Αμέσως μετά τις πρόσφατες εθνικές εκλογές της 25ης Ιανουαρίου, η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ που προέκυψε, είχε απέναντί της ένα ευρύτατο κεφάλαιο συμπάθειας και κατανόησης τόσο από την εσωτερική, όσο και από την εξωτερική κοινή γνώμη, η οποία έδειχνε να αντιλαμβάνεται την ανάγκη χαλάρωσης της πολιτικής λιτότητας.
Μέσα σε τρεις μήνες όμως, αυτό το κεφάλαιο συμπάθειας έχει εξαντληθεί. Η Κυβέρνηση ξοδεύει πολύτιμο πολιτικό χρόνο, πολύτιμο πολιτικό κεφάλαιο, προκειμένου να επιτύχει την επιθυμητή συμφωνία.
Είναι γεγονός ότι η καταπόνηση της ελληνικής κοινωνίας από την προσπάθεια εφαρμογής των Μνημονιακών μέτρων, εδραίωσε τη διάχυτη πεποίθηση πως η Ευρωπαϊκή Ένωση, το ΔΝΤ και η ΕΚΤ, δεν είναι τίποτε άλλο από ένας μηχανισμός επιβολής «άτεγκτων οικονομικών προδιαγραφών».
Επί πλέον, παρακολουθώντας τη σημερινή εκδοχή της αρχαίας ελληνικής τραγωδίας, σαστιμένοι από την αγωνία και μεθυσμένοι από την «ανάσα αξιοπρέπειας» είμαστε μάρτυρες της σύγκρουσης με τους θεσμούς, την ώρα που το ρήγμα της χώρας από την Ευρωπαϊκή Ένωση βαθαίνει.
Με τον πολιτικό χρόνο να μετράει αντίστροφα κινείται η χώρα, στον οπόηχο του «σκωτσέζικου ντους» στο οποίο υποβλήθηκε, αφ’ ενός με ορισμένα θετικά μηνύματα που είχαμε μετά τη συνάντηση του κ. Τσίπρα με την καγκελάριο κ. Μέρκελ και αφ’ ετέρου με την πολεμική, όπως επίσημα ανακοινώθηκε, των Υπουργών οικονομικών στο Εurogroup που πραγματοποιήθηκε στη Ρίγα της Λετονίας.
Δύο μήνες μετά τη συμφωνία της 20ης Φεβρουαρίου, αυτό που φάνηκε ξεκάθαρα στο Εurogroup της Παρασκευής 24-4-2015, είναι ότι η Ελληνική πλευρά δεν έχει καν συμφωνήσει ως προς τη διαδικασία που πρέπει να τηρηθεί στις διαπραγματεύσεις, τη στιγμή που το κλίμα στο τραπέζι των διαπραγματεύσεων δεν θα μπορούσε να είναι πιο αρνητικό.
Από το άσχημο αυτό κλίμα που δημιουργήθηκε στο τελευταίο Εurogroup προκύπτει μια ασυνήθιστη, για τα Ευρωπαϊκά δεδομένα, πολιτική απομόνωση του Έλληνα Υπουργού Οικονομικών.
Αποτέλεσμα της διαμορφωθείσας κατάστασης και μετά από πιέσεις Ανώτατων Ευρωπαίων Αξιωματούχων στην Ελληνική Κυβέρνηση, ανακοινώθηκε αιφνιδιαστικά, το απόγευμα της Δευτέρας 27 Απριλίου, ο ανασχηματισμός της ομάδας διαπραγμάτευσης και η ανακατανομή των αρμοδιοτήτων των υπευθύνων, περιθεριοποιώντας και παροπλίζοντας στην ουσία τον Υπουργό Οικονομικών κ. Βαρουφάκη. Μένει να δούμε αν ο ανασχηματισμός αυτός θα είναι πιο αποδοτικός, ώστε να πάψουμε να βλέπουμε με τρόμο τη χώρα να κλιδωνίζεται στο χείλος της καταστροφής.
Ο τρόπος χειρισμού της διαπραγμάτευσης από την Ελληνική πλευρά μέχρι σήμερα, δημιουργεί το ερώτημα αν η Κυβέρνηση θέλει ή όχι μια λύση σε συνεργασία με τους εταίρους, ή μήπως προτιμά ένα αδιέξοδο που θα της επιτρέψει να χαράξει τη δική της διέξοδο.
