Γιατί ερωτευόμαστε; Γράφει ο
Ηλιάνα Βολονάκη
Το βλέμμα μαγνητίζεται, οι σφυγμοί της καρδιάς ανεβαίνουν, τα πόδια κόβονται, το στομάχι δένεται κόμπος, η ανάσα πνίγεται και όλα αυτά, απλά και μόνο μπροστά στη θέα ενός ανθρώπου. Παραδόξως, όμως, κάθε άλλο παρά δυσφορία νιώθουμε.
Απεναντίας, μάλιστα, αντλούμε ευχαρίστηση, μοναδική ευφορία και μια ανεξήγητη πληρότητα. Ξαφνικά όλα γύρω μας μοιάζουν υπέροχα, παίρνουν άλλο νόημα, δείχνουν πιο όμορφα. Και αν αυτό το συναίσθημα βρει ανταπόκριση και από τον άλλον, τότε πραγματικά είναι ευλογία και για τους δυο.
Η απάντηση σε όλα αυτά είναι έρωτας και πάντα έρχεται απροειδοποίητος.
Γιατί ερωτευόμαστε;
Και γιατί το συγκεκριμένο άτομο και όχι κάποιο άλλο;
Ο Έρωτας είναι ένας μικρός φτερωτός θεός, που ρίχνει τα βέλη όπου βρει, αγνοώντας τις συνέπειες. Η επιστήμη βέβαια, φίλοι μου, έχει άλλη άποψη περί του θέματος.
Ο εγκέφαλός μας, όπως όλοι ξέρουμε, είναι το βασικό σημείο που κινεί τα νήματα. Όλα ξεκινούν από αυτόν και καταλήγουν, επίσης, σε αυτόν.
Ερευνητές, μάλιστα, υποστηρίζουν ότι ο έρωτας είναι βιολογική ανάγκη και διαφορετική από τη σεξουαλική διέγερση. Είναι κάτι σαν την πείνα, τη δίψα, την ανάγκη ενός καπνιστή να καπνίσει.
H έρευνα εξηγεί, γιατί ο έρωτας μπορεί να εμπεριέχει τόσο ακραία και αντίθετα συναισθήματα, όπως ευφορία, άγχος και θυμό, τα τελευταία κυρίως, όταν χάνουμε ή κινδυνεύουμε να χάσουμε το αντικείμενο του πόθου μας. Τότε ο έρωτας ενισχύεται. «Όταν είσαι ερωτευμένος χάνεις τον έλεγχο, τη λογική», συμφωνείτε;
Έχουμε ακούσει, φίλοι μου, ότι ο έρωτας περνάει από το στομάχι, ότι μια ματιά ήταν αρκετή για να μην μπορούμε να τον/την ξεχάσουμε, ένα άγγιγμα, κλπ. Αυτά είναι εν μέρει αλήθεια, όμως υπάρχει μια βαθύτερη εξήγηση. Ότι και αν νιώθουμε με τις υπόλοιπες αισθήσεις μας, μία είναι αυτή που θα μας οδηγήσει πραγματικά στο άτομο που θα ερωτευτούμε.
Από τα πιο βασικά αισθητήρια όργανα του έρωτα είναι η μύτη. Λειτουργεί ως «ανιχνευτής» της φυσικής μυρωδιάς των ανθρώπων που πρόκειται να μας εντυπωσιάσουν, πριν καλά-καλά, μάλιστα, να έρθουμε σε οπτική επαφή μαζί τους. Άλλες μυρωδιές είναι πιο οικείες και άλλες απλά, μας αφοπλίζουν! Μόλις το άτομο μυρίσει την κατάλληλη για εκείνο μυρωδιά, αναλαμβάνει δράση!
Η σύνδεση αυτή του έρωτα και της όσφρησης, κάθε άλλο παρά αυθαίρετη θα μπορούσε να χαρακτηριστεί. Το πώς νιώθουμε, οι εικόνες που ανακαλούμε και μόνο στην μυρωδιά ενός αρώματος, η αλλαγή της διάθεσης μας από μια και μόνο μυρωδιά, είναι φαινόμενα που έχουν συμβεί σε όλους μας.
Η οσμή ανακαλεί μνήμες και συναισθήματα με πολύ μεγαλύτερη ένταση από τις άλλες μας αισθήσεις και οδηγεί γρήγορα σε συνειρμούς. Θυμηθείτε, γιατί πολλές φορές θέλουμε να μείνουμε σε έναν χώρο ή να φύγουμε, ανεξάρτητα από το αν μας αρέσει οπτικά. Η όσφρηση καταλαμβάνει απροειδοποίητα χώρο στη μνήμη μας και εντυπώνεται.
