπίτι του, στη γειτονιά, στο χωριό στην πόλη του.

Ίσως δεν μπορούμε εμείς να μπούμε στην ψυχολογία όσων τώρα επιχειρούν να επισκεφθούν τα κατεχόμενα και να δουν από μακριά το σπίτι τους. Πριν από καιρό μου έλεγε ένας γνωστός μου Κύπριος από την περιοχή της Κυρήνειας ότι μετά τη δυνατότητα επισκέψεως στα κατεχόμενα αποφάσισε να πάει να δει το χωριό του και το σπίτι στο οποίο κατοικούσε μέχρι την εισβολή. Ανεγνώρισε το σπίτι και είδε απ' έξω τους νέους του ενοίκους. Πλησίασε, το κοιτούσε και θυμόταν τα παλιά, μέχρι που ένας Τούρκος που ήταν στην αυλή τον προσκάλεσε να μπει μέσα. Τη στιγμή εκείνη είχε μέσα του ανάμεικτα συναισθήματα: νοσταλγία, λύπη, πίκρα, οργή, μίσος.  Μπόρεσε και είπε μόνο στον Τούρκο με φωνή που έβγαινε με κόμπο από το στεγνό λαρύγγι του "αυτό είναι το σπίτι του πατέρα μου". Και αμέσως έκανε στροφή και έφυγε χωρίς να έχει τη δύναμη να μπει ούτε στην αυλή. Ένιωθε τη στιγμή εκείνη τα βήματά του τόσο βαριά, λες και αλυσίδες κρατούσαν τα πόδια του δεμένα στο έδαφος. Αλλά και τη στιγμή που τα αφηγείτο όλα αυτά σε μένα, πάλι εκεί βούρκωσαν τα μάτια του και κόμπιασε η φωνή του. Η αφήγηση αυτή του Κυπρίου μου έφερε την εικόνα πού αντίκρυσα τέσσερα χρόνια μετά την εισβολή (εικόνα που και τώρα μου έρχεται έντονη), όταν στα πλαίσια..., εν πάση περιπτώσει, όταν μπήκα σε σπίτι σε μη εποικισμένη περιοχή των κατεχομένων: ένα τραπέζι όπως το είχαν αφήσει οι ένοικοι του σπιτιού το 1974,  μ' ένα τραπεζομάντηλο στρωμένο και τα μαχαιροπήρουνα επάνω.

Πάντως εδώ και σαράντα χρόνια το κυπριακό πρόβλημα είναι πρόβλημα διεθνούς δικαίου λόγω της παράνομης στρατιωτικής εισβολής και κατοχής του βορείου τμήματος της Κυπριακής Δημοκρατίας από την Τουρκία. Το κυπριακό επηρεάζεται από ποικίλους παράγοντες, ορισμένοι εκ των οποίων μεταβάλλονται κατά τη μακροχρόνια πορεία του, την αντιπαράθεση ανάμεσα στην Ελλάδα και την Τουρκία, αλλά και τη γεωστρατηγική θέση της Κύπρου στο πέρασμα από την Ευρώπη στη Μέση Ανατολή.

Η συνεχιζόμενη εκκρεμότητα του κυπριακού προβλήματος και η συχνά οξεία αντιπαράθεση γύρω από τις διάφορες πτυχές του στη διεθνή σκηνή, τα κόμματα και τον καθημερινό τύπο των εμπλεκομένων  χωρών, συχνά με εθνικιστικά, απολογητικά, συνωμοσιολογικά ή άλλα ιδεολογικά στοιχεία, δυσχεραίνουν ως σήμερα την επιστημονική ιστορική μελέτη του και τη νηφάλια αποτίμηση του ρόλου των πρωταγωνιστών του.

Αν αναλογισθεί κανείς ότι τα πετρέλαια της Μοσούλης και της Σαουδικής Αραβίας κατευθύνονται επίσης στην Ανατολική Μεσόγειο, καθίσταται πασιφανές ότι η κεντρική θέση που κατέχει η Κύπρος θα αποτελέσει στο μέλλον τη βασικότερη παράμετρο του παγκόσμιου ανταγωνισμού. Στο πλαίσιο αυτό το κυπριακό ζήτημα σύμφωνα με τον Νταβούτογλου είναι για την Τουρκία ζωτικής σημασίας από γεωστρατηγική άποψη. Ενδεικτικώς αναφέρει ότι, ακόμη και αν δεν υπήρχε ούτε ένας μουσουλμάνος Τούρκος στο νησί, η Τουρκία οφείλει να διατηρεί το κυπριακό ζήτημα.

Αυτή είναι η σκληρή αλήθεια της σημερινής εικόνας του κυπριακού, με την Τουρκία να εξακολουθεί να παραβιάζει κατάφωρα τη διεθνή νομιμότητα, να δηλώνει προκλητικά ότι δεν πρόκειται να συμμορφωθεί με αποφάσεις όπως η πρόσφατη του Ευρωπαϊκού Δικαστηρίου των Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και να αρνείται τις κυπρογενείς υποχρεώσεις της έναντι της Ευρωπαϊκής Ενώσεως.

Χρέος της σημερινής ηγεσίας, τόσο στην Ελλάδα όσο και στην Κύπρο, είναι με αδελφική συνεργασία και συντονισμένα να επιδιώξει τον τερματισμό της τουρκικής κατοχής στην Κύπρο και των συνεπειών της, αλλά και την εξεύρεση λύσεως με τρόπο εθνικώς επωφελή και αξιοπρεπή.

Τελειώνοντας ας ευχηθούμε η κυπριακή τραγωδία να είναι η τελευταία που έχομε βιώσει ως έθνος και την οποία γνώρισε η γενιά μας. Ας ευχηθούμε η νέα γενιά που μας ακολουθεί μετά από σαράντα χρόνια στο μέλλον να μην χρειασθεί να τελεί μνημόσυνα, σαν το σημερινό, για μελλοντικές εθνικές τραγωδίες.