Παρασκευή
19 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4960RSS FEED
«Δεν ξέρω τι θα γίνει. Ξέρω τι δεν θα γίνει. Δεν θα ’μαστε ποτέ ξανά οι ίδιοι»
Γράφει η
Αιμιλία Σαλβάνου

Τέσσερα χρόνια μετά την υπογραφή του πρώτου μνημονίου και τρία χρόνια μετά το περίφημο «ένας εργαζόμενος σε κάθε οικογένεια» του τότε πρωθυπουργού Γ. Παπανδρέου στη ΔΕΘ του 2011, μια από τις δραματικότερες συνέπειες για την ελληνική κοινωνία είναι η εγκαθίδρυση της ανεργίας ως κανονικότητας. Το κλείσιμο μικρομεσαίων κυρίως επιχειρήσεων, οι περικοπές προσωπικού, η μη ανανέωση συμβάσεων εργασίας, οι περικοπές δαπανών, κάτι που πλήττει τους ελεύθερους επαγγελματίες, όλα συντελούν σε μια κατάσταση συνεχούς συρρίκνωσης του απασχολούμενου εργατικού δυναμικού.

Αλλά και οι δημόσιοι υπάλληλοι, που μέχρι πρότινος θεωρούνταν ότι βρίσκονταν στο απυρόβλητο, τώρα πλήττονται από τη διαθεσιμότητα και την αγωνία για το εργασιακό τους μέλλον. Στατιστικά η ανεργία δεν ήταν ποτέ χαμηλή στην Ελλάδα. Σύμφωνα με τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, από το 1998 ώς το 2009 η ανεργία κυμαινόταν από 7.8% ώς 12.1%. Από τότε μέχρι σήμερα όμως έχει εκτοξευθεί στο 27.8% σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, ενώ το ποσοστό αυξάνεται κατά πολύ αν συμπεριληφθούν και όσοι τυπικά δεν λογαριάζονται ως άνεργοι, κυρίως δηλαδή οι περιστασιακά απασχολούμενοι ή οι ελεύθεροι επαγγελματίες που δεν καλύπτουν ούτε τα έξοδα της επιχείρησής τους. Η νεοφιλελεύθερη επιμονή με τους δείκτες της οικονομίας διατηρεί τα στατιστικά αυτά στοιχεία στο προσκήνιο. Το ενδιαφέρον όμως αυτό για τους οικονομικούς δείκτες μετατρέπεται σε αδιαφορία όταν πρόκειται για τις ζωές των ανθρώπων που αφορά. Ποια είναι η εμπειρία της ανεργίας; Πώς μεταβάλλει η εγκαθίδρυσή της ως κανονικότητα τις προσλαμβάνουσες μιας κοινωνίας για το παρόν και το μέλλον της; Σ’ αυτά τα ερωτήματα ήρθε να απαντήσει το εγχείρημα του Χριστόφορου Κάσδαγλη με το Ημερολόγιο ενός Ανέργου (Χριστόφορος Κάσδαγλης επιμ.-σχόλια, Το Ημερολόγιο ενός Ανέργου. 155+1 αληθινές ιστορίες, Καστανιώτης, Αθήνα 2014).

Ακόμη και μέχρι πριν από έναν χρόνο περίπου, με το ποσοστό της ανεργίας να ξεπερνά το 25%, πολύ λίγα πράγματα γνωρίζαμε για την εμπειρία της ανεργίας. Η ανεργία ήταν αποσυνδεδεμένη από τους ίδιους τους ανέργους, οι ιστορίες των οποίων δεν απασχολούσαν κανέναν εκτός από τους ίδιους τους ανέργους.  Οι άνεργοι παρέμεναν αόρατοι, σιωπηλοί και μόνοι. Η ανεργία ήταν στίγμα, και γι’ αυτό, όσο ήταν ακόμη δυνατόν, παρέμενε στο ημίφως. Πολλές από τις οικογένειες κατόρθωναν ακόμη να αντεπεξέρχονται στην ανεργία ενός από τα μέλη τους, ενώ για τις υπόλοιπες τα αποκτηθέντα κατά την προηγούμενη περίοδο δημιουργούσαν το απαραίτητο προπέτασμα καπνού που προφύλασσε από τα αδιάκριτα βλέμματα όσων ανακουφίζονταν από την ιδέα ότι αυτό που είχε τύχει στον γείτονα δεν είχε τύχει στους ίδιους. Ενοχή, ντροπή, ελπίδα για γρήγορη διόρθωση της κατάστασης, αίσθημα κοινωνικής απόρριψης ήταν στοιχεία που συνέτειναν στη σιωπή. Αυτήν τη σιωπή ήρθε να αλλάξει το εγχείρημα του Ημερολογίου.