Στην όσφρηση στηρίζεται και η άποψη ότι, «τα ετερώνυμα έλκονται», και αυτό γιατί ο οργανισμός μας έχει την τάση να έλκεται από άτομα που εκπέμπουν διαφορετική μυρωδιά από το ανοσοποιητικό τους σύστημα σε σχέση με το δικό μας.
Κι όμως, η χειραψία δεν αποτελεί μόνο κοσμική εκδήλωση αλλά, κυρίως, την πρώτη αναγνωριστική επαφή για την οσμή κάποιου! Η έλξη που νιώθουμε για ένα άτομο εξαρτάται από την οσμή. Αυτό, βέβαια, δεν σημαίνει ότι μπορεί να μας εξασφαλίσει πάντοτε σωστές επιλογές. Είναι μια καθαρά ενστικτώδης λειτουργία.
Είναι ένας συναίσθημα μοναδικό , αναντικατάστατο, μαγικό, τρελό και υπέροχο μαζί και πολλά άλλα ακόμα. Όταν το ζούμε, όλα όσα νιώθουμε είναι στον υπέρτατο βαθμό. Όρκοι αιώνιας αγάπης και ολοκληρωτικής αφοσίωσης, που πραγματικά τους πιστεύουμε. Πόσο όμως κρατάει αυτό;
Από την στιγμή που ο έρωτας θα μας χτυπήσει με τα βέλη του, είναι σίγουρο πως δεν θα κρατήσει παντοτινά με αυτή την ένταση. Έρχεται όμως να δώσει την θέση του σε ένα άλλο συναίσθημα πιο βαθύ και ικανό να κρατήσει για πάντα. Την αγάπη. ποια είναι όμως η πορεία της διαδρομής από την στιγμή που θα αντικρίσουμε το άτομο που θα ερωτευτούμε μέχρι την αγάπη;
Η πρώτη φάση του έρωτα είναι ο πόθος. Θηλυκά οιστρογόνα και αρσενική τεστοστερόνη συναντιούνται και προκαλούν εκρήξεις! Για να υπάρξει ισορροπία ανάμεσα στα δύο φύλα, η παραγωγή των ορμονών λειτουργεί αντίστροφα. Η έκκριση της τεστοστερόνης στον άνδρα μειώνεται, ενώ τα οιστρογόνα στη γυναίκα αυξάνονται με γοργούς ρυθμούς, έως ότου πλησιάσει το «ταίρι» της.
Όταν οι ενδιαφερόμενοι έρθουν κοντά, ξεκινά η δεύτερη φάση του έρωτα. Ορμόνες που ελέγχουν τον ρυθμό της καρδιάς, της πίεσης και του στρες, όπως η ντοπαμίνη και η αδρεναλίνη, κατακλύζουν το σώμα από συναισθήματα. Το σώμα, ωστόσο, αδυνατεί να βιώσει την έκκριση των συγκεκριμένων ορμονών για μεγάλο χρονικό διάστημα. Οι ορμόνες αυτές λειτουργούν στα κέντρα όπου είναι «τοποθετημένα» το αίσθημα της πείνας, της δίψας και άλλων αναγκών. Όσο η ντοπαμίνη και η αδρεναλίνη πλημμυρίζουν το σώμα, ο άνθρωπος λειτουργεί με αυξημένο στρες, κατάσταση που μπορεί να διαρκέσει έως και τρία χρόνια!
Όταν ερωτευόμαστε, το κέντρο της κρίσης του εγκεφάλου «χάνεται». Οι παρενέργειες της γλυκιάς «νόσου» γίνονται ανεξέλεγκτες, γι? αυτό και ο ερωτευμένος λειτουργεί κατά κάποιον τρόπο, σαν χαμένος, πολλές φορές για παράδειγμα, με ένα χαμόγελο στα χείλη, χωρίς λόγο, με μια αφέλεια, με απροσεξία κλπ.
Αυτό, όμως, δεν διαρκεί για πολύ. Την κατάσταση έρχεται να σώσει η οξιτοκίνη ή αλλιώς οκιτοκίνη, που είναι μια ορμόνη που χαρακτηρίζει και την σχέση μητέρας-παιδιού. Σκοπός είναι να περάσει η σχέση σε ένα στάδιο πιο ώριμο και συνειδητοποιημένο.