Η επικράτηση του λαϊκισμού μετά τις ευρωεκλογές και η επιβάρυνση από την επιπρόσθετη, μετά τις βουλευτικές εκλογές, κυριαρχία του αντιευρωπαϊκού στοιχείου, προκαλεί νέα υποχώρηση της εμπιστοσύνης της οικονομίας.
Η Κυβέρνηση ΣΥΡΙΖΑ/ΑΝΕΛ έχει το τιμόνι της χώρας στα χέρια της, αλλά, όπως φαίνεται, δεν έχει επεξεργαστεί το παραμικρό σχέδιο για την ανάπτυξη, την ανεργία, τις επενδύσεις, τις αποκρατικοποιήσεις, για το μέλλον του τόπου.
Από την αρχή της κρίσης συμμετείχε στις διαπραγματεύσεις με την Ευρωζώνη, χωρίς ουσιαστικά δικό της σχέδιο αποκατάστασης μιας πορείας σταθεροποίησης και ανάπτυξης. Το ελληνικό πρόγραμμα χειρισμού της κρίσης ήταν και είναι ασαφές.
Η χώρα δεν φαίνεται να έχει Plan B, που να μην είναι η καταστροφή και το χειρότερο είναι ότι δεν φαίνεται επίσης να έχει Plan A, που να δείχνει ότι δουλεύει.
Είναι γνωστό ότι στη σημερινή Κυβέρνηση, η συντριπτική πλειοψηφία των στελεχών της, δεν πιστεύει εκ πεποιθήσεως,στα περισσότερα από τα μέτρα πολιτικής που θα συμπεριλαμβάνει μια νέα συμφωνία.
Επιπλέον, η περιφρόνηση προς τους κανόνες και τις δεσμεύσεις, ο βαθιά αντιευρωπαϊκός τρόπος σκέψης ορισμένων υπουργών της Κυβέρνησης, έχουν δηλητηριάσει το κλίμα.
Η εσωκομματική αντιπολίτευση, ποτέ δεν υιοθέτησε την προοπτική του «έντιμου συμβιβασμού» και τα στελέχη της θεωρούν ότι για την επίτευξή του και το κλείσιμο της συμφωνίας, ο πρωθυπουργός θα αναλάβει δεσμεύσεις έναντι των εταίρων.
Επίσης η εγχώρια πολιτική αντιπαράθεση, κατάφερε να πείσει μια εξαντλημένη και απελπισμένη κοινή γνώμη ότι για όλα της τα δεινά , φταίνε «οι κακοί Ευρωπαίοι».
Στη Βουλή η αντίθετη άποψη καταγγέλεται περίπου ως προδοσία και υπουργοί της Κυβέρνησης απαντώντας σε κριτική βουλευτών της αντιπολίτευσης, αναφέρουν με έπαρση και αλαζονία χαρακτηριστικά, άλλοτε ότι « ή είστε μαζί μας, ή είστε με τους δανειστές» και άλλοτε ότι «είστε από την ίδια όχθη με τους δανειστές».
Με τέτοια τακτική πέτυχαν αντιπολιτευόμενοι και έτσι νομίζουν ότι μπορούν να κυβερνήσουν. Κάνουν όμως λάθος και το λάθος αυτό δυστυχώς θα το πληρώσει ακριβά η χώρα.
Δεν υπάρχει καμιά αμφιβολία ότι τα πράγματα της οικονομίας δεν πάνε καθόλου καλά.
Με τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας καθημερινά να λιγοστεύουν και τα αποθέματα ρευστότητας να εξαντλούνται, η Κυβέρνηση δεν είναι καθόλου βέβαιο ότι μπορεί να πληρώσει το Μάϊο όλες τις βασικές της υποχρεώσεις.
Το ερώτημα « πληρώνω μισθούς και συντάξεις ή το ΔΝΤ», ενδέχεται να επανέλθει όχι ως απειλή αυτή τη φορά, αλλά ως πραγματικό δίλημμα.
Ως εκ τούτου είναι επιτακτική ανάγκη να εξευρεθούν τρόποι, ώστε να γεφυρωθεί το υφιστάμενο χάσμα με τους εταίρους, πριν το επόμενο Eurogroup της 11ης Μαΐου.
Ήρθε η ώρα να απαιτήσουμε από την Κυβέρνηση να εγγυηθεί τα ευρωπαϊκά κεκτημένα της χώρας, τώρα.
-Ο κ. Αθανάσιος Μπουρούνης είναι Επίτιμος Δ/ντης Σχολικής Μονάδας Δ.Ε.