Το Ημερολόγιο ξεκίνησε λίγο περισσότερο από έναν χρόνο πριν ως blog και πρόσφατα απέκτησε έντυπη μορφή. Υπήρξε αρχικά ένας φιλόξενος χώρος στον οποίο οι άνεργοι και οι άνεργες μπορούσαν να καταθέσουν τις προσωπικές τους ιστορίες, ένας χώρος όπου μπορούσαν να εκφραστούν με ασφάλεια, να γράψουν «λογοτεχνία της ανάγκης». Σε αυτό αναδείχθηκε η πολλαπλότητα των συναισθημάτων που συνοδεύει την ανεργία και η συνεχής εναλλαγή τους, που κυμαίνεται από την άρνηση και την αντίσταση ώς την απογοήτευση, την παραίτηση και την απαξίωση του εαυτού. Γρήγορα όμως το ημερολόγιο μεταλλάχθηκε σε κάτι πολύ μεγαλύτερο από τον αρχικό του στόχο. Μέσα από τις ιστορίες που κατατέθηκαν η ανεργία πήρε σάρκα και οστά. Πίσω από τις στατιστικές αναδύθηκαν οι άνθρωποι, οι αγωνίες και οι αντιστάσεις τους, η ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης αλλά και η κοινή αγωνία που τις συνδέει όλες.

Τα πολλαπλά πρόσωπα της ανεργίας

Οι ιστορίες των ανέργων συνθέτουν με ενάργεια μια «ιστορία από τα κάτω» της κοινωνικής πραγματικότητας της ανεργίας. Αυτό που προκύπτει με καθαρότητα είναι ότι δεν μπορούμε να μιλάμε για την ανεργία ωσάν να ήταν μια κοινή εμπειρία για τους ανθρώπους που πλήττει. Αντίθετα, η εμπειρία παίρνει τα χαρακτηριστικά της από την ιδιαιτερότητα της κάθε περίπτωσης ξεχωριστά αλλά και από κοινά χαρακτηριστικά κοινωνικών ομάδων που πλήττει. Βέβαια, η πρώτη συνέπειά της, το πλεόνασμα του ελεύθερου χρόνου και η μείωση των πόρων, είναι κοινή. Αλλά πώς μεταφράζεται αυτή η συνέπεια στις διαφορετικές περιπτώσεις ανέργων; Μέσα από τις ιστορίες του ημερολογίου φαίνεται η πολυσυνθετότητα αυτής της εμπειρίας. Φαίνεται ότι η εμπειρία της ανεργίας έχει φύλο, ηλικία και επικαθορίζεται από την κοινωνική κατάσταση. Τι μπορεί να σημαίνει η ανεργία για έναν νέο, τι για μια οικογένεια με μικρά παιδιά, τι για μια μονογονεϊκή οικογένεια και τι για ανθρώπους που πλησιάζει η στιγμή της συνταξιοδότησης; Τι σημαίνει για ανθρώπους που έχουν δίκτυ ασφαλείας και τι γι’ αυτούς που εξαιτίας της αντιμετωπίζουν προβλήματα επιβίωσης; Πώς βιώνεται σε κάθε περίπτωση και τι προκύπτει από τη συνάντησή της με τον τρόπο που είχαν οραματιστεί το μέλλον τους; Ποιες αμφισημίες δημιουργεί;

