Πέμπτη
25 Απριλίου 2024
Ημερήσια ηλεκτρονική εφημερίδα, Αρ. φύλλου 4967RSS FEED
Θέλει η Ελλάδα να πάει μπροστά;
Γράφει ο
Θανάσης Παπανδρόπουλος
Το ερώτημα που προκύπτει από την μελέτη της εταιρείας συμβούλων McKinsey για λογαριασμό του ΣΕΒ, σχετικά με τις προοπτικές της ελληνικής οικονομίας την προσεχή δεκαετία, είναι αν υπάρχουν στην χώρα δυνάμεις ικανές να την σύρουν προς το αύριο…

Τον περασμένο Φεβρουάριο η Ελληνική Εταιρεία Διοικήσεως Επιχειρήσεων (ΕΕΔΕ) και τώρα ο Σύνδεσμος Επιχειρήσεων και Βιομηχανιών (ΣΕΒ) προτείνουν με μελέτες τους λύσεις και διαδικασίες γα να πάει η Ελλάδα μπροστά. Όμως, δεν θέτουν –άρα και δεν απαντούν– το ερώτημα: Υπάρχει στην χώρα ο απαραίτητος αριθμός ανθρώπων που να θέλουν να δουν την χώρα να βγαίνει από την μιζέρια; Με άλλα λόγια, υπάρχουν Έλληνες που να βλέπουν προς το αύριο;

Κατά την ταπεινή μας γνώμη, η απάντηση στο καίριο αυτό ερώτημα είναι αρνητική. Διότι, πέρα από το δραματικό πρόβλημα του δημοσίου χρέους της, η Ελλάδα αντιμετωπίζει μία επίσης δραματική κρίση αντίληψης της πραγματικότητας. Η χώρα είναι πνευματικά αγκυλωμένη και από τέτοιου είδους αγκυλώσεις η έξοδος κάθε άλλο παρά εύκολη είναι. Εξάλλου, απαιτούνται πολλά χρόνια για να αποτάξει την κατάσταση αυτή ένα αγκυλωμένο πνεύμα. Η δε Ιστορία βρίθει από παραδείγματα λαών που κατέρρευσαν γιατί δεν ήθελαν να καταλάβουν, να ερμηνεύσουν και να ανταποκριθούν σε κρίσεις της πραγματικότητας.

Παρόλα αυτά, η μελέτη της McKinsey και οι προτάσεις που περιέχονται σε αυτήν για την δυνατότητα ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας έως το 2022 έχει πολλές θετικές πλευρές, οι οποίες μακάρι να μπορούσαν να γίνουν πράξη έστω και κατά το ήμισυ. Κάτι θα ήταν κι αυτό.

Πιο αναλυτικά, η μελέτη –που φέρει τον τίτλο «Η Ελλάδα 10 χρόνια μπροστά»– προβλέπει ότι μέσα σε μία δεκαετία θα μπορούσαν να δημιουργηθούν στην χώρα 520.000 θέσεις εργασίας, αν ο ρυθμός ανάπτυξης έφθανε το 3% ετησίως και ήταν άρα διπλάσιος από τον αντίστοιχο που προβλέπουν οι διεθνείς οργανισμοί. Βασική προϋπόθεση για να επιτευχθούν οι πιο πάνω φιλόδοξοι στόχοι είναι να υιοθετηθεί ένα νέο Εθνικό Μοντέλο Ανάπτυξης, μοντέρνο και αποτελεσματικό, το οποίο, κατά τους μελετητές της McKinsey, θα στηρίζεται σε πέντε ισχυρούς κλάδους της οικονομία και σε οκτώ επιμέρους αναδυόμενους τομείς –όπως, για παράδειγμα, ο τουρισμός και οι ιχθυοκαλλιέργειες.

Οι πέντε κλάδοι που μελετήθηκαν και αναλύθηκαν από τους ερευνητές είναι, κατά σειράν σημασίας, ο τουρισμός, το λιανεμπόριο, η ενέργεια, η βιομηχανία και η γεωργία. Επελέγησαν από τους μελετητές διότι έχουν την μεγαλύτερη πιθανότητα να επηρεάσουν σημαντικά την μελλοντική προοπτική ανάπτυξης της χώρας.

Ο πρόεδρος του ΣΕΒ κ. Δημ.Δασκαλόπουλος τόνισε ότι οι κλάδοι αυτοί –με προεξέχουσα την βιομηχανία– πληρώνουν τους περισσότερους φόρους, απασχολούν τους περισσότερους ανθρώπους και θα ωφεληθούν περισσότερο από τις ευρύτερες επιπτώσεις που έχουν οι διακλαδικές επενδύσεις. Επίσης, υπογράμμισε ότι η βιομηχανία μπορεί να αναπτυχθεί με ταχείς ρυθμούς βασιζόμενη στην ζήτηση των άλλων κλάδων παραγωγής. Ενδεικτικά αναφέρεται στην μελέτη ότι, από τα 18 δισεκατ. ευρώ που είναι η πρόσθετη παραγωγή που μπορεί να προκύψει από τον τουριστικό τομέα, σχεδόν τα 3 δισεκατ. ευρώ αφορούν στην βιομηχανία.

Ιδιαίτερο είναι το βάρος της ελληνικής βιομηχανίας τροφίμων, η οποία καλύπτει το 30% της παραγόμενης προστιθέμενης αξίας στο σύνολο της ελληνικής μεταποίησης.
 