Στην τελευταία φάση της πορείας του έρωτα, ανήκει η διαδικασία του δεσίματος των συντρόφων. Εδώ εκκρίνεται η ορμόνη της αγάπης. Το ενδιαφέρον και η διάθεση για όρκους αγάπης και αφοσίωσης υπάρχουν, αλλά αυτή τη φορά πιο συνειδητοποιημένα και με πιο χαλαρές διαθέσεις.
Η ορμόνη της αγάπης έρχεται για να ενισχύσει την εμπιστοσύνη μέσα στο ζευγάρι. Έτσι, ο έρωτας διατηρείται, ενώ αυτό που περιορίζεται είναι η έντασή του. Το ζευγάρι αρχίζει να ηρεμεί, να ζει πιο ήρεμα και αρμονικά, χωρίς τις ακρότητες που είχαν φέρει το πάθος και ο ενθουσιασμός στα πρώτα στάδια. Εν ολίγοις, επιτρέπει στο ζευγάρι γλυκιά, ήρεμη, αρμονική ζωή, χωρίς τις ακρότητες του πάθους.
Από τις δυσάρεστες πτυχές στο κεφάλαιο «Έρωτας», καθώς και ένας από τους λόγους που προκαλούν αγωνία και καρδιοχτύπι στον ερωτευμένο. Είναι ο φόβος και η αγωνία μιας πιθανής απόρριψης. Διαπιστώθηκε, πως, ενώ εξακολουθείς να είσαι ερωτευμένος, η απόρριψη μπορεί να αποσυντονίσει την δραστηριότητα σε όλες σχεδόν τις περιοχές του εγκεφάλου.
Φυσικά, σε έναν ψυχικά υγιή άνθρωπο, η ηρεμία σιγά-σιγά αποκαθίσταται. Όμως, τα κυκλώματα του εγκεφάλου που συνδέονται με το πάθος, δεν επηρεάζονται καθόλου, έτσι ώστε να είναι έτοιμα να «ξανανάψουν» στο επόμενο «αντικείμενο» του πόθου.
Όσο βέβαια, αφορά, το κεφάλαιο: Έρωτας, με τη πρώτη ματιά; Όσοι τον έχουν ζήσει, πάντως, το περιγράφουν ως κάτι μοναδικό, από τα πιο ρομαντικά πράγματα που μπορούν να συμβούν σε κάποιον και θα ήθελαν χωρίς καμία αμφιβολία να το ξαναζήσουν! Αυτό που ενδυναμώνει την φύση του κεραυνοβόλου έρωτα είναι τόσο το γεγονός ότι μπορεί να συμβεί μέσα σε κλάσματα δευτερολέπτου ένα τόσο δυνατό και ευχάριστο συναίσθημα, όσο και το μυστήριο που χαρακτηρίζει την ατμόσφαιρα ανάμεσα στα δύο άτομα.
Έρωτας με την πρώτη ματιά, υπάρχει. Ανεξάρτητα από το αν και πόσο αυτός θα εξελιχθεί ή όχι.
Το συναίσθημα του κεραυνοβόλου έρωτα είναι εξαιρετικά δυνατό και για τους περισσότερους ασυγκράτητο. Την ώρα που σου συμβαίνει δεν μπορείς να ελέγξεις τις κινήσεις σου ή το βλέμμα σου. η έλξη που σου προκαλεί το άλλο άτομο τόσο ξαφνικά, σε κάνει να χάσεις στιγμιαία τον έλεγχο.
Το σίγουρο είναι ότι οι ευκαιρίες για να ζήσει ο καθένας μας κάτι τόσο δυνατό, είναι σαφώς περιορισμένες. Μπορεί, όμως, να συμβεί, οπουδήποτε. Οι άνθρωποι που έχουν νιώσει αυτό το συναίσθημα το περιγράφουν σαν κάτι πολύ όμορφο και ζεστό: όταν οι ματιές συναντήθηκαν, ήξεραν ότι είχαν γνωρίσει τον άνθρωπο των ονείρων τους.
Οι ψυχολόγοι υποστηρίζουν ότι ο άνθρωπος χρειάζεται περίπου 30 δευτερόλεπτα για να ερωτευτεί ή για να αντιληφθεί το κατά πόσον κάποιος είναι ελκυστικός ή όχι. Υποστηρίζουν, επίσης, ότι το αν θα ερωτευτούμε κάποιον κεραυνοβόλα εξαρτάται από την ψυχολογική μας κατάσταση την δεδομένη στιγμή. Όταν δεν υπάρχει η κατάλληλη διάθεση, ακόμα και ο πιο γοητευτικός άνθρωπος μπορεί να περάσει απαρατήρητος.