«Φοβάμαι πως ποτέ δεν θα βρω δουλειά, ότι θα φάω μέχρις εσχάτων ό,τι είχαν δουλέψει οι γονείς μου τις προηγούμενες δεκαετίες και θα καταλήξω άστεγη, ημίτρελη, που την έχει προσπεράσει η πρόοδος, εκεί ακριβώς που θα έχουν πρωτοασπρίσει τα μαλλιά μου». «Μη με μαλώσεις, μπαμπά, κρύωνα κι έβαλα στο ρεύμα λίγο το αερόθερμο να ζεστάνει το δωμάτιο». «Τώρα τα χειρουργεία ζητάνε κάτι διχίλιαρα και πάνω. […] Και να βρισκόντουσαν, αντέχει η συνείδηση να συμφωνήσω; Εδώ τρώω κάθε 24 ώς 36 ώρες για να μένει για το παιδί, δήθεν δεν πάει κάτω, τι να λέμε!». «Η κόρη μου ενθουσιάστηκε όταν την πήρα εγώ από το σχολείο αντί για τη γιαγιά. […] Είμαι χωρισμένη μητέρα. […] Τι θα τρώμε;». Πρόκειται για ελάχιστα, ενδεικτικά αποσπάσματα των ιστοριών. Υπάρχουν πολύ περισσότερα. Ιστορίες μετανάστευσης και επανεκκίνησης. Ιστορίες επιστροφής στο πατρικό. Ιστορίες εγκατάλειψης. Εδώ δεν πρόκειται βεβαίως για μια ζυγαριά συνεπειών. Πρόκειται ωστόσο για σκιαγράφηση των πολλαπλών προσώπων της και για την εκτίμηση ότι αν δεν κατανοήσουμε αυτή την πολυσυνθετότητα δεν θα μπορέσουμε να κατανοήσουμε και το τραύμα από το οποίο διέρχεται αυτήν τη στιγμή η ελληνική κοινωνία στο σύνολό της.

Η ανεργία ως συλλογικό τραύμα

Οι ιστορίες του Ημερολογίου σκιαγραφούν με καθαρότητα την τομή που επιφέρει η ανεργία στις ζωές των ανθρώπων που πλήττει. Η ανεργία δημιουργεί κενό. Τέμνει τον χρόνο στο πριν και στο μετά. Μας αναγκάζει να ξαναδιαβάσουμε το πριν και να ξαναφανταστούμε το μετά. Αναγκάζει σε μια βίαιη προσαρμογή σε μια νέα κατάσταση. Η βιαιότητα του τραύματος που επιφέρει ωστόσο δεν προσδιορίζεται από την ένταση της αλλαγής που προκαλεί, αλλά από τη διάρκειά της. Η αλλαγή είναι σταδιακή. Κάθε καινούργιο δεδομένο προστίθεται και επιδεινώνει τα προηγούμενα, και το τραύμα λειτουργεί αργά και σωρευτικά – σαν ένας βιασμός κατ’ εξακολούθησιν. Δεν είναι τη στιγμή της απώλειας της εργασίας που κορυφώνεται το τραύμα. Πονάει περισσότερο όσο κρυώνει. Ο πρώτος μήνας κυλά συνήθως σχετικά εύκολα – ίσως και με σχετική ανακούφιση για την ευκαιρία της μικρής ανάπαυλας. Η σταδιακή συνειδητοποίηση της μονιμότητας της κατάστασης μαζί με τον δραστικό περιορισμό των εισοδημάτων είναι τα στοιχεία που θα επιδεινώσουν δραστικά την κατάσταση – μαζί με το πρώτο έκτακτο έξοδο που δεν θα μπορεί να αντιμετωπιστεί. Και μετά η σταδιακή αλλαγή των καθημερινών συνηθειών: ο υπολογισμός του κόστους της διατροφής και η αναπροσαρμογή της, η παραίτηση από τις μικρές απολαύσεις της καθημερινότητας…  Οι αλλαγές είναι σταδιακές, αλλά σωρευτικές. Η διάρκειά της και η προοπτική της μονιμότητας είναι που καθιστά την ανεργία τρομακτική. 

