Τη δυσκολία των ευρωπαϊκών εταιρειών να προσελκύσουν και να διατηρήσουν ταλέντα με ψηφιακές δεξιοτήτες αποτυπώνει έρευνα της EY.
Προειδοποιεί μάλιστα ότι η έλλειψη ψηφιακών δεξιοτήτων συνιστά απειλή για τη μελλοντική ανάπτυξη της ηπείρου.
Σύμφωνα με τη νέα έρευνα της ΕΥ, Building a Better Working Europe οι πιο ανησυχητικές ελλείψεις σε ταλέντα αφορούν στις ψηφιακές δεξιότητες, με την κυβερνοασφάλεια (48%), την τεχνητή νοημοσύνη (ΑΙ) και τη ρομποτική (48% και οι δύο) να αναγνωρίζονται από τους ερωτηθέντες ως οι πιο δυσεύρετες δεξιότητες.
Οι ψηφιακά ώριμες επιχειρήσεις, οι οποίες διαχειρίζονται τη στρατηγική του ανθρωπίνου δυναμικού σε επίπεδο διοικητικού συμβουλίου, τείνουν να έχουν υψηλότερη παραγωγικότητα (76%), σε σχέση με αυτές που τους ακολουθούν (73%) και με αυτές που μένουν πίσω (65%). Επιπρόσθετα, ο ρυθμός εναλλαγής του προσωπικού είναι πολύ χαμηλότερος στις τεχνολογικά ώριμες επιχειρήσεις, σε σχέση με τις άλλες δύο προαναφερθείσες κατηγορίες (71% και 74%, αντίστοιχα).
Σύμφωνα με την έρευνα, οι ευρωπαϊκές επιχειρήσεις αναγνωρίζουν ότι αντιμετωπίζουν έλλειψη δεξιοτήτων, ενώ το 89% αναφέρει ότι επενδύουν στη βελτίωση των ψηφιακών δεξιοτήτων καινούριων και παλαιών εργαζομένων. Ωστόσο, μόνο το 43% των επιχειρήσεων έχει μια στρατηγική ανθρωπίνου δυναμικού, η οποία εκτείνεται σε βάθος μεγαλύτερο της τριετίας.
Σχολιάζοντας τα ευρήματα της έκθεσης, ο κ. Παναγιώτης Παπάζογλου, Διευθύνων Σύμβουλος της ΕΥ Ελλάδος, σημείωσε πως οι επιχειρήσεις σε Ελλάδα και Ευρώπη δυσκολεύονται να παρακολουθήσουν τον ρυθμό των αλλαγών που επιφέρουν η καινοτομία και οι νέες τεχνολογίες, ιδιαίτερα σε ό,τι αφορά στις απαιτούμενες δεξιότητες των εργαζομένων.