Είναι δε και ο μόνος κλάδος στον οποίον η απασχόληση έχει θετικό πρόσημο. «Η βιομηχανία τροφίμων έχει σημαντικές προοπτικές ανάπτυξης και μπορεί να γίνει και κλάδος με υψηλές εξαγωγικές επιδόσεις…», επισημαίνουν οι μελετητές της McKinsey.

Πέρα, όμως, από την ειδική αναφορά στην βιομηχανία ειδών διατροφής, η μελέτη του ΣΕΒ –που έγινε και με συμμετοχή της Ένωσης Ελληνικών Τραπεζών– καταλήγει σε 100 συγκεκριμένες προτάσεις μεταρρυθμίσεων και δράσεων. Μεταξύ αυτών, περιλαμβάνονται:

*Η άμεση εφαρμογή μιας συστηματικής και καθολικής προσπάθειας που καλύπτει το σύνολο της οικονομίας και αποβλέπει στην υλοποίηση του προγράμματος των μεταρρυθμίσεων, στην μείωση του μεγέθους και του παρεμβατισμού του κράτους, στην απελευθέρωση της οικονομίας και την ενίσχυση των επενδύσεων και της ανάπτυξης –ιδιαίτερα δε της εξωστρέφειας.

*Η υιοθέτηση της διαδικασίας fast track, όπως εφαρμόστηκε για τα έργα υποδομής των Ολυμπιακών Αγώνων του 2004, ώστε να επιταχυνθεί η έγκριση της επένδυσης και να περιορισθεί η γραφειοκρατία, η απελευθέρωση αγορών και επαγγελμάτων, καθώς και η επιτάχυνση της εκδίκασης υποθέσεων σχετικών με επενδυτικά σχέδια που εκκρεμούν στα δικαστήρια.

Η εισαγωγή στον δημόσιο τομέα τεχνογνωσίας και εξειδικευμένων ανθρώπινων πόρων από τον ιδιωτικό τομέα, η δημιουργία ευκαιριών απασχόλησης για τους νέους και τις γυναίκες και η καταπολέμηση της αδιαφάνειας και της φοροδιαφυγής μέσω προηγμένων μεθόδων διάγνωσης, βεβαίωσης και είσπραξης οφειλών.

*Η ίδρυση ενός θεσμικού οργάνου Οικονομικής Ανάπτυξης και Μεταρρύθμισης (Economic Development and Reform Unit), που θα αναφερόταν απευθείας στον πρωθυπουργό και θα αναλάμβανε τον συντονισμό και την παρακολούθηση των αναπτυξιακών δράσεων και μεταρρυθμίσεων σε όλα τα μέτωπα, αξιοποιώντας και την τεχνογνωσία της επιχειρηματικής και ακαδημαϊκής κοινότητας.

Επίσης, προτείνεται ο επιχειρηματικός κόσμος να επιδιώξει την δημιουργία μεγαλύτερων μονάδων μέσω εξαγορών και συγχωνεύσεων και την υιοθέτηση αποδοτικότερων μεθόδων παραγωγής.

Στην μελέτη τονίζεται, επίσης, η σημασία να υπάρξει στρατηγική στροφή του τουρισμού προς μεγαλύτερες και ανεκμετάλλευτες μέχρι σήμερα αγορές και η ενθάρρυνση των επενδύσεων σε μεγάλες Περιοχές Ολοκληρωμένης Τουριστικής Ανάπτυξης (ΠΟΤΑ). Προτείνεται, ακόμη, η αγροτική παραγωγή και ειδικά η μεταποίηση τροφίμων να προσανατολιστεί προς τις αγορές του εξωτερικού, όπου συγκεκριμένα προϊόντα υψηλής ποιότητας, όπως το ελαιόλαδο, επιλεγμένα φρούτα και λαχανικά και διάφορα γαλακτοκομικά προϊόντα έχουν την δυνατότητα να επιτύχουν οικονομίες κλίμακας με διεθνή ανταγωνιστικότητα. Στο πλαίσιο αυτό, προτείνεται η ενδεχόμενη δημιουργία μιας «Ελληνικής Εταιρείας Τροφίμων» η οποία θα αναλάβει, μέσω της συνεργασίας ιδιωτών και Δημοσίου, την επώνυμη προώθηση ελληνικών ειδών διατροφής στις ξένες αγορές.

Τέλος, η μελέτη επισημαίνει –πολύ σωστά– ότι στον τομέα της ενέργειας υπάρχουν σημαντικά περιθώρια για αποδοτικότερη ενεργειακή χρήση των υπαρχόντων και νέων εμπορικών ακινήτων και κατοικιών. Αυτό θα είχε ευνοϊκά παράπλευρα αποτελέσματα στις κατασκευές, στην ανάπτυξη της αγοράς ακίνητης περιουσίας και στις χρηματοπιστωτικές υπηρεσίες, ενώ θα δημιουργούσε περιθώρια για εξαγωγές και θα προσέλκυε άμεσες ξένες επενδύσεις.

Από αυτά που προηγούνται και τα οποία σίγουρα είναι σημαντικά, το ερώτημα που μάς απασχολεί είναι ποιοι θα αναλάβουν παρόμοιες τιτάνιες πρωτοβουλίες και κάτω από ποιες συνθήκες –ιδιαίτερα δε στα επίπεδα της πολιτικής εξουσίας και της δημόσιας διοίκησης.

http://www.epagogi.gr/index.php?option=com_content&view=article&id=184:2011-09-07-10-21-34&catid=2:2010-07-25-06-08-12&Itemid=9