Το τραύμα όμως δεν αφορά μόνο τους ανέργους. Οι ιστορίες του Ημερολογίου σκιαγράφησαν το πρόσωπο των ανέργων, βγάζοντάς τους από την αφάνεια και το ημίφως. Μέσα από την πολλαπλότητα και τη διαφορετικότητα της κάθε περίπτωσης αυτό που αναδείχθηκε ήταν η τυχαιότητά της, ο τρόπος δηλαδή που η ανεργία δεν συνδέεται με λαθεμένες επιλογές ή ανεύθυνη διαχείριση της ζωής του ανθρώπου. Δεν είναι συνεπώς οι άνεργοι υπεύθυνοι για τη θέση στην οποία έχουν βρεθεί. Σπουδαία συνεισφορά, αν σκεφτεί κανείς ότι στις μοντέρνες κοινωνίες της νεοφιλελεύθερης ατομικότητας ο εργασιακός βίος είναι αυτός που καθορίζει εν πολλοίς την ατομική αξία! Σε πείσμα της εγκαθιδρυμένης πεποίθησης ότι οι κόσμοι της ανεργίας και της εργασίας είναι διακριτοί και οι άνθρωποι είναι απολύτως υπεύθυνοι για το σε ποιον κόσμο θα καταλήξουν να ανήκουν με βάση την ατομική τους αξία, μέσα από τις ιστορίες του Ημερολογίου έγινε φανερό ότι  η ανεργία είναι ένα «σκληρό πορνό», όπως εύστοχα την χαρακτήρισε ο Κάσδαγλης. Γιατί όταν οι ιστορίες των ανέργων βγαίνουν από το σκοτάδι και καθίστανται οικείες, όταν αναδεικνύεται η τυχαιότητα και τα πρόσωπα που πρωταγωνιστούν, χάνεται η βεβαιότητα της διαχωριστικής γραμμής ανάμεσα στους πρωταγωνιστές και τους θεατές. Οι πρωταγωνιστές δεν είναι πια χωρίς πρόσωπο, δεν ανήκουν σε έναν κόσμο διαφορετικό από αυτόν του θεατή, ο οποίος μπορεί να παρακολουθεί από την ασφάλεια της κλειδαρότρυπας μέχρι το σημείο που το θέαμα του χαρίζει την απόλαυση της κάθαρσης. Σε αυτό το έργο οι ρόλοι είναι εναλλασσόμενοι, και οι θεατές ξέρουν καλά ότι  στην επόμενη πράξη μπορούν αυτοί να μετατραπούν σε πρωταγωνιστές. Η ασφάλεια που παρείχε το ημίφως έχει πια εξαφανιστεί. Συμπυκνώνοντας με εύστοχο τρόπο τις μεταβολές που έχει επιφέρει η εμπειρία της ανεργίας, μια από τις ιστορίες καταλήγει: «Δεν ξέρω τι θα γίνει. Ξέρω τι δεν θα γίνει. Δεν θα’ μαστε ποτέ ξανά οι ίδιοι».

Ανεργία και δημοκρατία

Σημαντική παράμετρος των ιστοριών των ανέργων ήταν το πώς η ανεργία επηρεάζει την πρόσβαση των ανθρώπων στο πεδίο της πολιτικής και του πολιτισμού. Η απογοήτευση από τη μη εκπροσώπηση των αναγκών των ανέργων από τις υπάρχουσες πολιτικές δυνάμεις επανερχόταν διαρκώς στις ιστορίες. Το ίδιο και η ανάγκη των ανέργων να συμμετέχουν στα πολιτιστικά δρώμενα της πόλης. Κοινή πεποίθηση ήταν ότι οι μοναδικές ανάγκες που αναγνωρίζονταν στους ανέργους ήταν αυτές που συνδέονταν με την εξασφάλιση της επιβίωσης, υποβαθμίζοντας τις ανάγκες τους για πολιτική συμμετοχή, κοινωνική συναναστροφή και ψυχαγωγία σε δευτερεύον επίπεδο.  Από τις πιο χαρακτηριστικές ιστορίες για το θέμα αυτό, εκείνη που αναφερόταν στην απαίτηση εισιτηρίου από άνεργο σε φεστιβάλ αριστερού σχήματος. Η συνάντηση της Αριστεράς με την ανεργία είναι ίσως από τις πιο κρίσιμες. Γιατί αν κάτι απαιτείται για τον μετριασμό των συνεπειών της ανεργίας αυτήν τη στιγμή δεν είναι μονάχα τα πυροσβεστικά μέτρα τύπου «απασχόληση σε πεντάμηνα προγράμματα» ή μικρά μηνιαία επιδόματα. Εδώ η προσέγγιση πρέπει να διακρίνεται από γενναιότητα και προοπτική. Ζητούμενο είναι αφενός η οικονομική ανακούφιση των πιο ευάλωτων ομάδων, αλλά κυρίως η αποκατάσταση των ανέργων ως δρώντων υποκειμένων στο πεδίο της πολιτικής, της κοινωνίας και του πολιτισμού. Μονάχα έτσι υπάρχει πιθανότητα να αρχίσουν να αποφορτίζονται συσσωρευμένα συναισθήματα θυμού, ανασφάλειας και απόγνωσης και να αρχίσει να αποκαθίσταται ο ήδη διαταραγμένος κοινωνικός ιστός. Διαφορετικά μιλάμε για πολίτες δύο ταχυτήτων, και τότε πια το θέμα μετατρέπεται από θέμα ανεργίας σε θέμα δημοκρατίας.  

http://www.chronosmag.eu/index.php/sl-e-x-th-g-x-e-th-g-e-th-s-p-x-e.html